Μέρος Β: Eπιδράσεις & δυνατότητες της Κοινωνικής Οικονομίας στην ανάπτυξη του βιοτουριστικού προϊόντος | Τεχνικό Εγχειρίδιο | |
Καινοτόμες Πρακτικές στο Βιοτουρισμό | ||
Περιεχόμενα Μελέτης
Ο τουρισμός κοινωνικής εμπειρίας και η κοινωνική οικονομία.. 6
Η συμβολή της Κοινωνικής Οικονομίας στη συγκρότηση του βιοτουριστικού προϊόντος. 7
Δημιουργία Κοινωνικών συνεταιρισμών – Κοινωνικών επιχειρήσεων. 9
Κοινωνικό κεφάλαιο – Συνεργασία.. 10
Ο εθελοντισμός ως συντελεστής συγκρότησης του κοινωνικού κεφαλαίου. 14
Συμμετοχικότητα – συμπράξεις. 14
Ενσωμάτωση όλης της κοινωνίας στο παιχνίδι 14
Συντελεστές και φορείς της Κοινωνικής Οικονομίας. 15
Οι Κοινωνικές Αναπτυξιακές Συμπράξεις ως θεσμός. 16
Η Τοπική Αυτοδιοίκηση ως συμπράττων εταίρος. 17
Κοινές δράσεις με την Τοπική Αυτοδιοίκηση. 18
Ποικιλότητα των καλλιεργειών και αγροτουρισμός. 18
Εργαλεία βιωσιμότητας για εγκαταστάσεις φιλοξενίας και βιοτουριστικές υπηρεσίες. 19
Κοινωνική φιλοξενία – καλές πρακτικές. 20
Αλληλοσυμπληρούμενες δραστηριότητες. 21
Δομές συγκέντρωσης και διάδοσης «κοινωνικοποίησης» της γνώσης και τεχνογνωσίας. 21
Ο ρόλος της συμβουλευτικής και διαχείρισης γνώσης στην κοινωνική οικονομία.. 23
Οι θεσμοί δια βίου μάθησης και διαχείρισης γνώσης. 26
Δια βίου μάθηση στην αγορά εργασίας. 27
Βιωματική μάθηση και βιοτουρισμός. 28
Τα οφέλη της Κοινωνίας Πολιτών. 29
Το όφελος της Τοπικής Αυτοδιοίκησης. 29
Εργαλεία ανάπτυξης και προώθησης βιοτουριστικού προϊόντος. 30
ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΠΡΑΚΤΙΚΗΣ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ: 31
Παράρτημα
Γλωσσάρι Κοινωνικής οικονομίας και Βιοτουρισμού…………………………………………….31
– Επιτελική Σύνοψη
–
Το παρόν τεχνικό εγχειρίδιο αποτυπώνει τις επιδράσεις και δυνατότητες της Κοινωνικής Οικονομίας στην ανάπτυξη του βιοτουριστικού προϊόντος ως το μέσο για μια βιώσιμη τοπική ανάπτυξη.
Στα πλαίσια του Προγράμματος «Καινοτόμες Πρακτικές στο Βιοτουρισμό» που χρηματοδοτείται από το Ευρωπαϊκό πρόγραμμα εδαφικής συνεργασίας IPA – Διασυνοριακό πρόγραμμα «Ελλάδα – Αλβανία» 2007-2013, το παρόν εγχειρίδιο δημιουργήθηκε στη λογική σχεδιασμού καινοτόμων πρακτικών για το Βιοτουρισμό στη διασυνοριακή περιοχή μελέτης Δήμου Πρεσπών στην Ελλάδα – Περιφέρειας Κορυτσάς στην Αλβανία.
Στόχος του τεχνικού εγχειριδίου είναι να αποτελέσει πρότυπο ώστε αρμόδιοι τουριστικοί φορείς σε συνεργασία με την Τοπική Αυτοδιοίκηση και τις οργανώσεις της Κοινωνίας Πολιτών να αναπαράγουν τις δράσεις του έργου και τις ορθές πρακτικές του και σε άλλες περιοχές της Αλβανίας, της Ελλάδας και της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Η εξέλιξη του τουρισμού του μέλλοντος αναγκαστικά ακολουθεί τα νέα δεδομένα δικτυακής οργάνωσης της κοινωνίας, την οικονομική αξία της ανάδυσης του τρίτου τομέα της οικονομίας, την τάση για δημιουργικές κοινωνικές εμπειρίες. Οι σύγχρονοι καταναλωτές γίνονται ολοένα και περισσότερο έμπειροι, ώριμοι και απαιτητικοί για καινοτόμες υπηρεσίες και εξαιρετικά βιώματα που μόνο στο επίπεδο μιας δημιουργικής τοπικής κοινότητας μπορούν να προσφερθούν ως βίωμα.
Η προσέγγιση της ανάπτυξης του συνόλου του εναλλακτικού τουρισμού και του τουρισμού κοινωνικής εμπειρίας μέσω της ανάπτυξης της κοινωνικής οικονομίας είναι μια νέα οπτική και απαιτεί μια καινοτόμο μεθοδολογία στην κινητοποίηση των υλικών και ανθρώπινων πόρων που συνθέτουν το “βιοτουρισμό” στη διασυνοριακή περιοχή Δήμου Πρεσπών και Περιφέρειας Κορυτσάς.
Η Κοινωνική Οικονομία είναι επί της ουσίας η συστηματοποίηση της συμβολής της κοινωνικής και πολιτιστικής δράσης στο βιοτουρισμό και την επιχειρηματικότητα με τη δημιουργία μιας νέας δομής που αποτυπώνεται στο Διακρατικό Σύμφωνο Συνεργασίας μεταξύ Ελλάδας και Αλβανίας.
Η ανάπτυξη της κοινωνικής οικονομίας σε τοπικό επίπεδο παράλληλα με την ανάπτυξη της κοινωνικής επιχειρηματικότητας και του συνεργατισμού είτε με τη μορφή συνεταιρισμών είτε μη κερδοσκοπικών συμπράξεων για την αξιοποίηση της φυσικής και πολιτιστικής κληρονομιάς είναι προϋπόθεση για τη συγκρότηση του βιοτουριστικού προϊόντος. Ιδιαίτερα όταν αυτή η διαδικασία συνδυάζεται με την πολυποικιλότητα της τοπικής κονωνικής γεωργίας ώστε να προσφέρεται στον επισκέπτη το βίωμα και η εμπειρία της αυθεντικότητας της αγροτικής κοινωνίας.
Γι’ αυτό έχει ιδιαίτερη σημασία η συγκρότηση του κοινωνικού κεφαλαίου σε ένα τοπικό όραμα συλλογικής δημιουργίας.
Το κοινωνικό κεφάλαιο μιας περιοχής που συνίσταται στη συνεργασία και την υποστήριξη μιας οικονομικής δραστηριότητας, όπως ο βιοτουρισμός, πέραν από τα στενά όρια της αγοράς, από την τοπική κοινωνία συνολικά εξετάζεται εδώ ως ο παράγοντας που συντελεί στη δημιουργία προστιθέμενης αξίας στη διασυνοριακή περιοχή Πρεσπών – Κορυτσάς και η συμμετοχή ανενεργού ανθρώπινου δυναμικού που υποαπασχολείται στην ανάπτυξη και διαμόρφωση του κοινού βιοτουριστικού προϊόντος.
Ζητούμενο του βιοτουριστικού προϊόντος είναι οι τουρίστες που επισκέπτονται την περιοχή να βιώσουν έναν πιο φυσικό και φιλόξενο τρόπο ζωής από αυτόν που έχουν συνηθίσει και επομένως να βρουν ένα λιγότερο μολυσμένο περιβάλλον, εξυπηρετικούς επιχειρηματίες και προσωπικό, φιλόξενους ανθρώπους και γενικά μια εναλλακτική συνολική βιοτουριστική προσφορά.
Για να επιτευχθεί αυτό, το κεφάλαιο της περιοχής, το οποίο αποτελούν η ιστορία, ο πολιτισμός, η αγροτική και κοινωνική κληρονομιά και η ποικιλότητα των δραστηριοτήτων πρέπει να υποστηρίζεται ως κοινή και μοναδική αξία και να εκτιμάται ως η ισχυρότερη οικονομική κατευθυντήρια γραμμή, αναδεικνύοντας την αξία του ολιστικού βίου.
Όλοι οι παράγοντες της βιοτουριστικής δραστηριότητας θα πρέπει να συμμετέχουν ενεργά στη διατήρηση αυτού του κεφαλαίου και συγκεκριμένα:
Για τη διάδοση του θεσμού της κοινωνικής οικονομίας, των κοινωνικών επιχειρήσεων και της συμμετοχής της τοπικής κοινωνίας στο τοπικό σχέδιο και όραμα ανάπτυξης η Τοπική «Σύμπραξη Δήμου Πρεσπών – Περιφέρειας Κορυτσάς» είναι συνδεδεμένη με το Πανελλήνιο Παρατηρητήριο των Οργανώσεων της Κοινωνίας Πολιτών που έχει αναπτύξει ένα συγκεκριμένο μοντέλο social media και το οποίο εξυπηρετεί την επικοινωνιακή προβολή και του συγκεκριμένου έργου.
Δημιουργείται έτσι μια δεξαμενή σκέψης και δράσης στη βάση της οριζόντιας συλλογικής δημιουργίας και ανταλλαγής ύλης που εξασφαλίζει το πρόγραμμα. Αυτό το συγκεκριμένο μοντέλο μπορεί επίσης να χρησιμεύσει ως μια καλή πρακτική για τη βελτίωση της πρόσβασης των πολιτών στην κοινωνία της γνώσης και την ενίσχυση των Κοινωνικών Αναπτυξιακών Συμπράξεων για τη βιώσιμη ανάπτυξη της οικονομίας σε σχέση με τη φυσική και πολιτιστική κληρονομιά της εκάστοτε περιοχής παρέμβασης.
–
–
– Ο τουρισμός κοινωνικής εμπειρίας και η κοινωνική οικονομία
Η εξέλιξη του τουρισμού του μέλλοντος αναγκαστικά ακολουθεί τα νέα δεδομένα δικτυακής οργάνωσης της κοινωνίας, την οικονομική αξία της ανάδυσης του τρίτου τομέα της οικονομίας, την τάση για δημιουργικές κοινωνικές εμπειρίες. Γι’ αυτό έχει ιδιαίτερη σημασία η προσέγγιση των επιδράσεων και δυνατοτήτων της κοινωνικής οικονομίας στο βιοτουρισμό.
Οι “τουριστικοί προορισμοί” μετακινούνται πέρα από την προσφορά προϊόντων και υπηρεσιών στη δημιουργία, ενορχήστρωση και παροχή εξαιρετικών εμπειριών στους επισκέπτες τους, σε επίπεδα που μπορούν να υπερβαίνουν τις προσδοκίες τους. Αυτή είναι η νέα τάση για τη δημιουργία νέων “προορισμών”.
Οι σύγχρονοι καταναλωτές γίνονται ολοένα και περισσότερο έμπειροι, ώριμοι και απαιτητικοί για καινοτόμες υπηρεσίες και εξαιρετικά βιώματα που μόνο στο επίπεδο μιας δημιουργικής τοπικής κοινότητας μπορούν να προσφερθούν ως βίωμα.
Ζητούνται λοιπόν προορισμοί που διεγείρουν τη φαντασία, το συναίσθημα, το όνειρο, μέσα από την εφαρμογή καλών πρακτικών που μπορεί να προσφέρει μόνο η κοινότητα και κοινωνική οικονομία.[1]
Από τα μέσα της δεκαετίας του ’70, σε όλες τις αναπτυγμένες χώρες του κόσμου, διαμορφώνεται και απλώνεται βαθμιαία μια σημαντική ανάπτυξη της κοινωνικής οικονομίας, της ‘‘αυτο-οργάνωσης’’, της κινητοποίησης και ενεργοποίησης πολιτών με κοινό παρανομαστή την ανάπτυξη δράσεων, που διαμορφώνουν νέους θεσμούς αλληλεγγύης και ενεργοποίησης των πολιτών και με τη σειρά τους αυτοί οι θεσμοί οδηγούν στην ανάπτυξη της κοινωνικής οικονομίας γενικά, αλλά και σε συνάφεια με τη νέα μορφή τουρισμού, του βιοτουρισμού.
Ο οικονομικός αυτός τομέας, με οποιοδήποτε όνομα κι αν αποκαλείται – τρίτος τομέας ή τομέας αλληλέγγυας κοινωνικής οικονομίας ή μη κερδοσκοπικός τομέας – έχει το ίδιο κοινωνικό αποτέλεσμα. Εκατομμύρια άνθρωποι σε όλο τον κόσμο υλοποιούν την αλληλέγγυα οικονομία. Εργάζονται, παράγουν και καταναλώνουν για την ευημερία των ιδίων και των συνανθρώπων τους και διαμορφώνουν σταδιακά μια νέα κουλτούρα έναντι στο μαζικό καταναλωτικό πρότυπο και το μαζικό τουρισμό.
Με το ξέσπασμα της οικονομικής κρίσης στην Ελλάδα έχει ακόμη περισσότερο αναδειχθεί η σημασία της κοινωνικής οικονομίας και όλα τα προγράμματα οικονομικής πολιτικής και τουριστικής ανάπτυξης αντιμετωπίζονται πλέον με όρους οργάνωσης κοινωνικών επιχειρήσεων όπως και στα περισσότερα ευρωπαϊκά κράτη.
Η προσέγγιση της ανάπτυξης του συνόλου του εναλλακτικού τουρισμού και του τουρισμού κοινωνικής εμπειρίας μέσω της ανάπτυξης της κοινωνικής οικονομίας είναι μια νέα οπτική και απαιτεί μια καινοτόμο μεθοδολογία στην κινητοποίηση των υλικών και ανθρώπινων πόρων που συνθέτουν το “βιοτουρισμό”.
– Η συμβολή της Κοινωνικής Οικονομίας στη συγκρότηση του βιοτουριστικού προϊόντος
Οι εθελοντικές και πολιτιστικές οργανώσεις, όπως βλέπουμε από τα πολιτιστικά διαθέσιμα της περιοχής μελέτης, έχουν δώσει ιδιαίτερη προστιθέμενη αξία στο βιοτουρισμό της περιοχής και με αυτόν τον τρόπο δείχνουν το δρόμο και τη μέθοδο πώς όταν οι πολιτιστικές-κοινωνικές οργανώσεις αναπτύσσονται φέρνουν και μεγαλύτερο ρεύμα επισκεπτών. Η Κοινωνική Οικονομία είναι η συστηματοποίηση της συμβολής της κοινωνικής και πολιτιστικής δράσης στο βιοτουρισμό και την επιχειρηματικότητα με τη δημιουργία μιας νέας δομής που αποτυπώνεται στο Τοπικό Σύμφωνο Συνεργασίας.
Λαμβάνοντας υπόψη τις υφιστάμενες συνθήκες και όσα προτείνονται ως δράσεις για την ανάπτυξη του βιοτουρισμού της περιοχής είναι εμφανές ότι πρέπει να αναπτυχθεί η οριζόντια συνεργασία και η κοινωνική οικονομία για τη μόχλευση πρόσθετων δράσεων. Με βάση το Σύμφωνο Συνεργασίας Οργανώσεων της Κοινωνίας Πολιτών και Τοπικής Αυτοδιοίκησης που έχει υπογραφεί στην περιοχή απ’ την πλευρά της Ελλάδας προβλέπεται η ανάπτυξη μιας κοινωνικής σύμπραξης και κοινωνικής επιχειρηματικότητας των επαγγελματιών στους τομείς: ι) δημιουργίας δημοτικής αλληλέγγυας αγοράς, ιι) παροχής κοινωνικών υπηρεσιών των Δήμων προς τους πολίτες, ιιι) ψηφιοποίησης των αρχείων σε επίπεδο Τοπικής Αυτοδιοίκησης, καθώς και ιν) Οριζόντιας οργάνωσης της κοινωνίας για τη συμμετοχικότητα του πολίτηκαι οριζόντιου επικοινωνιακού συστήματος.
Στα πλαίσια αυτής της “Σύμπραξης” πρόκειται να δημιουργηθεί περιφερειακή ηλεκτρονική εφημερίδα, να οργανωθούν επιμορφωτικές διαδικασίες αμεσοδημοκρατικές, να γίνει σύνθεση με θεσμούς κοινωνικοποίησης της γνώσης, όπως Ελεύθερο Ανοικτό Πανεπιστήμιο, ηλεκτρονικές βιβλιοθήκες, κοινωνικά δίκτυα, διακρατικές συνεργασίες, διεθνή forums, εκθέσεις καινοτομικών προϊόντων και υπηρεσιών και να αξιοποιηθούν όλα τα επικοινωνιακά εργαλεία των social media, π.χ. youtube, blogs, facebook, twitter κτλ. στοχεύοντας στη σύνδεση περιεχομένου, βάσει της διαδικασίας βελτιστοποίησης. Αυτό εξάλλου σημαίνει, στο πλαίσιο αυτής της οριζόντιας συνεργασίας, ένα εργοτάξιο καινοτόμων ιδεών, οργανωτικής τεχνολογίας και καλών πρακτικών που συγκεντρώνονται σε μια “δεξαμενή σκέψης” και διαδίδονται μέσω μιας δικτυακής πύλης και πλατφόρμας e-learning μάθησης.
– Θεσμική καινοτομία
Η ανάπτυξη της κοινωνικής οικονομίας σε τοπικό επίπεδο παράλληλα με την ανάπτυξη της κοινωνικής επιχειρηματικότητας και του συνεργατισμού είτε με τη μορφή συνεταιρισμών είτε μη κερδοσκοπικών συμπράξεων για την αξιοποίηση της φυσικής και πολιτιστικής κληρονομιάς είναι προϋπόθεση για τη συγκρότηση του βιοτουριστικού προϊόντος. Ιδιαίτερα όταν αυτή η διαδικασία συνδυάζεται με την πολυποικιλότητα της τοπικής κονωνικής γεωργίας ώστε να προσφέρεται στον επισκέπτη το βίωμα και η εμπειρία της αυθεντικότητας της αγροτικής κοινωνίας.
Γι’ αυτό έχει ιδιαίτερη σημασία η συγκρότηση του κοινωνικού κεφαλαίου σε ένα τοπικό όραμα συλλογικής δημιουργίας.
Η καινοτομία του σχεδίου συνίσταται στο Σύμφωνο Συνεργασίας για την Κοινωνική Οικονομία με την Τοπική Αυτοδιοίκηση κεντρικά και στα Σύμφωνα Συνεργασίας σε περιφερειακό επίπεδο με τη μορφή Κοινωνικών Συμπράξεων.
Υπάρχουν καλές πρακτικές από αρκετές κοινωνικές επιχειρήσεις οι οποίες μπορούν να εφαρμοστούν σε γενικότερη κλίμακα αρκεί να υποστηριχθούν ως πρακτικές από τους περιφερειακούς μηχανισμούς υποστήριξης των Κοιν.Σ.Επ. με την κατάλληλη δικτύωση σε πραγματικούς στόχους.
Μπορούν, επίσης, να ενσωματωθούν καινοτομίες από το εξωτερικό και ιδιαίτερα από την Ε.Ε. στο πεδίο της χρηματοοικονομικής διευκόλυνσης των Κοιν.Σ.Επ. και άλλων κοινωνικών επιχειρήσεων με το παράδειγμα των Συνεταιριστικών Τραπεζών, της Ηθικής Τράπεζας της Ιταλίας και της τράπεζας μικροπιστώσεων.
Το Εθνικό Παρατηρητήριο για την Κοινωνική Οικονομία και οι Περιφερειακοί Μηχανισμοί Στήριξης των Κοιν.Σ.Επ. θα πρέπει να θέσουν κάποιο ανάλογο στόχο.
o Τοπικά σύμφωνα συνεργασίας
Το θεσμικό εργαλείο για την προώθηση της δικτύωσης και συνεργασίας σε τοπικό επίπεδο της κοινωνικής οικονομίας και κατ’ επέκταση του βιοτουρισμού είναι τα τοπικά Σύμφωνα Συνεργασίας των οργανώσεων της Κοινωνίας Πολιτών με την Τοπική Αυτοδιοίκηση και τις επιχειρήσεις.
Περιφερειακά στη Δυτική Μακεδονία έχει συσταθεί το Παρατηρητήριο Δ. Μακεδονίας, το οποίο υποστηρίζει και συγκεκριμένο δίκτυο του προγράμματος με έμφαση στην ανάπτυξη της κοινωνικής οικονομίας και στις συνεταιριστικές συμπράξεις. Αυτό το περιφερειακό Παρατηρητήριο είναι η βάση να προσκληθούν και οι άλλοι συντελεστές σ’ ένα Τοπικό Σύμφωνο.
Πρωταρχικός σκοπός των Κοινωνικών Συμπράξεων είναι η διαμόρφωση συνθηκών για τη σύνθεση των κατακερματισμένων υλικών και ανθρώπινων πόρων βάσει των οποίων μπορούν να δημιουργηθούν νέες κοινωνικές επιχειρήσεις, αξιοποιώντας ανενεργούς υλικούς πόρους της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, κρατικών οργανισμών και ιδρυμάτων. Μετασχηματίζοντας τα διάφορα επιδόματα ανεργίας σε κεφάλαιο κίνησης για νέες επιχειρήσεις και εξασφαλίζοντας ταυτόχρονα ως ένα βαθμό τη διάθεση προϊόντων και υπηρεσιών.
Εξίσου σημαντική κρίνεται και η οικοδόμηση σχέσεων εμπιστοσύνης και συνεργασίας μεταξύ καταναλωτικών και άλλων συλλογικών οργανώσεων με παραγωγικές οργανώσεις, με στόχο τον περιορισμό της διαμεσολάβησης στη διακίνηση προϊόντων προς όφελος και των δυο πλευρών και της κοινωνίας γενικότερα. Δραστική επίσης μείωση του κόστους διαμεσολάβησης της γνώσης για την ίδρυση και λειτουργία μιας κοινωνικής επιχείρησης, περιορίζοντας έτσι το κόστος συμβουλευτικής.
Δημιουργίας, έτσι, σχέσεων εμπιστοσύνης με κίνητρα, που μετουσιώνονται σε συγκεκριμένες οργανωτικές δομές – Σύμφωνα συνεργασίας – Περιφερειακά Παρατηρητήρια.
Η καινοτομία, λοιπόν, του σχεδίου συνίσταται στην παρακίνηση για τη δημιουργία νέων επιχειρήσεων, με μετρήσιμο στόχο τη σύνθεση των διαθέσιμων ανενεργών υλικών και ανθρώπινων πόρων που οδηγούν σε νέες επενδύσεις. Επί παραδείγματι, στην επιχειρηματικότητα της υψηλής κοινωνικής αποστολής, όπως είναι η Κοινωνικά Υποστηριζόμενη Γεωργία, η οποία μπορεί να παρακινήσει νέους αγρότες στην ανάπτυξη αγροτικής επιχειρηματικότητας και της ενίσχυσης μέσω αυτής της απασχόλησης. Αλλά και στην επιχειρηματικότητα διαδικτύου που είναι ο προνομιακός χώρος της μεγάλης κοινότητας των οργανώσεων της κοινωνίας πολιτών.
Την ανάδειξη νέων προϊόντων και υπηρεσιών διευρύνοντας το αντικείμενο επιχειρηματικότητας, αλλά και θέσεων εργασίας εκεί που αδυνατεί να δημιουργήσει το κράτος και η αγορά. Με εργαλείο έναν οδηγό επαγγελμάτων κοινωνικής οικονομίας.
Με αυτή τη λογική συνάρτηση, η δικτύωση των εθελοντικών οργανώσεων της Κοινωνίας Πολιτών με τις κοινωνικές επιχειρήσεις και όλους τους συντελεστές της κοινωνικής οικονομίας οδηγεί στη δημιουργία ευνοϊκού περιβάλλοντος με την ανάπτυξη της κουλτούρας του συνεργατισμού. Με εργαλείο την δημιουργία συνεκτικού ιστού των διαφόρων κοινωνικών δικτύων, θεσμών αλληλεγγύης, κοινωνικής δράσης και καλών πρακτικών.
– Δημιουργία Κοινωνικών συνεταιρισμών – Κοινωνικών επιχειρήσεων
Στο πλαίσιο της Κοινωνικής Οικονομίας οι Κοινωνικοί Συνεταιρισμοί είναι η μορφή εκείνη των επιχειρήσεων που ανταποκρίνεται στην ενεργοποίηση των ανενεργών ανθρώπινων και υλικών πόρων μιας περιοχής. Η συνεργατική μορφή επιχείρησης που μπορεί να δώσει την ευκαιρία σε ανέργους αλλά και στους αγρότες να επιχειρήσουν με μειωμένο ρίσκο και μεγαλύτερη διασφάλιση έχοντας την υποστήριξη της ΤΑ.
Οι Κοινωνικοί Συνεταιρισμοί συνδυάζουν τα καλύτερα στοιχεία των συμβατικών συνεταιρισμών και των μη-κυβερνητικών οργανώσεων, δημιουργώντας ευκαιρίες για εισόδημα, απασχόληση και κοινωνική συνοχή στην πόλη και την ύπαιθρο.
Η Κοινωνική Συνεταιριστική Επιχείρηση είναι μια πρωτότυπη μορφή επιχείρησης που θεσμοθετήθηκε στην Ελλάδα με τον πρόσφατο νόμο 4019/2011 για την Κοινωνική Οικονομία και την Κοινωνική Επιχειρηματικότητα, που ακολουθεί τα Ευρωπαϊκά πρότυπα ομολογουμένως με μεγάλη χρονική καθυστέρηση.
Προσφέρει πολλά πλεονεκτήματα, αφού επιτρέπει σε μικρές ομάδες ανθρώπων να φτιάξουν τη δική τους συνεταιριστική εταιρεία απολαμβάνοντας ειδικό φορολογικό καθεστώς και μεγάλη βοήθεια στη χρηματοδότηση των επενδύσεών της. Είναι θεσμικό εργαλείο τόσο για αγροτικές, καλλιεργητικές και ζωοτροφικές δραστηριότητες, όσο και για παρασκευή προϊόντων, παροχή βιοτουριστικών υπηρεσιών και σύγχρονες μορφές επιστημονικής επιχειρηματικότητας στην πόλη και την ύπαιθρο.
Η Κοινωνική Συνεταιριστική Επιχείρηση (Κοιν.Σ.Επ.) είναι αστικός συνεταιρισμός κοινωνικού σκοπού με περιορισμένη ευθύνη των μελών του και διαθέτει εκ του νόμου την εμπορική ιδιότητα.[2]
Πλεονεκτήματα οικονομικής φύσης:
- H Κοιν.Σ.Επ δεν υπόκειται σε φορολογία εισοδήματος για τα κέρδη της
- Το ποσοστό των κερδών της Κοιν.Σ.Επ. που διανέμεται στους εργαζόμενους, οι οποίοι ανήκουν στις Ευάλωτες Ομάδες Πληθυσμού, υπόκειται σε παρακράτηση φόρου εισοδήματος, σύμφωνα με τον εκάστοτε ισχύοντα φορολογικό συντελεστή του πρώτου, μετά το αφορολόγητο ποσό κλιμακίου εισοδήματος.
- Οι εργαζόμενοι στις Κοιν.Σ.Επ, οι οποίοι ανήκουν στις Ευάλωτες Ομάδες Πληθυσμού και λαμβάνουν επίδομα πρόνοιας ή οποιαδήποτε άλλη παροχή, συνεχίζουν να εισπράττουν τις παροχές αυτές ταυτόχρονα με την αμοιβή τους.
- Οι Κοιν.Σ.Επ έχουν πρόσβαση στο υπό σύσταση Ταμείο Κοινωνικής Οικονομίας
- Οι Κοιν.Σ.Επ μπορούν να εντάσσονται σε προγράμματα στήριξης της επιχειρηματικότητας, σε προγράμματα του ΟΑΕΔ για τη στήριξη της εργασίας και σε ενεργητικές πολιτικές απασχόλησης
- Οι Κοιν.Σ.Επ μπορούν να συνάπτουν Προγραμματικές Συμβάσεις με το Δημόσιο, τον ευρύτερο δημόσιο τομέα και τους ΟΤΑ α’ και β’ βαθμού.
- Οι Κοιν.Σ.Επ δύνανται να εντάσσονται κατά την έναρξη της λειτουργίας τους σε συγχρηματοδοτούμενα ευρωπαϊκά προγράμματα που υλοποιούνται από την Γ.Γ. Διαχείρισης Κοινοτικών και Άλλων Πόρων, τον ΟΑΕΔ και άλλους συναρμόδιους φορείς.
Τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της Κοιν.Σ.Επ.:
- Κάθε μέλος πρέπει να διαθέτει τουλάχιστον μία υποχρεωτική συνεταιριστική μερίδα και έως πέντε προαιρετικές συνεταιριστικές μερίδες.
- Όλα τα μέλη της Κοιν.Σ.Επ. έχουν δικαίωμα μιας ψήφου ανεξάρτητα από τον αριθμό των συνεταιριστικών μερίδων που διαθέτουν.
- Μόνη η συμμετοχή ενός φυσικού προσώπου με την ιδιότητα μέλους–εταίρου, σε Κοιν.Σ.Επ., δεν του προσδίδει εμπορική ιδιότητα και δεν δημιουργεί ασφαλιστικές ή φορολογικές υποχρεώσεις.
- Μέλος μίας Κοιν.Σ.Επ δεν μπορεί να μετέχει σε άλλη Κοιν.Σ.Επ που έχει έδρα στην ίδια Περιφερειακή ενότητα και τον ίδιο καταστατικό σκοπό.
- Τα κέρδη της Κοιν.Σ.Επ. δεν διανέμονται στα μέλη της, εκτός αν τα μέλη αυτά είναι και είναι εργαζόμενοι σε αυτή.
- Τα κέρδη διατίθενται ποσοστιαία, ετησίως, ως εξής:
-5% για σχηματισμό αποθεματικού.
-ως 35% διανέμεται στους εργαζόμενους ως κίνητρο παραγωγικότητας.
-το υπόλοιπο (τουλάχιστον 60%) διατίθεται για τις δραστηριότητες της επιχείρησης και τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας.
- Μόνη η συμμετοχή ενός φυσικού προσώπου με την ιδιότητα του μέλους-εταίρου σε Κοινωνική Συνεταιριστική Επιχείρηση δεν του προσδίδει εμπορική ιδιότητα και δε δημιουργεί ασφαλιστικές ή φορολογικές υποχρεώσεις.
Πρότυπο καταστατικό των ΚοινΣΕπ θα βρείτε στην ιστοσελίδα http://erymanthos.eu/index.php?option=com_content&view=article&id=417:2012-04-20-10-08-26&catid=54:2011-11-18-13-37-35&Itemid=62
– Κοινωνικό κεφάλαιο – Συνεργασία
Η σημασία του κοινωνικού κεφαλαίου είναι έννοια-κλειδί για την ανάπτυξη της κοινωνικής οικονομίας και κοινωνικής επιχειρηματικότητας καθώς υποκαθιστά σε μεγάλο βαθμό την προϋπόθεση συγκέντρωσης κεφαλαίου από έναν επιχειρηματία καθώς το επιχειρείν ανήκει σε μια ευρύτερη κοινότητα συνεταιριζόμενων.
Το κοινωνικό κεφάλαιο μιας περιοχής που συνίσταται στη συνεργασία και την υποστήριξη μιας οικονομικής δραστηριότητας, όπως ο βιοτουρισμός, πέραν από τα στενά όρια της αγοράς, από την τοπική κοινωνία συνολικά εξετάζεται εδώ ως ο παράγοντας που συντελεί στη δημιουργία προστιθέμενης αξίας στη βιοτουριστική περιοχή και η συμμετοχή ανενεργού ανθρώπινου δυναμικού που υποαπασχολείται στην ανάπτυξη και διαμόρφωση κοινού βιοτουριστικού προϊόντος. Στο κοινωνικό κεφάλαιο λαμβάνεται υπόψη η υψηλή αξία της γνήσιας και σωστής φιλοξενίας που χαρακτηρίζει την περιοχή από αρχαιοτάτων χρόνων, καθώς και ο συντονισμός που χρειάζεται για να αξιοποιηθούν στο έπακρο όλοι οι υλικοί και ανθρώπινοι πόροι που διαθέτει η περιοχή κάνοντας τον ίδιο τον τουρίστα κομμάτι του ιδιαίτερου χαρακτήρα του τόπου.
Έτσι, στα τουριστικά πακέτα του βιοτουρισμού, οι δραστηριότητες εκείνες τις οποίες συναντά κανείς και που αξιοποιούν το πολιτιστικό κεφάλαιο για να επιτύχουν την ενσωμάτωση του τουρίστα, μπορεί να είναι, πέρα από την συμμετοχή του σε απλές επισκέψεις μουσείων και αρχαιολογικών χώρων, συμμετοχή σε παραδοσιακά πανηγύρια της περιοχής, δοκιμή παραδοσιακών συνταγών σε τοπικές ταβέρνες καθώς και οποιαδήποτε άλλη δράση που θα τον κάνει να έρθει σε επαφή με τους ντόπιους και να συναναστραφεί μαζί τους. Η συναναστροφή του τουρίστα με τους ντόπιους, μέσα από την συμμετοχή του στις παραδόσεις τους και την εκπαίδευσή του σε αυτές, θα τον βοηθήσει να τους μάθει καλύτερα και να γίνει έτσι και ο ίδιος ένα κομμάτι του τόπου, βιώνοντας την πραγματική Ελληνική φιλοξενία για την οποία είμαστε σε όλο τον κόσμο γνωστοί.
Ο παράγοντας εκείνος ο οποίος είναι σε θέση να στηρίξει ένα τέτοιο είδος τουρισμού είναι μόνο οι ίδιοι οι κάτοικοι της περιοχής, οργανωμένοι σε ομάδες ή δίκτυα τέτοια που σκοπό έχουν την προώθηση των συλλογικών τους συμφερόντων. Το κοινωνικό κεφάλαιο απαρτίζεται από επικαλυπτόμενα κοινωνικά δίκτυα, τα οποία διαθέτουν κοινές αξίες, εμπιστοσύνη και κοινά κριτήρια αποφάσεων. Σε αυτά τα δίκτυα με υψηλό επίπεδο κοινωνικού κεφαλαίου επικρατεί η αρχή της αμοιβαιότητας που συμβάλλει στην ατομική ευημερία, δεδομένου ότι οι συμμετέχοντες έχουν ευχερέστερη πρόσβαση στην πληροφορία ή άλλους πόρους.
Τρεις παράμετροι του κοινωνικού κεφαλαίου που μπορούμε να διακρίνουμε είναι:
- Η εμπιστοσύνη που οικοδομείται μέσα από τα κοινωνικά δίκτυα.
- Η πληροφορία που διοχετεύεται μέσα από τα κοινωνικά δίκτυα και η κοινωνικοποίηση της γνώσης.
- Οι κανονιστικές ρυθμίσεις και κυρώσεις που επιβάλλονται στα μέλη των δικτύων, υπαγορεύοντάς τους συγκεκριμένες συμπεριφορές.
Το κοινωνικό κεφάλαιο, λοιπόν, είναι μια έννοια σύμφυτη με την κοινωνική δομή, διευκολύνει την ατομική δράση και τη νοηματοδοτεί εντός του κοινωνικού πλαισίου, συμβάλλοντας στην ακόμα πιο αποτελεσματική ανάπτυξη της τοπικής οικονομίας της περιοχής.
Ο όρος κοινωνικό κεφάλαιο χρησιμοποιείται ολοένα και περισσότερο ως έννοια αλληλένδετη με την κοινότητα, αλλά δεν περιορίζεται σε αυτήν, εφόσον περιλαμβάνει τόσο τα τυπικά, όσο και τα άτυπα δίκτυα και τις κοινές αξίες. Ο ορισμός για το κοινωνικό κεφάλαιο που περιλαμβάνει όλες τις αξίες και δίκτυα που διευκολύνουν την ομαδική δράση βασίζεται σε αυτή του τη σχέση με την κοινωνία των πολιτών.
Το κοινωνικό κεφάλαιο λοιπόν είναι ζήτημα κοινωνικοποίησης της γνώσης, εμπιστοσύνης και συνεργασίας σε τοπικό επίπεδο και ικανότητα για καινοτόμες πολιτικές επενδύσεων που πηγαίνουν την κοινωνία μπροστά.[3]
o Κοινωνική εμπιστοσύνη
Η κοινωνική εμπιστοσύνη είναι το βασικό στοιχείο για το κοινοτικό και κοινωφελές επιχειρείν.
Αναζητώντας τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του κοινωνικού κεφαλαίου και της οργανωμένης κοινωνίας πολιτών, θα μπορούσε να ειπωθεί ότι το κριτήριο της εμπιστοσύνης είναι το συγκριτικό πλεονέκτημα έναντι κοινοτήτων χωρίς συνοχή. Σε δίκτυα με υψηλό επίπεδο κοινωνικού κεφαλαίου επικρατεί η αρχή της αμοιβαιότητας και της αλληλεγγύης που συμβάλλει στην ατομική ευημερία, δεδομένου ότι οι συμμετέχοντες έχουν ευχερέστερη πρόσβαση στην πληροφορία ή άλλους πόρους, οι οποίοι αυξάνουν τις ευκαιρίες ατομικής ολοκλήρωσης.
Υπό αυτή την έννοια, υπάρχουν τρεις βασικές παράμετροι οι οποίες μεγιστοποιούν το κοινωνικό κεφαλαίο:
Η εμπιστοσύνη, η οποία οικοδομείται μέσα από τα κοινωνικά δίκτυα και διασφαλίζει ότι οι υποχρεώσεις και τα καθήκοντα των μελών θα διεκπεραιωθούν ομαλά.
Η πληροφορία, η οποία διοχετεύεται μέσα από τα κοινωνικά δίκτυα και τις κανονιστικές ρυθμίσεις και κυρώσεις που επιβάλλονται στα μέλη των δικτύων.
Η συνεργασία, την οποία εξασφαλίζουν οι ανθρώπινες κοινότητες.
Παρόλο που το κοινωνικό κεφάλαιο διαθέτει πολλά κοινά χαρακτηριστικά με τις άλλες μορφές κεφαλαίου, είναι ριζικά διαφορετικό, κατά την άποψη ότι η δημιουργία του προϋποθέτει αλληλοεπίδραση μεταξύ μιας μεγάλης ομάδας ανθρώπων. Η σχετική βιβλιογραφία έχει καταδείξει ότι πρόκειται για μια περίπλοκη διαδικασία που επηρεάζεται από ιστορικούς, κοινωνικούς, πολιτικούς και πολιτισμικούς παράγοντες, καθώς και από το κυρίαρχο μοντέλο οικονομικής ανάπτυξης. Το Κοινωνικό Κεφάλαιο αυξάνει όταν οι άνθρωποι συνεργάζονται σε εθελοντικές οργανώσεις και όταν επικοινωνούν μεταξύ τους. Αυτό επιτυγχάνεται με:
Εθελοντική συμμετοχή σε δίκτυα, ατόμων ή ομάδων, στη βάση της ισότητας των μελών. Το κοινωνικό κεφάλαιο αφορά οριζόντιες σχέσεις μεταξύ των μελών της κοινότητας και της οικογένειας, αλλά και κάθετες μεταξύ των κοινοτήτων και των διαφόρων θεσμών και φορέων και κυβερνητικών. Έχει άλλωστε αναπτυχθεί και σχετική θεωρία, γνωστή ως «Θεωρία των Δικτύων».
Αμοιβαιότητα: Τα άτομα παρέχουν υπηρεσίες στους άλλους ή ενεργούν προς όφελος άλλων με προσωπικό κόστος, προσδοκώντας, γενικώς και αορίστως, ότι θα υπάρξει ανταπόδοση σε κάποιο απροσδιόριστο χρόνο στο μέλλον, όταν οι ίδιοι θα το χρειάζονται. Δημιουργείται, δηλαδή, ένας συνδυασμός βραχυπρόθεσμου αλτρουισμού και μακροπρόθεσμου συμφέροντος.
Εμπιστοσύνη: Η εμπιστοσύνη επιτρέπει την ανάληψη ρίσκου, όταν υπάρχει η πεποίθηση ότι οι άλλοι θα αντιδράσουν θετικά και υποστηρικτικά ή τουλάχιστον δεν θα υπονομεύσουν την πρωτοβουλία. Η εμπιστοσύνη είναι εξαιρετικά σημαντική ακόμη και στο επίπεδο του κράτους, όπου όσο μεγαλύτερη κοινωνική συναίνεση υπάρχει, δηλαδή μεγαλύτερη εμπιστοσύνη μεταξύ των κοινωνικών εταίρων, τόσο μεγαλύτερη η πρόοδος της χώρας.
Κανόνες (νόρμες): Συνήθως είναι άγραφοι αλλά κατανοητοί κοινωνικοί κανόνες και αρχές που παρέχουν το πλαίσιο για ανεπίσημο κοινωνικό έλεγχο, χωρίς την προσφυγή σε θεσμικές διαδικασίες επιβολής κυρώσεων. Πολλοί υποστηρίζουν ότι, όπου υπάρχει ισχυρό κοινωνικό κεφάλαιο, εκεί η εγκληματικότητα καθώς και η ανάγκη για αστυνόμευση είναι χαμηλή.
Κοινότητα: Το συνδυασμένο αποτέλεσμα της εμπιστοσύνης, των δικτύων, των κανόνων και της αμοιβαιότητας δημιουργεί μια ισχυρή κοινότητα, ικανή να απομακρύνει τον κίνδυνο οποιουδήποτε επίδοξου οπορτουνιστή, που θα επιχειρήσει να εκμεταλλευτεί το κοινωνικό κεφάλαιο της κοινότητας, χωρίς ο ίδιος να έχει προσφέρει. Η κοινότητα δεν είναι ιδιοκτησία κανενός, αλλά αξιοποιείται από όλους. Μόνο όπου υπάρχει ένα ισχυρό έθος εμπιστοσύνης, αμοιβαιότητας και αποτελεσματικών κοινωνικών κυρώσεων εναντίον των παραβατών και των «εισβολέων», η κοινότητα μπορεί να διατηρηθεί στο διηνεκές προς όφελος όλων.
Ανθρώπινο και Κοινωνικό Κεφάλαιο: Όπως έχουμε ήδη αναλύσει, το ανθρώπινο κεφάλαιο αντιπροσωπεύει πολύτιμους πόρους, όπως είναι η γνώση κι οι δεξιότητες, που εκπορεύονται από την εκπαίδευση, την κατάρτιση και την εμπειρία. Μερικά είδη ανθρώπινου κεφαλαίου, όπως η ομαδική εργασία και η ικανότητα επικοινωνίας λειτουργούν υποστηρικτικά προς το κοινωνικό κεφάλαιο. Επομένως, επενδύσεις στο ανθρώπινο κεφάλαιο συμβάλλουν στην ανάπτυξη και των δύο τύπων κεφαλαίου.
o Ο εθελοντισμός ως συντελεστής συγκρότησης του κοινωνικού κεφαλαίου
Ο εθελοντισμός στην εποχή μας, ως βασικός συντελεστής δημιουργίας κοινωνικού κεφαλαίου, αποτελεί κλειδί της εναλλακτικής ανάπτυξης της κοινωνικής οικονομίας και της απασχόλησης, δημιουργώντας προστιθέμενη αξία στην οικονομία.
Από τον πατριωτικό, φιλανθρωπικό και τοπικό εθελοντισμό, με τις μη χρηματικές ανταλλαγές, που κυριαρχούσε στις παλαιότερες γενιές, έχουμε περάσει σε ένα πολυδιάστατο-οικουμενικό, ανθρωπιστικό και οικολογικό εθελοντισμό, με αυτονομία δράσης από την αγορά και κράτος, που ωστόσο λειτουργεί συμπληρωματικά και καλύπτει τα κενά της οικονομίας.
Ο εθελοντισμός σήμερα δεν είναι μόνον συναίσθημα αλληλεγγύης, αλλά λογική διαδικασία με ανταποδοτικότητα, στα πλαίσια της κοινωνικής οικονομίας.
Δεν αναγνωρίζεται πλέον μόνο ως πράξη φιλανθρωπίας και αλληλεγγύης σε εκδηλώσεις εκτάκτου ανάγκης, όπως κυρίως συνέβαινε σε κοινωνίες του παρελθόντος, αλλά και ως θεσμική δραστηριότητα που παράγει και διαδίδει διαρκή αγαθά στον πολιτισμό, στο περιβάλλον και στην κοινωνική μέριμνα, ως χώρος που αναπτύσσει τους ανθρώπινους πόρους και συνθέτει και εμπλουτίζει το κοινωνικό κεφάλαιο.
– Συμμετοχικότητα – συμπράξεις
Ζητούμενο του βιοτουριστικού προϊόντος είναι οι τουρίστες που επισκέπτονται την περιοχή να βιώσουν έναν πιο φυσικό και φιλόξενο τρόπο ζωής από αυτόν που έχουν συνηθίσει και επομένως να βρουν ένα λιγότερο μολυσμένο περιβάλλον, εξυπηρετικούς επιχειρηματίες και προσωπικό, φιλόξενους ανθρώπους και γενικά μια εναλλακτική συνολική βιοτουριστική προσφορά.
Για να επιτευχθεί αυτό, το κεφάλαιο της περιοχής, το οποίο αποτελούν η ιστορία, ο πολιτισμός, η αγροτική και κοινωνική κληρονομιά και η ποικιλότητα των δραστηριοτήτων πρέπει να υποστηρίζεται ως κοινή και μοναδική αξία και να εκτιμάται ως η ισχυρότερη οικονομική κατευθυντήρια γραμμή, αναδεικνύοντας την αξία του ολιστικού βίου.[4]
o Ενσωμάτωση όλης της κοινωνίας στο παιχνίδι
Όλοι οι παράγοντες της βιοτουριστικής δραστηριότητας θα πρέπει να συμμετέχουν ενεργά στη διατήρηση αυτού του κεφαλαίου και συγκεκριμένα:
- Οι τοπικές αρχές να ελέγχουν την ποιότητα του παρεχόμενου βιοτουριστικού προϊόντος και να παρεμβαίνουν όπου κρίνεται αναγκαίο.
- Οι επιχειρηματίες να αξιοποιούν στο έπακρο τους διαθέσιμους πόρους και να αναδεικνύουν τα ισχυρά σημεία του παρεχόμενου βιοτουριστικού προϊόντος και της βιοτουριστικής περιοχής.
- Οι ιδιώτες να διατηρούν το κεφάλαιο της περιοχής και να κάνουν ευχάριστη τη διαμονή των τουριστών, προσφέροντάς τους εναλλακτικές εμπειρίες.[5]
Με αυτό το σκεπτικό, πρέπει να πραγματοποιούνται συναντήσεις σε τακτά χρονικά διαστήματα, όπου θα συζητώνται τα θέματα που προκύπτουν, θα προτείνονται βιώσιμες λύσεις και θα ανταλλάσονται εμπειρίες και τεχνογνωσία.
– Συντελεστές και φορείς της Κοινωνικής Οικονομίας
Για να προσδιορίσουμε περισσότερο το χώρο δράσης όπου εξελίσσεται η κοινωνική οικονομία, το αντικείμενο και το υποκείμενο δραστηριότητας και τελικά τι είναι και τι δεν είναι κοινωνική οικονομία, πρέπει να ξεκαθαρίσουμε ποιος είναι ο σκοπός, ποιοι οι συντελεστές, ποιες μορφές κοινωνικών επιχειρήσεων εξυπηρετούν αυτό το σκοπό και ποιοι μπορεί να είναι οι συμπράττοντες.
Καταρχήν, συμπράττοντες εταίροι μπορεί να είναι όλοι. Το κράτος, οι δήμοι, οι επιχειρήσεις, τα επιμελητήρια και οι συνδικαλιστές. Δεν μπορεί να είναι όμως αυτοί οι φορείς της κοινωνικής οικονομίας. Ξεκάθαροι φορείς κοινωνικής επιχειρηματικότητας είναι οι Συνεταιρισμοί, τα ιδρύματα που παράγουν έργο κοινωνικών υπηρεσιών π.χ. Νοσοκομεία, Εκπαιδευτικά ιδρύματα, πολιτιστικές υπηρεσίες κ.τ.λ.
Οι Δήμοι μπορεί να είναι πρωταγωνιστές στην ανάπτυξη της κοινωνικής οικονομίας, δεν μπορούν όμως να είναι από μόνοι τους επιχειρηματίες. Μπορούν να συνεργάζονται με τους συνεταιρισμούς και να συμπράττουν. Αυτό γίνεται και συντελείται σε όλο τον ανεπτυγμένο κόσμο, όπου αναπτύσσονται δράσεις κοινωνικής οικονομίας και κοινωνικών επιχειρήσεων, προσφέροντας ουσιαστικές λύσεις στη σύνθεση και ανάπτυξη του κοινού βιοτουριστικού προϊόντος, όντας πιο αποτελεσματικοί, συγκριτικά με άλλους Δήμους που δε συμπράττουν στις κοινωνικές επιχειρήσεις. Κλειδί προς αυτή την κατεύθυνση είναι οι «Κοινωνικές Αναπτυξιακές Συμπράξεις» με εταίρους τις οργανώσεις της Κοινωνίας Πολιτών, Επιμελητήρια, συνεταιρισμούς και τοπικές επαγγελματικές ενώσεις και σωματεία.
Οι συντελεστές ανάπτυξης της κοινωνικής οικονομίας είναι ενδεικτικά οι εξής:
- Η Τοπική Αυτοδιοίκηση
- Οι οργανώσεις της Κοινωνίας Πολιτών και όλοι οι Μη Κερδοσκοπικοί Φορείς
- Οι συνεταιρισμοί
- Οι χορηγοί
- Η εκκλησία και διάφορες κοινότητες.
– Οι Κοινωνικές Αναπτυξιακές Συμπράξεις ως θεσμός
Τα “κλάστερς” είναι μια συνήθης πρακτική στα προγράμματα διακρατικής συνεργασίας από΄όπου αντλείται και μια πολύ σημαντική εμπειρία συνεργασίας σε χώρες όπως η Ελλάδα και η Αλβανία. Υπάρχει όμως πλέον μια πρακτική που πηγαίνει πιο μακριά την υπόθεση συνεργασίας όχι μόνο στο επίπεδο επιχειρήσεων, αλλά του συνόλου της τοπικής κοινωνίας και Τοπικής Αυτοδιοίκησης.
Οι Αναπτυξιακές Συμπράξεις είναι πλέον ένα θεσμοθετημένο γεγονός για την Ελλάδα, με νόμο του κράτους ο οποίος ψηφίστηκε το 2011. Στην Κοινωνία Πολιτών συνυπάρχουν μαζί εθελοντικές οργανώσεις, κάθε είδους σύλλογοι και σωματεία, συνδικαλιστικές και επαγγελματικές οργανώσεις. Οι δυο τελευταίες είναι οργανώσεις αυτοβοήθειας ή αλληλοβοήθειας, εξυπηρετούν δηλαδή το δικό τους κλαδικό, επαγγελματικό ή κοινωνικό συμφέρον. Οι εθελοντικές οργανώσεις από την άλλη, είναι οργανωμένες οριζόντια κι είναι φορείς ετεροβοήθειας – πιο κοντά στο ρόλο της κοινωφέλειας – αφού ασχολούνται με όλους όσους χρειάζονται στήριξη και παλεύουν για αξίες και κοινωνικά αγαθά που αφορούν το σύνολο της κοινωνίας.
Οι Κοινωνικές Αναπτυξιακές Συμπράξεις μπορούν ασφαλώς να αξιοποιηθούν και στα διασυνοριακά προγράμματα, όπως το Ευρωπαϊκό Πρόγραμμα IPA Διασυνοριακής Συνεργασίας «Ελλάδα-Αλβανία» 2007-2013.
Οι Συμπράξεις μπορούν να λειτουργήσουν με ελάχιστο διοικητικό κόστος αφού για παράδειγμα το διοικητικό συμβούλιο είναι άμισθο. Και μόνον από αυτό καθίσταται ολοφάνερο ότι οι ίδιες ποιοτικές υπηρεσίες, αν όχι και καλύτερες, μπορούν να προσφερθούν σε πολύ χαμηλότερη τιμή. Η κοινωνική οικονομία και οι αναπτυξιακές συμπράξεις φέρνουν την επανάσταση στη διαχείριση των κοινωνικών πόρων, είτε πρόκειται για χρήματα της ΕΕ είτε για χρήματα του Έλληνα ή Αλβανού φορολογούμενου. Όταν τους πόρους αυτούς τους δαπανά το ίδιο το κράτος έχουν πολύ μικρότερη απόδοση από ότι να τους δαπανούν οι Οργανώσεις της Κοινωνίας Πολιτών οι οποίες αφ’ ενός λειτουργούν δωρεάν σε επίπεδο μάνατζμεντ, επικοινωνίας, διάχυσης πληροφορίας και αφ’ ετέρου χρησιμοποιούν το κοινωνικό κεφάλαιο και τον εθελοντισμό σε επίπεδο παροχής υπηρεσιών.
Η σύμπραξη συνθέτει κοινωνικό κεφάλαιο από τους εθελοντές, από τους επωφελούμενους, από τις χορηγίες των επιχειρήσεων και των ιδιωτών κλπ. Μια οργανωμένη σύμπραξη η οποία μπορεί να καλύπτει τα βασικά της έξοδα, μπορεί να ενεργοποιήσει ανενεργούς πόρους, για παράδειγμα να χρησιμοποιήσει ανενεργά κτίρια του δημοσίου ή των δήμων, να απαλλάξει τη τοπική αυτοδιοίκηση από ένα κόστος που έχει για κοινωνικές υπηρεσίες, όπως να πληρώνει δημοσίους υπαλλήλους οι οποίοι δεν είναι πάντα αποτελεσματικοί.
Με τον τρόπο αυτό μένουν περισσότεροι πόροι για να επενδυθούν κάπου αλλού, διότι όταν υπάρχει εξοικονόμηση υπάρχει πάντα η δυνατότητα να αναπτυχθούν νέοι τομείς και νέες πρωτοβουλίες στα πλαίσια του βιοτουρισμού προς όφελος του πολίτη.
Εν ολίγοις, όταν γίνεται μια εξοικονόμηση σοβαρού μεγέθους, μπορούν τελικά να εργαστούν περισσότεροι είτε στον ιδιωτικό τομέα είτε στον κοινωνικό τομέα αφού μόνον όταν κάποιος δουλεύει ή όταν προσφέρει θα αμοίβεται, ενώ στο δημόσιο παίρνει και χωρίς να προσφέρει στερώντας από άλλους.[6]
Η εφαρμογή του θεσμού στην ευρύτερη περιοχή έχει ήδη πάρει σάρκα και οστά με την ίδρυση του Παρατηρητηρίου Δυτικής Μακεδονίας.
Συνθέτοντας όλες αυτές τις εξελίξεις σε συνεργατικό επίπεδο αλληλεγγύης και συνεταιριστικής πρακτικής, οι “Συμπράξεις” αποτελούν μοναδική λύση για όλους εκείνους που θέλουν και μπορούν να αγωνιστούν για ένα νέο καταναλωτικό και τουριστικό πρότυπο. Για το λόγο αυτόν, η κινητοποίηση των οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών, κατά της κρατικής γραφειοκρατίας και υπαλληλοκρατίας αποκτάει ολοένα και πιο ζωτικό ενδιαφέρον.
Εκατοντάδες οργανώσεις αναλαμβάνουν πρωτοβουλίες για να αναδείξουν τα φυσικά και πολιτιστικά διαθέσιμα κάθε περιοχής. Αυτοί οι κοινωνικοί ακτιβιστές λειτουργούν σε πολλές περιπτώσεις ως κίνημα για να αλλάξει η ατζέντα, αλλά και οι προτεραιότητες στην Τοπική Αυτοδιοίκηση, ώστε να μειωθεί η κατασπατάληση των ανθρώπινων πόρων. Η κρίση στην Ελλάδα κάνει ρεαλιστικότερους αυτούς τους στόχους, γιατί είναι ισχυρή η πίεση της ανάγκης και πολύς ο κόσμος που έχει «ξεβολευτεί».
Μπροστά σε όλα αυτά, οι πολυπληθείς υπηρεσίες των Δήμων και οι δομές τους μοιάζουν ανήμπορες να ανταποκριθούν στα προβλήματα, μοιάζουν ανεπαρκείς να περιορίσουν τη γενικότερη εξαθλίωση, προσφέροντας ταυτόχρονα και μία γραφειοκρατία της παρακμής.
Η αποτελεσματική διαχείριση ανθρώπινων πόρων στο επίπεδο της Τοπικής Αυτοδιοίκησης μπορεί να επιτευχθεί με συνέργειες, καθώς και την οριζόντια συνεργασία της με τις οργανώσεις της Κοινωνίας των Πολιτών.
– Η Τοπική Αυτοδιοίκηση ως συμπράττων εταίρος
Η Τοπική Αυτοδιοίκηση μπορεί να συμμετέχει συστηματικά σε κοινωνικές συμπράξεις, να χρησιμοποιεί κοινωνικούς συνεταιρισμούς για την προσφορά κοινωνικών υπηρεσιών προς τους πολίτες, για δράσεις βιοτουρισμού και προστασίας του περιβάλλοντος, αξιοποιώντας την συμμετοχή των εθελοντικών οργανώσεων.
Σε αυτό το επίπεδο υπάρχει η ανάγκη σύναψης ενός Συμφώνου συνεργασίας μεταξύ Τοπικής Αυτοδιοίκησης και οργανώσεων της Κοινωνίας Πολιτών, για την κοινωνική οικονομία, το οποίο να στοχεύει στην αντιμετώπιση της φτώχειας, τη μείωση των μεγάλων ανισοτήτων που χαρακτηρίζουν την κοινωνία μας, τη μείωση της ανεργίας των νέων και την ανάπτυξη κοινού βιοτουριστικού προϊόντος σε συνεργασία Ελλάδας – Αλβανίας στην περιοχή Πρέσπας – Κορυτσάς. Όλα αυτά σε μια περίοδο που ενώ αφθονούν οι διαθέσιμοι υλικοί πόροι, οι τεχνολογικές δυνατότητες και οι ανθρώπινοι πόροι από τη σκοπιά της εκπαίδευσης, ταυτόχρονα υπάρχει υστέρηση επιχειρηματικότητας.
Πρακτικά, ένα τέτοιο σύμφωνο μπορεί να ξεκινήσει με την υπογραφή ενός Μνημονίου Συνεργασίας για την κοινωνική οικονομία σε τοπικό επίπεδο μεταξύ κάθε Δήμου και Οργανώσεων της Κοινωνίας των Πολιτών της περιοχής. Ως στόχοι του Συμφώνου Συνεργασίας μπορούν να τεθούν: ι) η δημιουργία κοινωνικών επιχειρήσεων με συνεταιριστική ή κερδοσκοπική μορφή και βέβαια ιι) η δημιουργία ενός κέντρου παροχής συμβουλευτικών υπηρεσιών σε κάθε επίπεδο επιχειρηματικής, κοινωνικής και εθελοντικής δραστηριότητας. Ενός «Κέντρου εξυπηρέτησης της κοινωνικής, αλληλέγγυας οικονομίας», όπου θα παρέχεται συμβουλευτική για την δια βίου μάθηση στις καλές πρακτικές του βιοτουρισμού και για την αντιμετώπιση της ανεργίας, με έμφαση και σε συγκεκριμένες πληθυσμιακές ομάδες (π.χ. μετανάστες, νέοι, γυναίκες).
o Κοινές δράσεις με την Τοπική Αυτοδιοίκηση
Στο επίπεδο της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, μέσω των Αναπτυξιακών Συμπράξεων μπορεί να εξασφαλιστούν οι συμβάσεις για δημοτικές προμήθειες και υπηρεσίες, που μπορούν να κινητοποιήσουν την όλη διαδικασία ανάπτυξης των κοινωνικών Συνεταιρισμών.
Με την ψηφιοποίηση των αρχείων σε επίπεδο Τοπικής Αυτοδιοίκησης, στη βάση της αυτεπιστασίας, με υλοποίηση ενός ειδικού προγράμματος κοινωφελούς εργασίας για ψηφιοποίηση αρχείων πολεοδομίας και άλλων υπηρεσιών, με σκοπό την εξυπηρέτηση του πολίτη, με το σύστημα ανοικτής διακυβέρνησης open gov., με παράλληλο στόχο και την ενσωμάτωση της συμμετοχικότητας του πολίτη στην` τοπική διακυβέρνηση.
Η Κοινωνικά Υποστηριζόμενη Γεωργία είναι ακόμη ένας τομέας στον οποίο μπορούν να συνεργαστούν οι οργανώσεις της Κοινωνίας Πολιτών και οι Κοινωνικοί Συνεταιρισμοί με την Τ.Α. για την ενίσχυση του εισοδήματος της τοπικής κοινότητας αλλά και για την αντιμετώπιση της ανεργίας, αναπτύσσοντας και δράσεις αγροτουρισμού.
– Ποικιλότητα των καλλιεργειών και αγροτουρισμός
Η ποικιλότητα των αγροτικών καλλιεργειών και η παραγωγή προϊόντων είναι φανερό ότι δημιουργεί την υλική βάση και τις προϋποθέσεις για μια ολοκληρωμένη εικόνα της αγροτικής ζωής, αλλά και τις συνθήκες να βιώσει κανείς μια ολοκληρωμένη ανάλογη εμπειρία. Στη βάση αυτή χτίζεται το αυθεντικό αγροτουριστικό προϊόν που πρέπει να ληφθεί υπόψη και στο σχεδιασμό του ολοκληρωμένου βιοτουριστικού προϊόντος.
Η απαξίωση των αγροτικών επαγγελμάτων τα τελευταία 50 χρόνια στην Ελλάδα, αναπόφευκτα, περιόρισε και την πληρότητα της αγροτικής ζωής. Μία νέα μορφή γεωργικής εκμετάλλευσης, η Κοινωνικά Υποστηριζόμενη Γεωργία (CSA), έρχεται σαν εναλλακτική πρόταση στην παραγωγή και διάθεση των αγροτικών προϊόντων στην αγορά, προκειμένου να επανέλθουμε στο ολοκληρωμένο αγροτικό προϊόν, αλλά και την ανάπτυξή του σύμφωνα με τις σύγχρονες κοινωνικές συνθήκες.
Σε αυτό το επίπεδο χρειάζεται ένα πλήρες πρόγραμμα για την Περιφερειακή και Τοπική Αυτοδιοίκηση για την αξιοποίηση των ανενεργών υλικών και ανθρώπινων πόρων σε κοινωνική κατεύθυνση.
Η Κοινωνικά Υποστηριζόμενη Γεωργία(CSA) είναι ένα σχετικά νέο κοινωνικοοικονομικό μοντέλο παραγωγής τροφίμων, πώλησης και διανομής, αγροτικών προϊόντων. Αυτό το είδος καλλιέργειας λειτουργεί με σημαντικά μεγαλύτερη ανάμειξη των καταναλωτών και των υπόλοιπων ενδιαφερόμενων μελών, έχοντας ως αποτέλεσμα μία στενότερη από το συνηθισμένο σχέση καταναλωτή – παραγωγού. Το βασικό σχέδιο περιλαμβάνει την ανάπτυξη μίας συνεκτικής ομάδας καταναλωτών, η οποία προτίθεται να χρηματοδοτήσει τον προϋπολογισμό μίας ολόκληρης σεζόν προκειμένου να έχει ποιοτικά τρόφιμα. Το σύστημα έχει πολλές παραλλαγές στο πώς υποστηρίζεται ο προϋπολογισμός της φάρμας από τους καταναλωτές και το πώς οι παραγωγοί παραδίδουν τα τρόφιμα. Έτσι, τα άτομα, οι οικογένειες ή οι ομάδες δεν πληρώνουν για συγκεκριμένα γραμμάρια ή κιλά παραγωγής, αλλά υποστηρίζουν τον προϋπολογισμό όλου του κτήματος και λαμβάνουν εβδομαδιαία, ότι είναι εποχιακά ώριμο. Η κάθε ομάδα πληρώνει μία προκαθορισμένη τιμή για κάθε παράδοση, ενώ έχει τη δυνατότητα να ξεκινήσει ή να σταματήσει τη συμμετοχή της όποτε θέλει. Αυτό το είδος ρύθμισης ονομάζεται και επιμερισμός σοδειάς ή σύστημα καλαθιού. Σε τέτοιες περιπτώσεις ο αγρότης μπορεί να συμπληρώνει το κάθε καλάθι με προϊόντα που φέρνει από γειτονικές φάρμες για μεγαλύτερη ποικιλία. Λαχανικά και φρούτα είναι οι πιο συνήθεις σοδειές στις CSA.
Στόχοι:
- Εξασφάλιση ισότιμων όρων ανταγωνισμού σε μία αγορά τροφίμων που ευνοεί συνήθως τη μεγάλης κλίμακας βιομηχανοποιημένη γεωργία έναντι της τοπικής παραγωγής τροφίμων.
- Μείωση του επιχιερηματικού ρίσκου, της πιθανότητας απώλειας τροφίμων και των οικονομικών κινδύνων για τους παραγωγούς.
- Βελτίωση της ποιότητας της τροφής όσο και της φροντίδας που δίνεται στη γη, τα φυτά και τα ζώα.[7]
– Εργαλεία βιωσιμότητας για εγκαταστάσεις φιλοξενίας και βιοτουριστικές υπηρεσίες
Μια άλλη πτυχή του βιοτουρισμού, στην οποία αξίζει να αναφερθούμε, είναι η βελτίωση της ποιότητας των βιοτουριστικών μονάδων φιλοξενίας και παροχής σχετιζόμενων υπηρεσιών, μέσω της προστασίας της αγροτικής και πολιτιστικής κληρονομιάς και της καλής επικοινωνίας με τους τουρίστες.
Οι βιοτουριστικές υποδομές πρέπει να ικανοποιούν τις απαιτήσεις των τουριστών, δίνοντάς τους την ευκαιρία να ζήσουν διαφορετικές βιωματικές εμπειρίες και αφήνοντάς τους ακόμα πιο ευχαριστημένους, σε σχέση με τις προσδοκίες που απέκτησαν επισκεπτόμενοι το σχετικό portal που έχει δημιουργηθεί.
Προκειμένου να επιτευχθεί αυτό οι τουρίστες θα πρέπει να νιώσουν από την αρχή κομμάτι της περιοχής και της εμπειρίας που θα αποκτήσουν σε αυτό το μέρος, κάτι που ήδη συμβαίνει με επιτυχία σε έναν άλλον προορισμό βιοτουρισμού, το Μέτσοβο.
Καλές πρακτικές που θα μπορούσαν να υιοθετηθούν είναι να διατηρείται η παραδοσιακή αρχιτεκτονική και διακόσμηση στα κτίρια (επιλέγοντας π.χ. έπιπλα και αντικείμενα που κατασκευάζονται με τοπικές πρώτες ύλες, όπως ξυλεία και πέτρες), σε συνδυασμό με εφαρμογή πρακτικών βιοκλιματικού σχεδιασμού και εξοικονόμησης ενέργειας. Το μενού θα πρέπει να εστιάζει στην ανάδειξη τοπικών νοστιμιών, μαγειρεμένων με παραδοσιακό τρόπο και αγνά τοπικά υλικά. Επίσης, οι επιχειρηματίες και το προσωπικό θα πρέπει να είναι διαρκώς διαθέσιμοι να δίνουν κάθε πληροφορία σχετικά με τις δυνατότητες εναλλακτικού τουρισμού στην περιοχή και να παρέχουν έντυπο υλικό χρηστικής ενημέρωσης, ώστε πίνοντας το ποτό ή τον καφέ τους ή περιμένοντας να σερβιριστούν οι τουρίστες να έχουν τη δυνατότητα να μάθουν για την περιοχή.[8]
– Κοινωνική φιλοξενία – καλές πρακτικές
Η κοινωνική φιλοξενία με την έννοια ότι η τοπική κοινωνία υποδέχεται τον επισκέπτη και το διευκολύνει στην παραμονή του ώστε να αποκτήσει ευχάριστες εμπειρίες, κοινωνικές και πολιτιστικές, είναι ένα βασικό πρόσθετο συγκριτικό πλεονέκτημα για την ενίσχυση του βιοτουριστικού προϊόντος. Παραδείγματα όπως το Μέτσοβο θα μπορούσαν να επεκταθούν και στην περιοχή. Οι Μετσοβίτες δεν είναι μια κοινότητα ανθρώπων που προσπαθούν να ζουν παραδοσιακά αλλά άνθρωποι που βιώνουν την παράδοση, την αλήθεια και την αξία της. Στο Μέτσοβο η παράδοση δεν είναι ένα αντικείμενο μουσειακής χρήσεως και λαογραφικής σπουδής, αλλά η ίδια η ταυτότητα και η ζωή του. Το Μέτσοβο αναπτύσσεται σταθερά ήδη από τη δεκαετία του ’50 κι έχει αναδειχθεί κατ’ αυτόν τον τρόπο σε ένα μέρος που έρχεται να διαψεύσει εκείνους που πιστεύουν ότι ο τουρισμός και η ανάπτυξη αλλοιώνουν την πραγματική εικόνα και τη φυσική ομορφιά ενός τοπίου.[9]
Όπου υπάρχουν ήδη δράσεις όπως πολιτιστικές ανταλλαγές μουσικής και χορού μπορούν να ενισχυθούν και με άλλες, π.χ. πολιτιστικές ανταλλαγές μαγειρικής, χειροτεχνιών, αρχιτεκτονικής κ.ο.κ. με μορφή Summer Schools. Τα Summer schools είναι προγράμματα κατάρτισης σε έναν τομέα ενδιαφέροντος που συνήθως δεν αποτελεί κορμό του προγράμματος σπουδών των σχολείων και πανεπιστημίων, τα οποία διοργανώνονται από τοπικούς φορείς της περιοχής και στα οποία μπορούν να συμμετέχουν άτομα διαφορετικών ηλικιών με κοινά ενδιαφέροντα, όπως μουσική, χορός, φωτογραφία, μαγειρική κ.α. Συνήθως, τα μαθήματα που γίνονται συνδυάζονται με διάφορες άλλες εκδηλώσεις και επισκέψεις σε σημεία ειδικού ενδιαφέροντος.[10]
Βέβαια, για να δημιουργηθεί ένα ολοκληρωμένο προϊόν βιοτουριστικού, εκτός από τα κατάλληλα άτομα που είναι υπεύθυνα για τη διοργάνωση του προγράμματος και κυρίως για την κατάρτιση, θα πρέπει να υπάρχουν και οι αντίστοιχες υποδομές, όπου θα φιλοξενούνται και θα εκπαιδεύονται τα άτομα που θα συμμετέχουν σε τέτοια προγράμματα.
– Αλληλοσυμπληρούμενες δραστηριότητες
Όλες οι παραπάνω διαδικασίες θα πρέπει να αποτελούν τους σπονδύλους – τμήματα ενός ενιαίου πυλώνα, όπου θα στηριχθεί το κοινό βιοτουριστικό προϊόν. Προκειμένου να επιτευχθεί το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα, θα πρέπει να εξασφαλιστεί η συμμετοχή όλων των φορέων της περιοχής, των οργανώσεων της Κοινωνίας Πολιτών, της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, των επιχειρηματιών, των ιδιωτών και γενικά όλων όσων άμεσα ή έμμεσα εμπλέκονται στην όλη διαδικασία. Κάθε πλευρά έχει ουσιαστικό ρόλο να διαδραματίσει και όλοι μαζί συνεργαζόμενοι μπορούν να δημιουργήσουν τις προϋποθέσεις για την καλύτερη αξιοποίηση των διαθέσιμων υλικών και ανθρώπινων πόρων, την ανάπτυξη νέων μορφών βιοτουρισμού και τη σωστή επικοινωνία του ολοκληρωμένου βιοτουριστικού προϊόντος σε ένα ευρύ φάσμα ενδιαφερομένων, με επίκεντρο τους τελικούς ωφελούμενους, δηλαδή τους φιλοξενούμενους της περιοχής.[11]
– Δομές συγκέντρωσης και διάδοσης «κοινωνικοποίησης» της γνώσης και τεχνογνωσίας
Η κοινωνικοποίηση της γνώσης και της τεχνογνωσίας είναι βασικός όρος της ανάπτυξης της Κοινωνικής Οικονομίας και είναι απαραίτητο να βασιστεί σε ένα διαδραστικό επικοινωνιακό σύστημα το οποίο διαθέτει το σύνολο του επιμορφωτικού υλικού ελεύθερα στο διαδίκτυο και υποστηρίζεται από μία βάση δεδομένων διαδικτυακής πλατφόρμας e-learning και wiki με στόχο τη διάχυση χρηστικής πληροφόρησης και γνώσης προκαλώντας την απαιτούμενη συμμετοχικότητα.
Αυτά τα επικοινωνιακά εργαλεία αποτελούν τη βάση διάδοσης και άντλησης επικοινωνιακού και επιμορφωτικού υλικού και καλών πρακτικών, μέσα από αναδραστικές διαδικασίες, η οποία θα μπορεί να υποστηρίζει workshops για την επιχειρηματικότητα, δημιουργώντας τις προϋποθέσεις αλληλόδρασης για να μαθαίνει ο ένας από τον άλλον, που είναι η πιο επιτυχημένη μέθοδος στη δια βίου μάθηση.
Η διάδοση γνώσης θεωρείται βασική προϋπόθεση για την ανάπτυξη της κοινωνικής οικονομίας και από τη σκοπιά της σύνθεσης του κοινωνικού κεφαλαίου και η εφαρμογή της απαιτεί περίπλοκη οργανωτική τεχνογνωσία. Η οργάνωση της παραγωγής και διαχείρισης γνώσης και κατ’ επέκταση της διάδοσής της για κοινωνικό όφελος είναι βασικό ζητούμενο για την Κ.Ο.
Για την εξυπηρέτηση αυτού του στόχου χρειάζονται δομές συγκέντρωσης κοινωνικού και διανοητικού κεφαλαίου, υποστήριξης κοινωφελών δράσεων, δημιουργίας ενός ευνοϊκού περιβάλλοντος ανάπτυξης των Κοινωνικών Συνεταιρισμών (Κοιν.Σ.Επ.). Για τις ανάγκες συντονισμού και ενεργοποίησης όλων των εμπλεκομένων συνεταιριστών, Συμπράξεων, οργανώσεων της Κοινωνίας Πολιτών, συμμετεχόντων -συμπραττόντων εταίρων στο πλαίσιο της κοινωνικής επιχειρηματικότητας απαιτείται μια τέτοια οργάνωση. Οι υποστηρικτικές δομές συγκέντρωσης κοινωνικού κεφαλαίου, όμως, χρειάζονται δομές επικοινωνίας, μεταβίβασης και εκλαΐκευσης της γνώσης στους ενδιαφερόμενους δικαιούχους και πρακτικής εξάσκησης για την ανάπτυξη της κοινωνικής επιχειρηματικότητας και της απασχόλησης στον τομέα του βιοτουρισμού.
Οι δομές διαχείρισης και διάδοσης γνώσης είναι εκείνες οι οποίες μπορούν να κατευθύνουν και να συμβουλεύσουν στη συγκέντρωση κοινωνικού και διανοητικού κεφαλαίου, αλλά και χρηματικού επενδυτικού κεφαλαίου, μέσω Συμπράξεων στις οποίες συμμετέχουν και οι Κοιν.Σ.Επ. και υλοποιούν συγκεκριμένα επιχειρηματικά σχέδια με την ανάδειξη νέων δυνατοτήτων παραγωγής αγαθών και υπηρεσιών βιοτουρισμού.
Πρακτικά, πέρα από τις διαδικασίες συμμετοχής και διαβούλευσης σε επικοινωνιακά γεγονότα, με τη σύνθεση ψηφιακού περιεχομένου σε εγχειρίδια και πλατφόρμα ηλεκτρονικής μάθησης (e-learning), καθώς και σε σχετικό ηλεκτρονικό λεξικό (wiki) ή και έντυπο, οι παραπάνω δομές δύνανται να καταστούν βιώσιμες μακροπρόθεσμα.
Αυτή η διαδικασία μπορεί να αποτελέσει θεσμική καινοτομία. Σύνδεση, δηλαδή, του υποκειμένου των κοινωνικών δικτύων με ένα σύστημα διαχείρισης της γνώσης, με αναστοχαστική λειτουργία προαγωγής της συλλογικής δημιουργίας, καθώς και διαλειτουργικότητα θεσμικών και τεχνοκρατικών εργαλείων.
– Δομές δια βίου μάθησης
Οι δομές δια βίου μάθησης ως άξονες δράσης θα πρέπει να ανταποκριθούν σε ένα ολοκληρωμένο επικοινωνιακό σύστημα με ψηφιακό επιμορφωτικό περιεχόμενο χρηστικής ενημέρωσης και συμβουλευτικής, με διαθέσιμους επιμορφωτές και συμβούλους σε στοχευμένους τομείς ανάπτυξης του βιοτουρισμού.
Έχοντας βάση το αντίστοιχο εκπαιδευτικό υλικό του εγχειριδίου και της πλατφόρμας e-learning (elearning.cbc-biotourism.eu), είναι σκόπιμο να πραγματοποιηθούν μαθήματα με σεμινάρια και workshops, τα οποία θα στηριχθούν σε εκπαιδευτικά πακέτα ανά ενότητα των θεματικών της Κοινωνικής Οικονομίας και του βιοτουρισμού. Τα μαθήματα δεν μπορούν να γίνονται από άλλους εκπαιδευτικούς φορείς, αλλά από τις ίδιες τις κοινωνικές συμπράξεις και τα περιφερειακά παρατηρητήρια που μπορούν να διδάξουν όχι μόνον ουδέτερες τεχνικές αλλά και πρακτικές δικτύωσης που λειτουργούν στην πράξη.
Τα εκπαιδευτικά πακέτα οφείλουν να ανταποκρίνονται στη δόμηση ρητής γνώσης για την κοινωνική οικονομία και την επιχειρηματικότητα και να δημιουργούν κυψέλες γνώσης στις περιφερειακές δομές στήριξης. Να προσφέρονται ως εκπαιδευτικό υλικό όχι μόνον για τους συμβούλους, αλλά και για το σύστημα τηλεμάθησης, που μπορεί να λειτουργεί ως ανοικτό Λαϊκό πανεπιστήμιο για την κοινωνική οικονομία μέσω διαδικτύου.
Η μείωση του κόστους των συναλλαγών, που είναι βασικός όρος της κοινωνικής οικονομίας, πρέπει να ανταποκρίνεται στη μείωση του εκπαιδευτικού κόστους με αντίστοιχη αύξηση της μάθησης, βάσει της κοινωνικοποίησης της γνώσης, στοχεύοντας παράλληλα στη διάδοση γνώσεων μέσω του συνεργατισμού και της δικτύωσης, στη μείωση του κόστους, εισάγοντας την τεχνογνωσία της κοινωνικής οικονομίας για την βιωσιμότητα βιοτουριστικών επιχειρήσεων με χαμηλή κερδοφορία.
Σ’ αυτό το επίπεδο θα πρέπει να ληφθούν πρωτοβουλίες επιμόρφωσης χαμηλού κόστους σε συνεργατικό επίπεδο. Η δημιουργία εγχειριδίων για όλους τους τομείς ανάπτυξης του κοινού βιοτουριστικού προϊόντος και για την εξωστρέφεια αυτής της μορφής επιχειρηματικότητας, καθώς και μοντέλα επιχειρηματικών σχεδίων, τα οποία θα είναι διαθέσιμα για κοινωνικούς επιχειρηματίες, με βάση τα οποία θα πραγματοποιούνται και ειδικά σεμινάρια, καθίσταται πλέον απολύτως χρήσιμη.
– Ο ρόλος της συμβουλευτικής και διαχείρισης γνώσης στην κοινωνική οικονομία
Οι κοινωνικές επιχειρήσεις δύνανται να επωφεληθούν από την αναγνώριση της σημασίας του διανοητικού κεφαλαίου. Ακόμη και στις πλέον ώριμες αγορές, οι εταιρείες προσπαθούν να διαφοροποιηθούν στη βάση της διανόησης και να εντάξουν το κεφάλαιο αυτό στην ευρύτερη στρατηγική τους. Το ίδιο ισχύει για τις κοινωνικές επιχειρήσεις και στον τομέα του βιοτουρισμού.
Οι εκάστοτε επιστημονικές ομάδες και η υποστήριξη που θα παρέχουν οφείλουν να συμβάλλουν στο σχεδιασμό ώστε οι πόροι και τα χρηματοδοτικά εργαλεία να κατευθυνθούν και να υποστηρίξουν την πραγματική κοινωνική οικονομία των παραγωγών προϊόντων και υπηρεσιών βιοτουρισμού, δηλαδή να συμβάλλουν στον αναδραστικό στοχασμό μεταξύ των αναγκών που εκδηλώνονται στο επίπεδο πρακτικών εφαρμογών της κοινωνικής επιχειρηματικότητας και των αρχών σύμφωνα με τις οποίες σχεδιάζονται οι πολιτικές χρηματοδότησης.
Θα πρέπει να εισάγουν έννοιες και πρακτικές που βοηθούν στη συγκέντρωση άυλου κεφαλαίου, όπως συστήματα διαχείρισης της γνώσης και κοινωνικό και διανοητικό κεφάλαιο, που εντέλει κινητοποιεί και τους υλικούς πόρους.
Η ανταλλαγή της γνώσης αποτελεί σημαντικό παράγοντα, που προϋποθέτει την κατανόηση, εκ μέρους των συμβούλων, ότι οι συγκεκριμένες θεωρίες και μέθοδοι συμβουλευτικής σταδιοδρομίας θα είναι προσβάσιμες σε όλους, στο κατάλληλο επίπεδο πολυπλοκότητας και λεπτομέρειας, καθώς και ότι όλοι θα αναγνωρίζουν τα υπάρχοντα επαγγελματικά πλαίσια δεξιοτήτων άλλων επαγγελματικών κατηγοριών ή τις απόψεις και τα ενδιαφέροντα των άλλων ομάδων με παραπλήσιο αντικείμενο και των εθελοντών.
Επίσης, μπορεί να έχουν ένα ρόλο ως οι κύριοι συντελεστές δράσεων επισκόπησης και αξιολόγησης, στα πλαίσια μιας στρατηγικής διασφάλισης ποιότητας.
Ένα από τα απαραίτητα χαρακτηριστικά ενός καλού συστήματος συμβουλευτικής είναι ότι πρέπει να είναι ταυτόχρονα ευρύ και να απευθύνεται σε συγκεκριμένες ομάδες-στόχους, να είναι και εκτεταμένο και εντατικό.
Τα περίπλοκα συστήματα εκπαίδευσης και κατάρτισης και οι ευκαιρίες που παρέχουν μέσω τυπικών ή άτυπων δομών δεν είναι τόσο ξεκάθαρα για τους περισσότερους, με αποτέλεσμα οι περισσότεροι πολίτες να χρειάζονται υποστήριξη στο σχεδιασμό της σταδιοδρομίας τους, ώστε να διαλέξουν μεταξύ των διαφορετικών επιλογών εκπαίδευσης και κατάρτισης, καθώς και να διαχειριστούν με επιτυχία τη μετάβασή τους από την εκπαίδευση στην αγορά εργασίας.
Το δίκτυο των Περιφερειακών Μηχανισμών μπορεί να εκτείνεται στο σύνολο της χώρας ανά περιφερειακή ενότητα, όπως στην Περιφέρεια Δ. Μακεδονίας, παρέχοντας υπηρεσίες για τους κοινωνικούς επιχειρηματίες και τις κοινωνικές συνεταιριστικές επιχειρήσεις, με εστίαση στη διεκπεραίωση της διοικητικής διαδικασίας και την παροχή υπηρεσιών οριζόντιας συμβουλευτικής.
Οι Περιφερειακοί Μηχανισμοί μπορούν να παρέχουν τακτικές αναφορές για τις Κοιν.Σ.Eπ. της ευθύνης τους και να καταθέτουν προτάσεις για την ανάπτυξή τους.
– Mentoring
Θα υλοποιηθούν προγράμματα mentoring, ομαδικής και εξατομικευμένης συμβουλευτικής, από ειδικούς συμβούλους και εμπειρογνώμονες της κοινωνικής οικονομίας και κοινωνικής επιχειρηματικότητας.
Οι εμπειρογνώμονες αυτοί θα πρέπει να ανταποκρίνονται στο ρόλο των διαχειριστών γνώσης συνεργατικών τεχνολογιών, ώστε να είναι σε θέση να προτείνουν αναδιαρθρώσεις προγραμμάτων, αναμόρφωση συστημάτων και ανακατανομή των πόρων προς όφελος παραγωγικών δράσεων, έναντι της κυρίαρχης λογικής κατάρτισης χωρίς παραγωγικό αντικείμενο.
Παράλληλα, ο ρόλος τους θα πρέπει να περιλαμβάνει τη δημιουργία και συντήρηση αποθετηρίων γνώσης για τη βελτιωμένη διάδοση γνώσης, επαναχρησιμοποίηση, μάθηση, συνεργασία και καινοτομία, μέσα από τις ίδιες τις δομές και τις επιχειρήσεις, με διαδικτυακά εργαλεία.
Με τον τρόπο αυτόν, οι διαχειριστές γνώσης μπορούν να έχουν πληθώρα επιστημονικών υποβάθρων, από πληροφοριακές επιστήμες ως επιχειρησιακή διαχείριση των συνεργατικών τεχνολογιών, που δοκιμάζονται όμως στη πράξη με κριτήριο την αποτελεσματικότητα των ίδιων των εργαλείων που προτείνουν.
Η συμμετοχή, λοιπόν, εμπειρογνωμόνων και εκπροσώπων των εμπλεκομένων φορέων με την κοινωνική οικονομία και την κοινωνική επιχειρηματικότητα σε μια επιστημονική ομάδα στήριξης κρίνεται απαραίτητη.
Συνεπώς, οι επιστημονικές ομάδες θα παρέχουν υποστήριξη, εκτός από το Υπουργείο Εργασίας, προς τους συμπράττοντες φορείς της Τοπικής Αυτοδιοίκησης και οργανώσεων της Κοινωνίας Πολιτών, στα δίκτυα εθελοντισμού, στις κοινωνικές υπηρεσίες του Δημοσίου και στις επιτροπές που συντάσσουν τα στρατηγικά σχέδια ανάπτυξης.
Η φύση και η ποιότητα των ιδιωτικών ατομικών αποφάσεων αποτελεί τώρα ζήτημα εξαιρετικής κοινωνικής σημασίας, όπως επίσης και το εύρος και η ποιότητα των διαθέσιμων υπηρεσιών συμβουλευτικής σταδιοδρομίας για να τους στηρίξουν.
Σχετικά με τη δημιουργία επιστημονικής ομάδας, θα πρέπει να ληφθούν υπόψη, συνολικά, οι ανάγκες συντονισμού και ενεργοποίησης όλων των εμπλεκομένων συνεταιριστών, Συμπράξεων, συμμετεχόντων – συμπραττόντων εταίρων στο πλαίσιο της κοινωνικής επιχειρηματικότητας, οργανώσεων της Κοινωνίας Πολιτών, καθώς και των διαμεσολαβητικών – υποστηρικτικών δομών, Δήμων, δημόσιων και ιδιωτικών επιχειρήσεων.
Επίσης, θα πρέπει να ληφθούν υπόψη οι ανάγκες μεταβίβασης και εκλαΐκευσης της γνώσης και της πρακτικής που χρειάζεται για την ανάπτυξη της κοινωνικής επιχειρηματικότητας και της απασχόλησης, καθώς η ανεργία ολοένα και αυξάνεται.
Επιπρόσθετα έργα περιλαμβάνουν την κατανομή των ρόλων, την παροχή κατάρτισης, ευκαιριών ανάπτυξης και υποστηρικτικού υλικού για όλους όσους εμπλέκονται στην παροχή αυτών των υπηρεσιών.
Πολιτικές της αγοράς εργασίας, αναθεωρήσεις και τάσεις επηρεάζουν την ανάπτυξη μεμονωμένων εργασιακών ρόλων, παράγοντες που συνοδεύονται για κάποιους από την απόκτηση υψηλότερων ή πιο σχετικών με την εργασία τους προσόντων.
Η επιστημονική συμβουλευτική μπορεί να συμβάλλει καθοριστικά στην εξασφάλιση της βιωσιμότητας του έργου σύνθεσης και ανάπτυξης κοινού βιοτουριστικού προϊόντος μεταξύ Ελλάδας και Αλβανίας, με τους ακόλουθους τρόπους:
- Χαράσσοντας πολιτικές σύνθεσης των κατακερματισμένων διαθέσιμων πόρων και διαμορφώνοντας εργαλεία μετασχηματισμού τους σε υλικό και ανθρώπινο κεφάλαιο.
- Χαράσσοντας πολιτικές στρατηγικής ανάπτυξης των Κοινωνικών Συμπράξεων και κοινωνικής δικτύωσης καταναλωτών και παραγωγών, δείχνοντας με ποιο τρόπο θα λειτουργήσουν αυτοί οι θεσμοί.
- Αναδεικνύοντας νέους τομείς και πρακτικές που μπορεί να κατευθυνθεί η κοινωνική επιχειρηματικότητα στον τομά του βιοτουρισμού σε προϊόντα και υπηρεσίες.
- Υποδεικνύοντας μεθόδους μόχλευσης συγκεκριμένων κοινωνικών ομάδων που μπορούν να αναλάβουν πρωτοβουλίες σχετικές με την κοινωνική επιχειρηματικότητα σε τομείς του βιοτουρισμού.
–
– Οι θεσμοί δια βίου μάθησης και διαχείρισης γνώσης
Η δια βίου μάθηση συνδέεται με την Κ.Ο. από την άποψη ότι η πολυπλοκότητα του αντικειμένου απαιτεί διαρκή επιμόρφωση και συνειδητοποίηση των θεσμικών κανόνων μέσα στους οποίους λειτουργεί.
Καταρχάς, θα πρέπει να ορίσουμε ότι η «δια βίου μάθηση» είναι μία μακροχρόνια διαδικασία, που ξεκινάει από τη γέννηση του ανθρώπου και συνεχίζει σε όλη τη διάρκεια της ζωής του. Υπό αυτή την έννοια, δια βίου μάθηση δεν είναι ούτε τα Ι.Ε.Κ., ούτε τα σχολεία δεύτερης ευκαιρίας. Δεν ταυτίζεται με την σχολική μάθηση, αλλά είναι μια ξεχωριστή διαδικασία, που συνδυάζεται περισσότερο με τη μάθηση μέσα από την εργασία ή και τον εθελοντισμό. Αυτό που συμβαίνει στην Ελλάδα είναι μια διαστροφή του όρου και της πρακτικής της διεργασίας σχετικά με τη δια βίου μάθηση.
Ο επίσημος ορισμός της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη δια βίου μάθηση αναφέρεται σε: «Κάθε μαθησιακή δραστηριότητα η οποία αναλαμβάνεται καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής με σκοπό τη βελτίωση των γνώσεων, των δεξιοτήτων και των εφοδίων, στο πλαίσιο μιας προσωπικής, κοινωνικής οπτικής και/ή μιας οπτικής που σχετίζεται με την απασχόληση».[12]
Από φιλοσοφική άποψη, ο όρος “δια βίου μάθηση” αναφέρεται σε μια φιλοσοφική αντίληψη, σύμφωνα με την οποία η εκπαίδευση θεωρείται ως το πιο κατάλληλο και αστείρευτο μέσο για διαρκή προσωπική βελτίωση και επαγγελματική εξέλιξη. Ο όρος αυτός καλύπτει κυρίως τη βιωματική μάθηση στην εργασία, τον πολιτισμό, καθώς και τη συμμετοχή στη συλλογική δημιουργία στα κοινά, στην εφαρμογή νέων τεχνολογιών αλλά και την άσκηση στην τέχνη και τον εθελοντισμό.
Στη σύγχρονη πρακτική, ενώ η δια βίου μάθηση εκθειάζεται, στην ουσία ακυρώνεται από ένα γραφειοκρατικό σύστημα με «κούφια» πτυχία. Επιπροσθέτως, ενώ εξελίσσεται τα τελευταία 20 χρόνια στην Ελλάδα, δεν έχει τα επιθυμητά αποτελέσματα διότι εκτρέπεται από τον πραγματικό της στόχο που είναι η δια βίου μάθηση μέσα από την εργασία και όχι σε κάποιο σχολείο αποκομμένο από την παραγωγή. Η διαστροφή βρίσκεται ακριβώς στο γεγονός ότι η δια βίου μάθηση γίνεται στα δημόσια σχολεία, ενώ θα έπρεπε ρητά να απαγορεύεται να γίνεται σε αυτά. Η εκτροπή είναι προκλητική και σκόπιμη για να εξυπηρετηθούν συγκεκριμένα συμφέροντα από τη διάθεση των πόρων. Αυτή η γενιά προείσπραξε τα χρήματα της επόμενης γενιάς, κάτι που είναι μια πρωτοφανής ιστορική απάτη. Οι πόροι για τη δια βίου μάθηση, λοιπόν, «πετιούνται» στη μαύρη τρύπα ενός αδηφάγου δημόσιου εκπαιδευτικού συστήματος που, στους τομείς τουλάχιστον των οικονομικών και της διοίκησης, κατασκευάζει πτυχία χωρίς αντίκρισμα στην πραγματική οικονομία.
Αντίθετα, η δια βίου μάθηση δύναται να εφαρμοστεί σε πολυπληθείς τομείς: π.χ. ως μάθηση στην επιχειρηματικότητα, στην συνεργατική οργάνωση, σε νέα προϊόντα και υπηρεσίες βιοτουρισμού όπου πραγματικά υπάρχει ανάγκη, στην παραγωγικότητα, στη δικτύωση, στην υγιεινή διατροφή, στα ζητήματα της πόλης και το περιβάλλον, στην κηποτεχνική, στη μαγειρική, στη διαδικασία e-learning, στη δημοσιογραφία πολιτών, καθώς και σε πολλούς άλλους τομείς.
Η δια βίου μάθηση μπορεί να προσφέρει βιωματική μάθηση στο χώρο της δράσης και της δουλειάς και σε σχέση με την παραγωγή αγαθών. Δηλαδή, μαθαίνω παράγοντας κάτι χειροπιαστά και όχι αποκτώντας θεωρητικές, ακαδημαϊκές και μόνον γνώσεις, οι οποίες ασφαλώς έχουν την αξία τους, αλλά δεν είναι δυνατόν να εμπεδωθούν χωρίς την πρακτική εφαρμογή. Πολλά Πανεπιστήμια στο εξωτερικό αναγνωρίζουν αυτή την ανάγκη και απαιτούν από τους φοιτητές την παράλληλη πρακτική άσκηση. Αυτό όμως δεν υποκαθιστά την ανάγκη της δια βίου μάθησης, που όπως είπαμε, είναι μια μακροχρόνια διαδικασία εφόρου ζωής, με πρακτική εμπειρία. Σε ότι αφορά μάλιστα την πόλη και τον Δήμο, οι αρχαίοι Έλληνες έλεγαν: Η πόλις είναι το σχολείο. Ακόμη και οι τοίχοι της πόλης διδάσκουν. Δηλαδή, η δια βίου μάθηση γίνεται μέσα στην πόλη, στις λειτουργίες της πόλης, στις διαβουλεύσεις και την συμμετοχή στα κοινά. Κάτι που βέβαια ισχύει για κάθε Δήμο / κοινότητα και γενικά για περιοχές όπου ζουν οργανωμένα ομάδες ανθρώπων. Η τεχνική κατάρτιση γίνεται στα εργαστήρια παραγωγής και τα εργοτάξια και η άσκηση επιτηδευμάτων στις επιχειρήσεις που παράγουν και αναπαράγουν προϊόντα.
– Δια βίου μάθηση στην αγορά εργασίας
Στο σύγχρονο κόσμο, δεν υπάρχουν απεριόριστες προσφερόμενες θέσεις εργασίας, ούτε αυτές προκύπτουν αυθόρμητα, ούτε μπορεί να τις δημιουργήσει απεριόριστα το κράτος. Για το λόγο αυτό, παρουσιάζεται η διόγκωση του φαινομένου της ανεργίας, που λογικά προκύπτει από τον περιορισμό της προσφοράς εργασίας και την ταυτόχρονη αύξηση της ζήτησης. Έτσι, είναι προφανές ότι οι θέσεις εργασίας δημιουργούνται από τις επενδύσεις και την επιχειρηματικότητα, την οποία ούτε το κράτος μπορεί να επεκτείνει, αλλά ούτε και ο ιδιωτικός τομέας, πέραν των ορίων εκείνων που επιτρέπουν σε μια επιχείρηση τη βιωσιμότητα. Σε κάθε περίπτωση, η βιωσιμότητα μιας επιχείρησης προϋποθέτει ένα ποσοστό κέρδους, ενώ για το κράτος προϋπόθεση της βιωσιμότητας είναι να μην υπάρχει ζημία. Πώς μπορούν να δημιουργηθούν όμως θέσεις εργασίας πέραν αυτών των ορίων;
Αν συγκρίνουμε τι είχε η Αρχαία Αθήνα και τι έχουμε σήμερα, από την πλευρά της λειτουργίας και κουλτούρας του τότε με τις τεχνολογίες του σήμερα, θα διαπιστώσουμε το εξής παράδοξο: να θαυμάζουμε την ποιότητα των έργων και την ποιότητα ζωής στην αρχαία Αθήνα, χωρίς τα εξελιγμένα τεχνολογικά και μηχανικά μέσα που διαθέτουμε σήμερα. Αυτό και μόνο θα πρέπει να μας προβληματίσει για την σχέση της επιστήμης με την φιλοσοφία και τον τρόπο ζωής. Πολύ απλά, θα λέγαμε ότι στην εποχή μας έχουμε εξελιγμένη επιστήμη και στην Αρχαία Αθήνα μοναδικά ανεπτυγμένη φιλοσοφία, που καθόριζε και τους θεσμούς της πόλης.
Αν συνδυάσουμε λοιπόν τα εξελιγμένα τεχνολογικά μέσα με την έξυπνη διαχείριση των ανθρωπίνων πόρων και μια πιο φιλοσοφημένη στάση ζωής σε σχέση με την κατανάλωση, τις αξίες ζωής και την αντίθεση πλούτος – φτώχεια, σίγουρα μπορούμε να διεκδικήσουμε μια καλύτερη ποιότητα ζωής σε επάρκεια, μέσα από την κατανομή του παραγόμενου πλούτου, δίνοντας περισσότερη σημασία στο πνευματικό πλούτο της πόλης, που εξίσου καθορίζει την ποιότητα ζωής σε όλα τα επίπεδα. Εδώ θα πρέπει να τονίσουμε την ουσιαστική συσχέτιση της αξιοποίησης των ανθρωπίνων πόρων με τη διαχείριση της γνώσης, που δεν είναι μόνο η επιστήμη και η τεχνολογία, αλλά και η φιλοσοφική στάση ζωής των πολιτών σε προτεραιότητες και αξίες και η συμμετοχή τους για τα κοινά αγαθά της πόλης.
Η αποτελεσματικότητα προϋποθέτει οργανωμένη έκφραση μέσα από τις οργανώσεις της κοινωνίας πολιτών, συμβούλια της γειτονιάς, κοινωνικές δομές του Δήμου και, αν θέλουμε να πάμε λίγο πιο μακριά, μπορούμε να μιλάμε για τις σύγχρονες «εκκλησίες του Δήμου». Δηλαδή, τοπικές συνελεύσεις διαβούλευσης, στο πλαίσιο της συμμετοχικής δημοκρατίας, που μπορούν να επισημαίνουν προβλήματα και να αναλαμβάνουν ευθύνες για την επίλυσή τους. Επίσης, μια άλλη μορφή έξυπνης διαχείρισης της γνώσης είναι η δημιουργία και η εξέλιξη των «θεσμών αλληλεγγύης» και η αξιοποίησή τους στην προώθηση της κοινωνικής οικονομίας και επιχειρηματικότητας στον τομέα του βιοτουρισμού. Δηλαδή, δημιουργία επιχειρήσεων για την αντιμετώπιση κοινωνικών προβλημάτων.
Ο υπεύθυνος και οργανωμένος πολίτης στη πόλη του καλείται να γίνει συν-δημιουργός με την Τοπική Αυτοδιοίκηση τοπικών αναπτυξιακών πρωτοβουλιών. Όχι με αποκλειστικό κίνητρο το κέρδος, αλλά την διεκδίκηση της ποιότητας ζωής και την αντιμετώπιση της φτώχειας. Και σε αυτό το επίπεδο υπάρχουν πολύ καλύτερες τεχνολογικές και υλικές προϋποθέσεις από ότι υπήρχαν στην Αρχαία Αθήνα, όπου οι πολίτες ήταν συν-δημιουργοί της πόλης τους.
– Βιωματική μάθηση και βιοτουρισμός
Η βιωματική μάθηση σε σχέση με το βιοτουρισμό είναι μια διαδικασία που έλκει ιδιαίτερα στην επίσκεψη σε έναν τόπο. Δεδομένου ότι η γνώση όλης της διαδικασίας είναι επενδυτικός πόρος που συντελεί στην επιτυχία του εγχειρήματος, είναι απαραίτητο να αναπτυχθεί παράλληλα η βιωματική μάθηση με θεματολογία την κοινωνική επιχειρηματικότητα και το βιοτουρισμό. Αυτό το μοντέλο μάθησης δίνει έμφαση στο σημαντικό ρόλο που παίζει η εμπειρία στη διαδικασία της μάθησης, προτείνοντας την αναζήτηση πραγματικού νοήματος, σε αντίθεση με την επιφανειακή διασκέδαση και επικοινωνία. Επιδιώκει τη διανοητική και συναισθηματική κινητοποίηση των ατόμων, στοχεύοντας στη διέγερση της νοητικής και συγκινησιακής διεργασίας. Η βιωματική εκπαίδευση θεωρείται πολύτιμο εργαλείο όχι μόνο ανάπτυξης της γνώσης αλλά και κοινωνικής συνεργασίας, που επιτυγχάνεται μέσω βιωματικών εργαστηρίων, όπου εμπλέκονται με ενεργό και δημιουργικό τρόπο όλοι οι συμμετέχοντες σε μία κριτική θεώρηση των ζητημάτων που προβάλλει. Μέσα από τα εργαστήρια:
- ενθαρρύνεται η ισότιμη και ασφαλής έκφραση προσωπικών απόψεων και βιωμάτων όλων των συμμετεχόντων,
- οι συμμετέχοντες καλούνται να «βιώσουν» την θέση του άλλου και να αμφισβητήσουν τις δικές τους παγιωμένες πεποιθήσεις και εικόνες,
- όλα τα μέλη της ομάδας εμπλέκονται σε μία δημιουργική διάδραση, υποστηρίζεται η κατανόηση των θεμάτων και η ανάληψη δράσης.[13]
Τη θεματολογία της βιωματικής μάθησης θα την καθορίσουν και διαχειριστούν οι Κοινωνικές Αναπτυξιακές Συμπράξεις που θα δημιουργηθούν στα πλαίσια ανάπτυξης του βιοτουριστικού προϊόντος στην περιοχή.
– Τα οφέλη της Κοινωνίας Πολιτών
Αναμένεται να προκύψουν πολυδιάστατα οφέλη από την υλοποίηση και λειτουργία αυτού του σχεδιασμού. Συνοπτικά:
Από τη διαμόρφωση συνθηκών για τη σύνθεση των κατακερματισμένων υλικών και ανθρώπινων πόρων, βάσει των οποίων μπορούν να δημιουργηθούν νέες κοινωνικές επιχειρήσεις στον τομέα του βιοτουρισμού, αξιοποιώντας ανενεργούς υλικούς πόρους της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, κρατικών οργανισμών και ιδρυμάτων.
Αλλά και οφέλη από την κινητοποίηση ανθρώπινων πόρων, μέσα από τους κοινωνικούς συνεταιρισμούς, για την αντιμετώπιση της ανεργίας.
Οφέλη, επίσης, από τη συμμετοχή και αξιοποίηση των οργανώσεων της Κοινωνίας Πολιτών στην ανάπτυξη της παραγωγικής διαδικασίας της πραγματικής οικονομίας.
Καλύτερη σύνθεση των διαθέσιμων πόρων για τη συγκρότηση πρόσθετου κοινωνικού κεφαλαίου και προστιθέμενης αξίας για να διευκολυνθεί τελικά και η άντληση επενδυτικού κεφαλαίου στην ανάπτυξη των κοινωνικών επιχειρήσεων.
– Το όφελος της Τοπικής Αυτοδιοίκησης
Η Τοπική Αυτοδιοίκηση από αυτή τη διαδικασία επωφελείται σε πολλαπλά επίπεδα.
Πρώτα απ’ όλα, μπορεί να συνεχίσει να προσφέρει επαρκείς κοινωνικές υπηρεσίες στους δημότες με λιγότερο οικονομικό κόστος κι αυτό εξαιτίας του ότι μπορεί να μειώσει το διαχειριστικό κόστος. Γιατί, αυτό που συμβαίνει στην Τ.Α. και το ‘χουμε δει πολλές φορές, είναι σε μια παραγωγική εργασία που απασχολούνται 10 άτομα, 3 να δουλεύουν και 7 να διαχειρίζονται αυτή την υπόθεση ως επιβλέποντες, προϊστάμενοι, συμβουλευτική ή επιστημονική υποστήριξη, γραμματεία κ.ο.κ. Αντιθέτως, σε μια ΚοινΣΕπ 5-7 ατόμων, το πολύ 1 ασχολείται με τη διαχείριση και οι υπόλοιποι δουλεύουν παραγωγικά και δε θα πληρωθούν εάν δεν τελειώσουν τη δουλειά σε συγκεκριμένο χρόνο κι αυτό τελικά αποβαίνει προς όφελος του συνόλου της κοινωνίας.
Το δεύτερο χειροπιαστό όφελος είναι ότι μπορεί να αξιοποιήσει μ’ αυτό τον τρόπο ανενεργούς πόρους, δημόσια αγροκτήματα, κτίρια, εγκαταστάσεις, δημοτικές εκτάσεις, π.χ. με ήπιες μορφές ενέργειας, αντλιοστάσια, διαχείριση πρασίνου, διαχείριση αποβλήτων κλπ.
Το άλλο όφελος είναι η αντιμετώπιση της ανεργίας σε τοπικό επίπεδο πρσφέροντας τη δυνατότητα περισσότεροι άνθρωποι και κυρίως νέοι που είναι άνεργοι να μετέχουν στη διαμόρφωση του κοινού προϊόντος της κοινωνίας και ως εκ τούτου να αποκτούν αγοραστική δύναμη και να συμβάλλουν στην ενίσχυση της τοπικής αγοράς. Αυτό το κοινωνικό όφελος σε τελική ανάλυση είναι που μπορεί να ελαφρύνει το βάρος του Δήμου απ’ τις κοινωνικές πιέσεις και την οιωνεί ανεπάρκεια των ανταποδοτικών τελών.
Αυτό που, επίσης, θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε στην προκειμένη περίπτωση είναι ότι μέσα απ’ όλη αυτή τη διαδικασία ο Δήμος αποκτά μεγαλύτερη διαχειριστική ικανότητα και συγκεκριμένα στη διαχείριση γνώσης και τη διαχείριση πόρων και αυτό συνολικά μπορεί να ανεβάσει την ποιότητα της συλλογικής ευφυίας και της τοπικής διακυβέρνησης.
–
– Εργαλεία ανάπτυξης και προώθησης βιοτουριστικού προϊόντος
Στον τομέα του τουρισμού απαιτείται η αλλαγή από το σημερινό μοντέλο, ώστε να αποτελέσει μοχλό διεξόδου από την κρίση. Διέξοδο από το αρνητικό μοντέλο του μαζικού τουρισμού που δεν σεβάστηκε το φυσικό-πολιτιστικό περιβάλλον, υποβαθμίζοντας ουσιαστικά το ίδιο το τουριστικό προϊόν.
Ευτυχώς, η περιοχή δεν έχει υποστεί τη φθορά του μαζικού καταναλωτικού μοντέλου και τη ‘‘μονοκαλλιέργεια’’ των δραστηριοτήτων, κρατώντας τη φυσιογνωμία της. Στη βάση αυτής της ιδιαιτερότητας μπορεί να οικοδομήσει το πράσινο τουριστικό μοντέλο που προωθείται σήμερα, δίνοντας ιδιαίτερη έμφαση σε δράσεις συμβατές με την πράσινη τουριστική ανάπτυξη και την ενσωμάτωση της περιβαλλοντικής τεχνολογίας και των οικείων πρακτικών στις επιχειρήσεις του κλάδου, καθώς και στην ανάπτυξη όλων των μορφών βιοτουρισμού. Άλλωστε, οι αρχές της προστασίας του περιβάλλοντος και της βιώσιμης ανάπτυξης, εκτός από το γεγονός ότι αποτελούν υποχρεωτικό και δεσμευτικό θεσμικό πλαίσιο, είναι καθοριστικό συστατικό στοιχείο της τουριστικής πολιτικής.
Έτσι, ο εμπλουτισμός του τουριστικού προϊόντος με την ανάπτυξη των εγκαταστάσεων ειδικής τουριστικής υποδομής και των εναλλακτικών/ήπιων μορφών τουρισμού, καθώς και ο εκσυγχρονισμός των τουριστικών μονάδων με καινοτόμες παρεμβάσεις, που θα βελτιώνουν την ενεργειακή και περιβαλλοντική τους απόδοση, διαδραματίζει κυρίαρχο ρόλο στην αναπτυξιακή προσπάθεια που επιχειρείται, με κανόνες και προϋποθέσεις για ταυτόχρονη προστασία τόσο του φυσικού, όσο και του ανθρωπογενούς περιβάλλοντος (π.χ. παραδοσιακά/διατηρητέα κτίρια, παραδοσιακοί οικισμοί).
Ζητούμενο είναι η κοινωνικοποίηση της τεχνογνωσίας στην αξιοποίηση χρηματοδοτικών εργαλείων ενίσχυσης των τουριστικών επενδύσεων, όπως ο εκάστοτε αναπτυξιακός νόμος, το ΕΣΠΑ, τα προγράμματα τουρισμού υπαίθρου και οι δράσεις που σχεδιάζονται για τον τουρισμό.
Για τη διάδοση του θεσμού της κοινωνικής οικονομίας, των κοινωνικών επιχειρήσεων και της συμμετοχής της τοπικής κοινωνίας στο τοπικό σχέδιο και όραμα ανάπτυξης η Τοπική «Σύμπραξη Πρέσπα – Korca» είναι συνδεδεμένη με το Πανελλήνιο Παρατηρητήριο των Οργανώσεων της Κοινωνίας Πολιτών που έχει αναπτύξει ένα συγκεκριμένο μοντέλο social media και το οποίο εξυπηρετεί την επικοινωνιακή προβολή και του συγκεκριμένου έργου.
–
–
– ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΠΡΑΚΤΙΚΗΣ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ:
o ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΘΕΛΟΝΤΙΣΜΟΥ
Τίτλος Πρότασης: ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΙΑ ΠΟΛΙΤΩΝ Για Την Κοινωνική Οικονομία και Συμμετοχική Δημοκρατία Για Την Ευρώπη Της Συνεργασίας και Της Αλληλεγγύης
Φορέας Πρότασης: ΣΥΜΠΡΑΞΗ ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟΥ ΠΑΡΑΤΗΡΗΤΗΡΙΟΥ Οργανώσεων της Κοινωνίας Πολιτών που συγκροτείται από τις περιφερειακές Συμπράξεις-Αττικής, Πελοποννήσου, Δυτικής Ελλάδας, Θεσσαλίας, Κεντρικής Μακεδονίας, Δυτικής Μακεδονίας, Ανατολικής Μακεδονίας & Θράκης, Κρήτης, Ιονίων Νήσων.
ΑΝΟΙΚΤΟ ΣΤΗ ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ ΚΑΘΕ ΕΝΕΡΓΟΥ ΠΟΛΙΤΗ
Η πρόταση αφορά την αξιοποίηση ενός υφιστάμενου επικοινωνιακού συστήματος πανελλήνιας κοινωνικής δικτύωσης με οργανωμένες δομές και παραρτήματα σε όλες τις περιφέρειες της Ελλάδας με σκοπό την υλοποίηση ενός νέου επικοινωνιακού προγράμματος με τίτλο: ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΙΑ ΠΟΛΙΤΩΝ Για Την Ευρώπη Της Συνεργασίας Της Αλληλεγγύης και κατά της ξενοφοβίας.
Το πρόγραμμα αυτό, θα στηριχθεί σε12 υφιστάμενες ηλεκτρονικές εφημερίδες και δικτυότοπους οι οποίοι είναι διαθέσιμοι. http://www.paratiritiriokp.gr/index.php/component/content/article/111-syndesmoi-koin-symprakseon/1495-syndesmoi-koin-simprakseon
και 70 συντονισμένες ομάδες κοινωνικής δικτύωσης social media, http://www.paratiritiriokp.gr/index.php/component/content/article/111-syndesmoi-koin-symprakseon/1497-koinoniki-diktiosi με περισσότερους από 100.000 φίλους εγγεγραμμένους και δικτυωμένους στο σύστημα και περίπου 50 εθελοντές οι οποίοι απασχολούνται σ’ αυτό ως εθελοντές δημοσιογράφοι και διαχειριστές διαδικτύου για θέματα κοινωνικής αλληλεγγύης, ανθρωπιστικής δράσης κοινωνικού ακτιβισμού, συμμετοχικής οικολογίας και συμμετοχικής δημοκρατίας.
Το επικοινωνιακό αυτό σύστημα στηρίζεται επίσης, στην οργανωτική δομή που διαθέτει η «Σύμπραξη» των περιφερειακών παρατηρητηρίων με νομική υπόσταση και σ΄ ένα σύνολο εθελοντών που είναι σε θέση χωρίς άλλες υλικές υποδομές να υλοποιήσει με μεγάλη επιτυχία το προτεινόμενο πρόγραμμα.
Το πρόγραμμα αυτό για να υλοποιηθεί χρειάζεται μόνον, μια ολιγομελή ομάδα με επαγγελματική απασχόληση για το συντονισμό και τη συνολική διαχείριση με ανάλογο προυπολογισμό. Επιπλέον η «Σύμπραξη» είναι σε θέση να κινητοποιήσει και να εμπνεύσει σε μεγάλο βαθμό εθελοντές αρθρογράφους στο πεδίο .
ΠΡΟΦΙΛ/ΕΜΠΕΙΡΙΑ ΤΟΥ ΦΟΡΕΑ
Ο φορέας της πρότασης έχει δημοσιεύσει ήδη πάνω από 3.000 τίτλους άρθρων σε θέματα ανθρωπιστικής δράσης και αλληλεγγύης, κοινωνικού ακτιβισμού, οικολογίας και Ευρωπαϊκής συνεργασίας, μεταναστών (http://paratiritiriokp.gr/) και θα μπορούσε να αναπτύξει ακόμη περισσότερο τις δράσεις και «καμπάνιες»εν όψει των ευρωεκλογών του 2014, με ένα σχετικά χαμηλό προϋπολογισμό για τελική αξία του έργου στο τρέχον έτος.
Ειδικότερα για την εμπειρία του φορέα, ο συντονιστής εταίρος ΑΜΚΕ Ερύμανθος έχει υλοποιήσει μια σειρά επικοινωνιακών προγραμμάτων κοινωφελούς χαρακτήρα και το τελευταίο χρόνο έχει υλοποιήσει επιτυχώς δύο επικοινωνιακά προγράμματα, ένα με συμπράττοντα εταίρο το Δήμο Αθηναίων για την εφημερίδα SocialActivism Αθηνών (www.socialactivism.gr) και ένα με την Περιφερειακή Αυτοδιοίκηση Αττικής για την οίκοpress (http://www.oikopress.gr/) σε πεντάμηνα προγράμματα κοινωφελούς εργασίας, το ψηφιακό περιεχόμενο των οποίων είναι αναρτημένο στο διαδίκτυο με διαρκή χρηστικότητα και διαλειτουργικότητα.
Συνολικά ο συντονιστής εταίρος της «Σύμπραξης» τα τελευταία χρόνια έχει υλοποιήσει σχετικά προγράμματα αξίας 450.000€ με τα οποία έχει κτίσει την όλη υποδομή του επικοινωνιακού συστήματος των social media και ως εκ τούτου τεκμηριώνει την ικανότητα να διαχειριστεί σχετικά έργα επικοινωνίας στο χώρο των οργανώσεων της κοινωνίας πολιτών με υψηλές αποδόσεις.
ΠΕΔΙΟ ΔΡΑΣΗΣ
Το προτεινόμενο πρόγραμμα, λαμβάνοντας υπόψη τις αξίες της ανοικτής κοινωνίας, την ανάγκη Της κοινωνικής και πολιτικής Ενοποίησης της Ευρώπης, με θεσμούς αλληλεγγύης και συνεργασίας, στο επίπεδο της κοινωνικής βάσης και οριζόντιας δικτύωσης, την ανάγκη της αντιμετώπισης του εθνικισμού και της ξενοφοβίας είναι σε θέση μέσω της δικτυακής κοινότητας του Πανελλήνιου Παρατηρητηρίου που εκφράζει αυτές τις αξίες να δράσει αποφασιστικά και αποτελεσματικά με τους ενεργούς πολίτες κάθε συλλογικότητας.
Να κινητοποιήσει όχι μόνον μια περιφέρεια αλλά το σύνολο των περιφερειών της χώρας.
Να εμπνεύσει το όλον της δικτυακής κοινότητας στο κοινωνικό ακτιβισμό για τη Ευρώπη της αλληλεγγύης για την αντιμετώπιση της φτώχειας και της ζοφερής κατάστασης των άστεγων και των μεταναστών.
Για μια Ευρώπη ανοικτών συνόρων της σκέψης και της ανοικτής κοινωνίας.
Να συμβάλει με την συγκεκριμένη εκστρατεία ενημέρωσης στην διαδραστικότητα των καλών πρακτικών κοινωνικής αλληλεγγύης και συνεργασίας.
Να συμβάλλει στη θεσμική καινοτομία της ενημέρωσης μέσα από τα φιλικά δίκτυα εμπιστοσύνης και αλληλεγγύης.
Για το σκοπό αυτό έχει ξεκινήσει την εγγραφή μελών και εθελοντών διαδικτύου στη δικτυακή πύλη. (εγγραφείτε δικτυακό μέλος εδώ http://www.paratiritiriokp.gr/index.php/2012-01-30-17-29-40/1529-registration–panparat)
ΠΡΟΣΔΟΚΟΜΕΝΑ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ
Δεδομένου ότι τα μέσα επικοινωνίας, δικτύωσης και διάδοσης του προγράμματος είναι κυρίως ηλεκτρονικά, τα ποσοτικά αποτελέσματα του έργου θα είναι απολύτως μετρήσιμα από τα hits των επισκεπτών στα sites και το κάθε άρθρο το οποίο θα δημοσιεύεται και στα 12 sites τα οποία εξυπηρετούν το πρόγραμμα.
Αυτή τη στιγμή υπάρχουν αθροιστικά 5.000 περίπου μοναδικοί επισκέπτες τη μέρα και με τη βοήθεια του προγράμματος ο στόχος είναι να ανέβουν στους 20.000 επισκέπτες τη μέρα.
Αναφορικά με τα social media πολύ μεγαλύτερος είναι ο αριθμός των δικτυωμένων φίλων που λαμβάνουν ενημέρωση ενώ υπάρχει δυνατότητα διάδοσης με αυτόματο τρόπο για κάθε καινούριο μήνυμα του δικτύου.
Δημιουργείται έτσι μια δεξαμενή σκέψης και δράσης στη βάση της οριζόντιας συλλογικής δημιουργίας και ανταλλαγής ύλης που εξασφαλίζει το πρόγραμμα.
Ο στόχος αυτός είναι ρεαλιστικός καθώς για την υποστήριξη του έργου υπάρχει ικανός αριθμός φίλων και εθελοντών όπως φαίνεται από την εμπλοκή τους στις δικτυακές κοινότητες social media που αναμένεται να διπλασιαστεί με την εφαρμογή του προγράμματος σε πανελλήνια κλίμακα και τη συνεργασία που αναπτύσσεται σε επίπεδο Τοπικής Αυτοδιοίκησης.
Το επικοινωνιακό σύστημα της οριζόντιας δικτύωσης και μάθησης για την κοινωνική οικονομία στηρίζεται επίσης στη μελέτη – εγχειρίδιο «Θεσμοί και εφαρμογές της Κοινωνικής Οικονομίας».
Παράρτημα
Γλωσσάρι Κοινωνικής Οικονομίας και Βιοτουρισμού
Κοινωνική οικονομία [14]
Ο όρος πρωτοεμφανίστηκε στη Γαλλία στις αρχές του 19ου αιώνα. Αυτή η προσέγγιση υποδεικνύει ότι ο κύριος σκοπός των οργανισμών που την ασπάζονται είναι να υπηρετούν τα μέλη της κοινότητας και όχι να επιδιώκουν το κέρδος. Επιπλέον, η κοινωνική οικονομία βασίζεται σε δημοκρατικές διαδικασίες λήψης αποφάσεων, οι οποίες αντιπροσωπεύουν μια δομική διαδικασία ελέγχου του τρόπου επιδίωξης των σκοπών του οργανισμού. Μεταξύ των οργανισμών που ανήκουν στην κοινωνική οικονομία συγκαταλέγονται οι ενώσεις, οι συνεταιρισμοί, οι αλληλασφαλιστικοί οργανισμοί και, από πιο πρόσφατα, τα ιδρύματα και οι κοινωνικές επιχειρήσεις.
Κοινωνικό κεφάλαιο[15]
Στην έννοια «κοινωνικό κεφάλαιο» συμπυκνώνεται το σύνολο των μη οικονομικών πόρων που αποδίδονται σε άτομα, ομάδες ή σε ένα δίκτυο κοινωνικών σχέσεων και χαρακτηρίζονται από εμπιστοσύνη, αμοιβαίοτητα και κοινά αποδεκτούς κανόνες συμπεριφοράς, ενώ ταυτόχρονα κάνουν χρήση κοινού κώδικα που διευκολύνει τη συνεργασία και τη συλλογική δράση τους, με στόχο το γενικό συμφέρον. Άρα, το κοινωνικό κεφάλαιο μπορεί να εννοηθεί ως πόρος που έχει την πηγή του στη συλλογική δράση και μπορεί να έχει αποτελέσματα σε ευρύτατη οικονομική και κοινωνική κλίμακα. Σύμφωνα με τον ορισμό της Παγκόσμιας Τράπεζας, το κοινωνικό κεφάλαιο είναι η συνεκτική “κόλλα” που κρατά δεμένες τις κοινωνίες. Ο όρος κοινωνικό κεφάλαιο τοποθετεί τα κοινωνικά δίκτυα στο ίδιο επίπεδο με άλλες μορφές κεφαλαίου, όπως οικονομικό, φυσικό και ανθρώπινο. Επιπλέον διαθέτει κοινά χαρακτηριστικά με άλλες μορφές κεφαλαίου, γιατί κάποιος μπορεί να επενδύσει σε αυτό και να αποκομίσει οφέλη αργότερα.
Κοινωνική οικονομία της αγοράς1
Ο όρος «κοινωνική οικονομία της αγοράς» έλκει την καταγωγή του από τη μεταπολεμική περίοδο και τις συζητήσεις για τη διαμόρφωση της «Νέας Γερμανίας». Η κοινωνική οικονομία της αγοράς βασίζεται σε δύο σαφώς διακριτούς μεταξύ τους αλλά συμπληρωματικούς πυλώνες: από τη μία, την επιβολή του ανταγωνισμού και, από την άλλη, τα μέτρα κοινωνικής πολιτικής που εγγυώνται την κοινωνική δικαιοσύνη διορθώνοντας τις αρνητικές συνέπειες και ενισχύουν την κοινωνική προστασία.
Τρίτος τομέας 1
Ο όρος αυτός χρησιμοποιείται κυρίως στην επιστημονική βιβλιογραφία, με στόχο την παράκαμψη των διαφορών μεταξύ των πολλών εθνικών προτύπων. Αναφέρεται σε οργανισμούς εκτός εκείνων του δημοσίου (του Κράτους) και των ιδιωτικών κερδοσκοπικών οργανισμών (της αγοράς). Ο όρος υπογραμμίζει τον ενδιάμεσο χαρακτήρα των εν λόγω οργανισμών.
Κοινωνικά Υποστηριζόμενη Γεωργία (CSA)[16]
Είναι ένα σχετικά νέο κοινωνικοοικονομικό μοντέλο παραγωγής τροφίμων, πώλησης και διανομής, αγροτικών προϊόντων. Αυτό το είδος καλλιέργειας λειτουργεί με σημαντικά μεγαλύτερη ανάμειξη των καταναλωτών και των υπόλοιπων ενδιαφερόμενων μελών, έχοντας ως αποτέλεσμα μία στενότερη από το συνηθισμένο σχέση καταναλωτή – παραγωγού.
Κοινωνική επιχειρηματικότητα 1
Ο όρος «κοινωνική επιχειρηματικότητα» εμφανίστηκε τη δεκαετία του 1990 στις αγγλοσαξονικές χώρες. Καλύπτει ευρύ φάσμα δραστηριοτήτων και πρωτοβουλιών, περιλαμβανομένων των κοινωνικών πρωτοβουλιών που εκδηλώνονται από κερδοσκοπικές επιχειρήσεις, θεσμικών φορέων που ρητά επιδιώκουν κάποιον κοινωνικό σκοπό, σχέσεων και πρακτικών που αποφέρουν κοινωνικά οφέλη, επιχειρηματικών τάσεων σε μη κερδοσκοπικούς οργανισμούς, και εγχειρημάτων που αναπτύσσονται στο πλαίσιο του δημόσιου τομέα. Τέτοιες πρωτοβουλίες μπορούν να αναλαμβάνονται από ιδιώτες, μη κερδοσκοπικούς οργανισμούς, δημόσιους φορείς ή μη κερδοσκοπικούς οργανισμούς σε συνεργασία με κερδοσκοπικές επιχειρήσεις, σε μια προσπάθεια εξισορρόπησης των εταιρικών κερδών και μια δέσμευσης κοινωνικής ευθύνης. Δεν είναι απαραιτήτως ολοκληρωμένες, ούτε αναμένεται να μένουν αναλλοίωτες με την πάροδο του χρόνου. Εν γένει, η κοινωνική επιχειρηματικότητα ερμηνεύεται ως μια δραστηριότητα που αναλαμβάνουν συγκεκριμένα άτομα ή ομάδες, χωρίς αναφορά στα οργανωτικά χαρακτηριστικά και τους περιορισμούς (πρότυπα διακυβέρνησης, μη διανομή των κερδών κτλ.) που υποστηρίζουν την επιδίωξη κοινωνικών σκοπών.
Κοινωνική επιχείρηση1
Σύμφωνα με την πρωτοβουλία της Επιτροπής για την κοινωνική επιχειρηματικότητα (SEC(2011) 1278), κοινωνική επιχείρηση είναι «ένας φορέας εντός της κοινωνικής οικονομίας, κύριος στόχος του οποίου είναι μάλλον η ύπαρξη θετικού κοινωνικού αντικτύπου, παρά κέρδους για τους ιδιοκτήτες ή τους μετόχους. Λειτουργεί με την προμήθεια αγαθών και υπηρεσιών στην αγορά με επιχειρηματικό και καινοτόμο τρόπο, και χρησιμοποιεί τα κέρδη της πρωτίστως για την επίτευξη κοινωνικών στόχων. Διοικείται με ανοικτό, υπεύθυνο τρόπο και, ιδίως, με τη συμμετοχή εργαζομένων, καταναλωτών και ενδιαφερόμενων μερών που επηρεάζονται από τις εμπορικές της δραστηριότητες».
Κοινωνική Συνεταιριστική Επιχείρηση (Κοιν.Σ.Επ.)[17]
Θεσπίζεται η Κοινωνική Συνεταιριστική Επιχείρηση (Κοιν.Σ.Επ.), ως φορέας της Κοινωνικής Οικονομίας. Είναι αστικός συνεταιρισμός με κοινωνικό σκοπό και διαθέτει εκ του νόμου την εμπορική ιδιότητα. Τα μέλη της Κοιν.Σ.Επ. μπορούν να είναι είτε φυσικά πρόσωπα είτε φυσικά πρόσωπα και νομικά πρόσωπα. Τα μέλη της συμμετέχουν σε αυτήν με μια ψήφο, ανεξάρτητα από τον αριθμό των συνεταιριστικών μερίδων που κατέχουν.
Συνεταιρισμός 1
Σύμφωνα με τον ορισμό της Διεθνούς Συνεταιριστικής Ένωσης(1) του 1995, ο όρος «συνεταιρισμός» σημαίνει «αυτόνομη ένωση προσώπων, τα οποία συνεταιρίζονται εθελοντικά, προκειμένου να ικανοποιήσουν τις κοινές τους οικονομικές, κοινωνικές και πολιτιστικές ανάγκες και επιδιώξεις, μέσω μιας συνιδιόκτητης και δημοκρατικά διοικούμενης επιχείρησης». Αυτός ο ορισμός υιοθετήθηκε και από τη σύσταση 193/2002 παράγραφος 2 της ΔΟΕ.
Μη κυβερνητικές οργανώσεις (ΜΚΟ)1
Ο όρος «μη κυβερνητική οργάνωση» αναφέρεται, όπως είναι αναμενόμενο, σε οργανώσεις ανεξάρτητες από κυβερνήσεις. Άρχισε να χρησιμοποιείται με την ίδρυση των Ηνωμένων Εθνών το 1945 και τις διατάξεις του άρθρου 71 του κεφαλαίου 10 του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών σχετικά με το συμβουλευτικό ρόλο οργανώσεων που δεν είναι ούτε κυβερνήσεις ούτε κράτη μέλη. Αποτελεί πολύ γενικό όρο, που παραπέμπει τόσο σε διακρατικούς όσο και σε τοπικούς οργανισμούς. Σε ορισμένες χώρες χρησιμοποιείται σαν συνώνυμο της «ένωσης», για να περιγράψει οργανώσεις που δραστηριοποιούνται ειδικά στο πεδίο της διεθνούς συνεργασίας.
Μη κερδοσκοπικός (non-profit και not-for-profit)1
Ο πιο γνωστός ορισμός δίνεται από το Πανεπιστήμιο Johns Hopkins. Σύμφωνα με αυτόν, ο τομέας περιλαμβάνει οργανισμούς οι οποίοι είναι εθελοντικής βάσης, τυπικοί, αυτοδιοικούμενοι και δεν διανέμουν κέρδη. Ο όρος «non–profit» αναφέρεται στους οργανισμούς που είναι υποχρεωμένοι να συμμορφώνονται με κάποια απαγόρευση της διανομής κερδών. Ο όρος «not–for–profit» είναι πιο γενικός και αναφέρεται στον επιδιωκόμενο σκοπό (που διαφέρει από το κέρδος).
Παρατηρητήριο Κοινωνικής Οικονομίας[18]
Πρόκειται για μια δομή – ομπρέλα που διαχειρίζεται την παροχή υπηρεσιών, πληροφόρησης και ενίσχυσης των κοινωνικών επιχειρήσεων ώστε οι επιχειρήσεις αυτές να αναπτυχθούν και να συνενωθούν σε δίκτυο αλληλοϋποστήριξης και ενδυνάμωσης με άμεσο στόχο την εξέλιξή τους σε όλα τα πεδία όπου εμφανίζονται ανάγκες. Είναι ένα μοντέλο παρακολούθησης το οποίο αποτυπώνει και αξιολογεί σε βάθος χρόνου την πορεία των πολιτικών κοινωνικής οικονομίας, προσαρμοσμένο στα νέα δεδομένα που δημιουργεί η πρόοδος της τεχνολογίας και οι γρήγορες ταχύτητες αλλαγών και κίνησης των σύγχρονων κοινωνιών. Παρέχει επεξεργασμένες και τυποποιημένες πληροφορίες σε κάθε ενδιαφερόμενο και κυρίως σε εθνικές και περιφερειακές αρχές που χαράσσουν πολιτικές για την αν΄πτυξη της κοινωνικής οικονομίας.
Κοινωνία Πολιτών[19]
Η Κοινωνία Πολιτών αναφέρεται κυρίως στις οργανωμένες ομάδες πολιτών που επιδιώκουν από κοινού την επίτευξη ενός κοινωφελούς – κατά την εκτίμηση τους βεβαίως – σκοπού. Η κοινωνία πολιτών στο επίπεδο των ατόμων απαρτίζεται μόνο από ενεργούς πολίτες. Έκφραση της κοινωνίας πολιτών είναι τόσο οι παραδοσιακοί θεσμοί κοινωνικής εκροσώπησης και συμμετοχής όσο και οι σύγχρονες Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις. Στην παραδοσιακή κοινωνία πολιτών συγκαταλέγονται επομένως οι οργανώσεις των παραγωγικών τάξεων, η τοπική αυτοδιοίκηση, τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης και κατά μία θεώρηση η εκκλησία/ες. Οι θεσμοί αυτοί συμπράττουν στην παραγωγή πολιτικής, αν και δεν αποτελούν μέρος της επίσημης πολιτικής διαδικασίας. Συνοπτικά, η Κοινωνία Πολιτών λειτουργεί ως δίαυλος αμφίδρομης και εποικοδομητικής επικοινωνίας μεταξύ των επίσημων πολιτικών δομών και της κοινωνίας.
Κοινωνία των πολιτών19
Η κοινωνία των πολιτών έχει σαφέστερο και πιο περιοριστικό ιδεολογικό περιεχόμενο από τον λαό. Δεν αρκεί η ανά τετραετία προσέλευση στις κάλπες, αυτός είναι ο πολίτης με την τυπική έννοια του όρου, το άθροισμα όλων αυτών των πολιτών συνθέτει τον λαό. Η κοινωνία των πολιτών αναφέρεται στη δράση των πολιτών ως μονάδων, οι οποίες συνιστούν ενδεχομένως ένα άθροισμα πρωτογενών πολιτικών υποκειμένων, χωρίς αυτά να συναρθρώνονται απαραίτητα σε ένα ενιαίο υποσύνολο πέραν της εθνικής – κρατικής συγκρότησης και ταυτότητας. Οι πολίτες με αυτήν την έννοια είναι τα συνειδητά μέλη της οιονεί γενικής συνέλευσης του κράτους, δεν συγκροτούν όμως οργανωμένα συλλογικά πολιτικά υποκείμενα. Το περιεχόμενο της κοινωνίας των πολιτών είναι ευρύτερο αυτού της κοινωνίας πολιτών. Το ίδιο και ο αριθμός των προσώπων που θεωρούνται και θεωρούν εαυτούς ότι μετέχουν σε αυτήν. Στην κοινωνία των πολιτών συμμετέχουν κατά βάση πολίτες με την παραπάνω έννοια ή ενεργοί πολίτες, αλλά κατά κανόνα απουσιάζει το στοιχείο της οργανωμένης δράσης ομάδων πολιτών.
Βιοτουρισμός[20]
Ο όρος βιοτουρισμός [βίος= ζωή & τουρισμός] – τουρισμός που σέβεται το πολύτιμο αγαθό της ζωής- χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά από την Διεθνή Οργάνωση Βιοπολιτικής το 1985 από την Καθηγήτρια Αγνή Βλαβιανού Αρβανίτη, Πρόεδρο και Ιδρύτρια της Β.Ι.Ο. Η φιλοσοφία του όρου βασίζεται στις υπηρεσίες τουρισμού που σέβονται το περιβάλλον, διαφυλάσσοντας τους φυσικούς και πολιτισμικούς πόρους καθώς και τη βιοποικιλότητα. Εστιάζει σε ένα σύστημα αξιών που προάγει την εκτίμηση του βίου, καθώς επίσης και σε μια αμφίπλευρα κερδοφόρα κατάσταση, αφενός για την οικονομία κι αφετέρου για το περιβάλλον και τη βιοποικιλότητα, τον πολιτισμό και εντέλει για τις τοπικές κοινότητες.
Αγροτικό οικοσύστημα ή Αγρο-οικοσύστημα[21]
Είναι τεχνητό οικοσύστημα που έχει δημιουργηθεί από τον άνθρωπο με σκοπό να αυξήσει τη φυτική (γεωργικές καλλιέργειες) και ζωική (κτηνοτροφία) παραγωγή. Είναι ανοιχτό σύστημα, βρίσκεται δηλαδή σε επικοινωνία με το εξωτερικό του περιβάλλον, με το οποίο ανταλλάσσει ύλη και ενέργεια. Συνήθως ενισχύεται με εισροές από τον άνθρωπο (νερό, αγροχημικά κ.τ.λ.) και οι εκροές του είναι τα παραγόμενα αγροτικά προϊόντα.
Αγροτουρισμός4
Ήπια μορφή τουρισμού (φιλικός, οικείος, άμεσος), που περιλαμβάνει την ανάδειξη της διαφορετικότητας και μοναδικότητας του κάθε τόπου και της τοπικής αγροτικής κοινότητας. Ο επισκέπτης έρχεται σε επαφή ή και συμμετέχει στην αγροτική ζωή, στα ήθη και έθιμα, στις αγροτικές δραστηριότητες (π.χ περισυλλογή μανιταριών).
Αειφορία ή Αειφόρος ανάπτυξη ή Βιώσιμη ανάπτυξη4
Είναι διαδικασία με την οποία ικανοποιούνται οι ανάγκες του παρόντος, χωρίς να υπονομεύονται οι απαιτήσεις των μελλοντικών γενεών, ώστε να καλύψουν και αυτές τις δικές τους ανάγκες κ.ο.κ. Έτσι, η αειφορία μπορεί να εξασφαλίσει τη διαρκή για παράδειγμα αξιοποίηση των φυσικών πόρων, χωρίς να προκληθούν μόνιμες ή και μη αναστρέψιμες –περιβαλλοντικά ζημιογόνες – μεταβολές.
Ανανεώσιμες πηγές ενέργειας5
Είναι οι πηγές εκείνες που ανανεώνονται με φυσικό τρόπο και παρέχουνε την ωφέλιμη ενέργεια τους χωρίς να ρυπαίνουν το περιβάλλον. Τέτοιες πηγές ενέργειας είναι η ηλιακή, η αιολική, η γεωθερμική, η υδροδυναμική κ.α. Αντίθετα μη ανανεώσιμες πηγές ενέργειας είναι τα ορυκτά καύσιμα (γαιάνθρακες, πετρέλαιο, φυσικό αέριο, ραδιενέργεια σχάσης).
Ανθρωπογενές περιβάλλον4
Οτιδήποτε έχει δημιουργήσει και προσθέσει ο άνθρωπος στο φυσικό περιβάλλον. Λέγεται και τεχνητό περιβάλλον.
Βιολογικά προϊόντα4
Είναι φυτικά και ζωικά αγροτικά προϊόντα τα οποία παράγονται με φιλικές μεθόδους προς το περιβάλλον και την υγεία του καταναλωτή. Βιολογικά προϊόντα ή προϊόντα βιολογικής γεωργίας, χαρακτηρίζονται αυτά που για την παραγωγή τους δεν χρησιμοποιούνται συνθετικά ή χημικά λιπάσματα, φυτοφάρμακα ή ορμόνες, αλλά ήπιες μέθοδοι αγρο- περιβαλλοντικής παραγωγής, φιλικές προς το περιβάλλον.
Βιολογική γεωργία4
Η ήπια μη χημική γεωργία. Συνώνυμά της είναι η οργανική ή και οικολογική γεωργία. Η βιολογική καλλιέργεια περιλαμβάνει ποικίλες φιλικές προς το περιβάλλον καλλιεργητικές πρακτικές. Για παράδειγμα, η λίπανση του εδάφους γίνεται με οργανική ουσία (κοπριά, χλωρή λίπανση κ.ά.) η οποία εμπλουτίζει το έδαφος και τρέφει πλήρως το φυτό. Η διαφύλαξη του περιβάλλοντος από τη γεωργική αυτή δραστηριότητα είναι πρώτης προτεραιότητας.
Βιοποικιλότητα[22]
Βιοποικιλότητα θεωρείται η ποικιλία των έμβιων οργανισμών πάνω στη γη, η ποικιλία των μεταξύ τους σχέσεων (οικοσυστήματα) αλλά και των αντιληπτικών εικόνων (τοπία) που έχει ο άνθρωπος για το φυσικό περιβάλλον. Έχει 4 επίπεδα, το καθένα από τα οποία έχει διαφορετική σημασία αλλά στην πράξη, αποτελεί κομμάτι αναπόσπαστο ενός ενιαίου συνόλου.
- Το πρώτο επίπεδο είναι εκείνο της “γενετικής βιοποικιλότητας”, δηλαδή το εύρος των κληρονομικών καταβολών ενός συγκεκριμένου είδους.
- Το δεύτερο επίπεδο βιοποικιλότητας είναι αυτό της βιοποικιλότητας των ειδών φυτών (χλωρίδας) και ζώων (πανίδας). Η βιοποικιλότητα αυτή εκφράζεται συνήθως με το πλήθος των ειδών φυτών και ζώων που απαντούν σε μια συγκεκριμένη περιοχή.
- Το τρίτο επίπεδο βιοποικιλότητας, γνωστό ως βιοποικιλότητα οικοσυστημάτων ή φυτοκοινωνιών (habitats), εκφράζεται με το πλήθος των συνδυασμών ειδών φυτών και ζώων (οικοσυστημάτων) που συναντώνται σε μια συγκεκριμένη περιοχή.
- Το τέταρτο επίπεδο βιοποικιλότητας είναι εκείνο της βιοποικιλότητας των τοπίων, το οποίο εκφράζεται με το πλήθος των τύπων τοπίων (αβιοτικών και βιοτικών στοιχείων) που εμφανίζονται σε μια περιοχή ή σε μια χώρα.
Βιότοπος4
Είναι η περιοχή, ο συγκεκριμένος τόπος ή χώρος όπου ζουν και αναπαράγονται τα μέλη μιας βιοκοινωνίας. Το αβιοτικό μέρος του οικοσυστήματος, δηλαδή το ανόργανο περιβάλλον (έδαφος – νερά – ατμόσφαιρα). Έτσι, για παράδειγμα ο βιότοπος του ροφού είναι οι βραχώδεις ακτές μιας θαλάσσιας περιοχής με τρύπες, ενώ ο βιότοπος για το αλμυρίκι είναι συνήθως η αμμώδης παραλία.
Διατήρηση4
Το σύνολο των ενεργειών (μέθοδοι, χειρισμοί, φροντίδες) του ανθρώπου ώστε να εξασφαλίζεται η καλύτερη δυνατή απόδοση και η πλήρης και συνεχής λειτουργία των οικοσυστημάτων (σταθερή και υψηλή απόδοση των ανανεώσιμων φυσικών πόρων και αποφυγή σπατάλης των μη ανανεώσιμων).
Διατηρητέα μνημεία της φύσης4
Κηρύσσονται περιοχές που παρουσιάζουν ιδιαίτερη παλαιοντολογική, γεωμορφολογική και ιστορική σημασία, καθώς και δέντρα ή συστάδες δέντρων, υγροβιότοποι ή και σπάνια είδη φυτών με ιδιαίτερη βοτανική, φυτογεωγραφική, αισθητική και ιστορική σημασία.
Δομημένο περιβάλλον4
Είναι το σύνολο των τεχνητών έργων του ανθρώπου και αποτελεί τμήμα του τεχνητού περιβάλλοντος.
Εθνικοί δρυμοί4
Κηρύσσονται περιοχές οι οποίες παρουσιάζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον, από την άποψη διατήρησης της άγριας χλωρίδας και πανίδας, των γεωμορφολογικών σχηματισμών του υπεδάφους, της ατμόσφαιρας, των υδάτων και γενικώς του φυσικού περιβάλλοντός τους και των οποίων επιβάλλεται η προστασία, η διατήρηση και η βελτίωση της σύνθεσης, της μορφής και των φυσικών καλλονών τους, για αισθητική, ψυχική και υγιεινή απόλαυση και ανάπτυξη του τουρισμού, ως και η διενέργεια πάσης φύσεως επιστημονικών ερευνών.
Natura 20004
Είναι δίκτυο περιοχών που δεν προορίζονται αποκλειστικά και μόνο για φυσικά πάρκα, αλλά δύναται να συνυπάρξει η οικονομική πρόοδος και δραστηριότητες που είναι επωφελείς για το κοινωνικό σύνολο στο μέτρο που δεν θίγουν τους στόχους της διατήρησης του φυσικού περιβάλλοντος.
Οικοσύστημα4
Είναι ένα οργανωμένο λειτουργικό σύστημα που περιλαμβάνει το σύνολο των
έμβιων όντων μιας περιοχής (ζώα, φυτά και μικροοργανισμοί) και που αλληλεπιδρά με το αβιοτικό περιβάλλον (έδαφος, νερό, κλίμα) για να διαμορφώσει χαρακτηριστικούς κύκλους ύλης και ενέργειας. Το σύστημα αυτό είναι συνήθως κλειστό (αυτάρκες). Δηλαδή, το οικοσύστημα περιλαμβάνει τους ζωντανούς οργανισμούς και οτιδήποτε τους περιβάλλει και τους επηρεάζει, αλλά και τις αλληλεπιδράσεις ανάμεσα στους οργανισμούς και μεταξύ των οργανισμών και του περιβάλλοντος. Σημειώνεται, ότι κάθε φυσικό οικοσύστημα έχει την ικανότητα να αυτοσυντηρείται και να αυτό ρυθμίζει τις λειτουργίες και διεργασίες του, η οποία όμως ικανότητα δεν είναι απεριόριστη.
Οικότοπος4
Η έννοια του οικότοπου περιλαμβάνει τα είδη των οργανισμών και τα φυσικά τους ενδιαιτήματα σε μια περιοχή. Για παράδειγμα οικότοποι χαρακτηρίζονται τα μεσογειακά πευκοδάση, οι αμμοθίνες, οι εκβολές ποταμών, οι λιμνοθάλασσες, οι λίμνες, οι αβαθείς κόλποι, οι απόκρημνες ακτές, τα δάση κυπαρισσιών, οι φρυγανικές διαπλάσεις, οι φυκιάδες στη θάλασσα, οι ύφαλοι κ.ά.
Οικοτουρισμός4
Είναι μια μορφή αγροτουρισμού (ήπια μορφή τουρισμού) που μεταξύ των άλλων περιλαμβάνει διαδρομές μέσα στη φύση, παρατήρηση πουλιών, πανίδας, χλωρίδας, επισκέψεις σε γεωτόπους, υγροτόπους, δάση, φρυγανότοπους κ.ά. Μπορεί επίσης να περιλαμβάνει αθλήματα και δραστηριότητες περιπέτειας, πολιτιστικές περιηγήσεις κ.ά. Το είδος αυτού του τουρισμού προσαρμόζεται στις ανάγκες της κοινωνίας, στο φυσικό περιβάλλον και στην οικονομία του κάθε τόπου, φέρνοντας έτσι τον άνθρωπο πιο κοντά στη φύση και στους παραδοσιακούς τρόπους ζωής.
Πανίδα4
Είναι η ποικιλία των ζωικών ειδών που ζουν σε μια περιοχή.
Περιβάλλον4
Το σύνολο των φυσικών (βιοτικών-αβιοτικών) και ανθρωπογενών παραγόντων, στοιχείων, δομών και σχέσεων που βρίσκονται σε αλληλεπίδραση και επηρεάζουν την οικολογική ισορροπία, την ποιότητα ζωής, την υγεία των κατοίκων, την ιστορική και πολιτιστική παράδοση και τις αισθητικές αξίες. ‘Όλα όσα περιτριγυρίζουν και επηρεάζουν κάτι.
Πιστοποίηση4
Το σύνολο των διαδικασιών εκείνων, μέσα από τις οποίες διαπιστώνεται αν ένα προϊόν έχει παραχθεί σύμφωνα με κάποιες προδιαγραφές.
Ποικιλότητα4
Με τον όρο αυτό δεν αναφερόμαστε μόνο στον αριθμό των διαφορετικών ειδών που απαρτίζουν ένα οικοσύστημα, αλλά συνεξετάζεται και η κατανομή των ατόμων ανάμεσα στα είδη.
Πολιτιστική κληρονομιά4
Χαρακτηρίζονται έτσι τα μνημεία (αρχιτεκτονικά έργα, οικοδομήματα αρχαιολογικού χαρακτήρα, έργα μνημειακής γλυπτικής, κ.ά.) Και οι χώροι (κοινά δημιουργήματα φύσης και ανθρώπου, αρχαιολογικοί χώροι, κ.ά.) Που έχουν ανεκτίμητη οικουμενική αξία από την άποψη της ιστορίας, της τέχνης, της επιστήμης, της εθνολογίας, της ανθρωπολογίας και της αισθητικής.
Προστασία του περιβάλλοντος4
Το σύνολο των ενεργειών, μέτρων και έργων του ανθρώπου που έχουν στόχο την πρόληψη της υποβάθμισης του περιβάλλοντος (αβιοτικού και ανθρωπογενούς), ή την αποκατάσταση, διατήρηση, ή βελτίωσή του.
Προστατευμένα τοπία4
Χαρακτηρίζονται έτσι περιοχές μεγάλης αισθητικής ή πολιτιστικής αξίας και εκτάσεις που είναι ιδιαίτερα πρόσφορες για αναψυχή του κοινού ή συμβάλλουν στην προστασία ή αποδοτικότητα φυσικών πόρων, λόγω των ιδιαίτερων φυσικών ή ανθρωπογενών χαρακτηριστικών τους. Στα προστατευμένα τοπία μπορεί να δίνονται με βάση τα κύρια χαρακτηριστικά τους, ειδικότερες ονομασίες όπως, αισθητικό δάσος, τοπίο άγριας φύσης, τοπίο αγροτικό, αστικό ή βιομηχανικό.
Σύμβαση Ραμσάρ[23]
Η σύμβαση για τους Υγροβιότοπους Διεθνούς Σημασίας υπογράφηκε στις 2 Φεβρουαρίου 1971 στην περσική πόλη Ραμσάρ και άρχισε να ισχύει στις 21 Δεκεμβρίου του 1975. Η Ελλάδα έχει υπογράψει τη συγκεκριμένη σύμβαση και την επικύρωσε με το Ν.Δ.191/74.
Οι χώρες που υπέγραψαν τη σύμβαση συμφωνούν στα εξής:
- Οι υγροβιότοποι είναι φυσικοί πόροι με μεγάλη αξία (αναψυχική, οικονομική, επιστημονική).
- Οι υγροβιότοποι αποτελούν ενδιαιτήματα σπάνιων ειδών χλωρίδας και πανίδας και κυρίως ορνιθοπανίδας.
- Τα υδρόβια πουλιά μεταναστεύουν εποχιακά και πρέπει να προστατεύονται.
- Τα οικοσυστήματα πρέπει να προστατευτούν για την αειφόρο ανάπτυξη και διατήρηση, εφόσον ο άνθρωπος εξαρτάται απο το περιβάλλον.
- Να μη γίνει μετατροπή των υγροβιοτόπων σε άλλη μορφή.
- Έχουν μεγάλη περιβαλλοντική αξία λόγω της ποικιλότητας των οικοσυστημάτων και της βιοκοινότητας τους.
- Οι υγρότοποι αποτελούν συνδυασμό φυσικών βιοτόπων.
- Είναι σύνθετα οικοσυστήματα και παρέχουν οφέλη ως προς την αλιεία, την κτηνοτροφία, τη δασική ξυλεία, την αναψυχή και την περιβαλλοντική εκπαίδευση.
Ένας υγροβιότοπος χαρακτηρίζεται ως Διεθνούς Σημασίας όταν
α) φιλοξενεί το 1% του μεταναστευτικού πληθυσμού ενός υδρόβιου είδους σε αριθμό τουλάχιστον 100 ατόμων.
β) αν σταματούν εκεί τουλάχιστον 10.000 πάπιες.
γ) αν υπάρχουν φυτά και ζώα που βρίσκονται σε εξαφάνιση.
Υγρότοπος ή Υγροβιότοπος4
Είναι χώρος νερού ή υγρού περιβάλλοντος, τόπος με κινούμενα ή και στάσιμα νερά και η γειτονική περιοχή, ή και η μεταβατική ζώνη μεταξύ υδάτινων και χερσαίων οικοσυστημάτων, όπου ζουν και αναπτύσσονται ζωικοί και φυτικοί οργανισμοί.
Υπερκαταναλωτισμός4
Το κοινωνικό φαινόμενο που χαρακτηρίζεται από την αυξανόμενη παραγωγή καταναλωτικών αγαθών «μιας χρήσεως». Αυτός ο τρόπος ζωής διαμορφώθηκε, κυρίως, στις δυτικές κοινωνίες και στηρίζεται στην άκρατη και αλόγιστη χρήση ενέργειας η οποία προέρχεται από μη ανανεώσιμες πηγές και ρυπαίνει, με μεγάλο όγκο τοξικών αποβλήτων και απορριμμάτων, το επιβαρημένο, ήδη περιβάλλον μας. Ο υπερκαταναλωτισμός έχει επιβληθεί από τα μεγάλα οικονομικά συμφέροντα, κι έχει γίνει αποδεκτός, δυστυχώς , από την πλειοψηφία των ανθρώπων της εποχής μας, ως το σύγχρονο μοντέλο ζωής. Η επικράτηση του οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια, το γήινο οικοσύστημα σε πλήρη κατάρρευση. Τα τελευταία χρόνια γίνονται κάποιες διεθνείς προσπάθειες ανάσχεσης της πορείας προς την οικολογική καταστροφή, αλλά πρέπει να γίνουν μεγάλες αλλαγές, ακόμη, στο οικονομικό και κοινωνικό επίπεδο, ώστε η ανθρωπότητα να έχει ένα ελπιδοφόρο μέλλον.
Φιλικές προς το περιβάλλον τεχνολογίες4
Είναι διεργασίες που χρησιμοποιεί η φύση και τις οποίες αξιοποιεί, εντατικοποιεί και ελέγχει ο άνθρωπος με σκοπό να επιλύσει προβλήματα ρύπανσης και αποκατάστασης υποβαθμισμένων περιοχών. Μέσα σ’αυτές συγκαταλέγεται η αξιοποίηση των διεργασιών της φυσικής εξασθένισης και του αυτοκαθαρισμού που συμβαίνει στο περιβάλλον με φυσικό τρόπο και μεγάλη διάρκεια. Ο άνθρωπος δηλαδή, αξιοποιεί αυτές τις φυσικο-βιοχημικές διεργασίες της φύσης και με ταχύτατους ρυθμούς προσπαθεί να αποκαταστήσει το περιβάλλον.
Φυσικό περιβάλλον4
Οτιδήποτε υπάρχει και δημιουργήθηκε ανεξάρτητα από τον άνθρωπο. Διακρίνεται σε αβιοτικό (φως, έδαφος, νερό, ατμόσφαιρα) και βιοτικό περιβάλλον (φυτά, ζώα).
Φυσικοί πόροι4
Είναι τα πρωταρχικά βασικά συστατικά της φύσης, τα οποία μπορεί να είναι άψυχα ή και έμψυχα και τα οποία έχουν αξία, μπορούν να χρησιμοποιηθούν από τον άνθρωπο, αλλά δεν παράγονται από αυτόν. Φυσικός πόρος είναι το νερό, η ηλιακή ενέργεια, ο αέρας, η γη που καλλιεργούμε, τα δάση, τα λιβάδια, τα μεταλλεύματα, τα ορυκτά, τα αλιεύματα κ.ά. Κάθε στοιχείο του φυσικού περιβάλλοντος που χρησιμοποιείται ή μπορεί να χρησιμοποιηθεί από τον άνθρωπο για την ικανοποίηση των αναγκών του και αποτελεί αξία για το κοινωνικό σύνολο.
Χλωρίδα4
Είναι η ποικιλία των φυτικών οργανισμών που ζουν σε μία περιοχή και είναι διαφορετικός όρος από εκείνον της βλάστησης.
Βιβλιογραφία – Πηγές:
Αδάμου A. & Μεταξάς Θ. (2003), Δημιουργώντας την ελκυστική εικόνα ενός τόπου μέσα από τη διαδικασία του Μάρκετινγκ του τόπου: Η περίπτωση της Αλοννήσου
ΑΣ Κοινωνική Αμφικτιονία, Μεθοδολογία Παρατηρητηρίου Απασχόλησης και Επιχειρηματικότητας (equal)
Δρ. Νίκος Γιαννής (2002), Τι είναι η Κοινωνία Πολιτών;
Κοινωνική οικονομία και κοινωνική επιχειρηματικότητα – Οδηγός για την Κοινωνική Ευρώπη – Τεύχος 4 (2013)
Center for Regional Social and Cultural Entrepreneurship in Tourism – Μελέτη για την καταγραφή της υφιστάμενης κατάστασης στο πλαίσιο της κοινωνικής οικονομίας και της κοινωνικής επιχειρηματικότητας στην περιφέρεια Πελοποννήσου (2006)
ec.europa.eu – strategic framework for European cooperation in education and training (“ET 2020”)
el.wikipedia.org/wiki
koinoniki-georgia.blogspot.gr
oikopress.gr
www.pess.gr – Πανελλήνια Ένωση Σχολικών Συμβούλων
www.sciencenews.gr – Περιβαλλοντικό γλωσσάρι
www.uth.gr – Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας
www.ctp.gr – Πολιτιστικό Τρίγωνο Πρεσπών
www.visitcyprus.biz -Κυπριακός Οργανισμός Τουρισμού
[1] Αδάμου A. & Μεταξάς Θ. (2003), Δημιουργώντας την ελκυστική εικόνα ενός τόπου μέσα από τη διαδικασία του Μάρκετινγκ του τόπου: Η περίπτωση της Αλοννήσου
[4] www.ctp.gr – Πολιτιστικό Τρίγωνο Πρεσπών
[5] www.visitcyprus.biz -Κυπριακός Οργανισμός Τουρισμού
[11]www.uth.gr – Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας
[12] ec.europa.eu – strategic framework for European cooperation in education and training (“ET 2020”)
[13] www.pess.gr – Πανελλήνια Ένωση Σχολικών Συμβούλων
[14] Κοινωνική οικονομία και κοινωνική επιχειρηματικότητα – Οδηγός για την Κοινωνική Ευρώπη – Τεύχος 4 (2013)
[15] Center for Regional Social and Cultural Entrepreneurship in Tourism – Μελέτη για την καταγραφή της υφιστάμενης κατάστασης στο πλαίσιο της κοινωνικής οικονομίας και της κοινωνικής επιχειρηματικότητας στην περιφέρεια Πελοποννήσου (2006)
[16] koinoniki-georgia.blogspot.gr
[17] Ν. 4019/2011 Κοινωνική Οικονομία και Κοινωνική Επιχειρηματικότητα και λοιπές διατάξεις, (ΦΕΚ Α’ 216/30.09.2011)
[18]ΑΣ Κοινωνική Αμφικτιονία, Μεθοδολογία Παρατηρητηρίου Απασχόλησης και Επιχειρηματικότητας (equal)
[19] Δρ. Νίκος Γιαννής (2002), Τι είναι η Κοινωνία Πολιτών;
[20] Διεθνής Οργάνωση Βιοπολιτικής
[21] www.sciencenews.gr – Περιβαλλοντικό γλωσσάρι
[22] www.biodiversity.gr
[23] el.wikipedia.org/wiki