Η κοινωνική οικονομία του κου Βασίλη Τακτικού 3ο κεφ.

3ο Κεφάλαιο

Θέσμιση της κοινωνικής οικονομίας

(Η κοινωνική οικονομία ως σύστημα – Μοντελοποίηση)

Η θέσμιση της κοινωνικής οικονομίας συμπίπτει με το μακρόπνοο σχεδιασμό για τη δημιουργία ενός ολοκληρωμένου κεφαλαίου της κοινωνικής οικονομίας και των κοινωνικών επιχειρήσεων.

Την ανάγκη δημιουργίας ενός ευνοϊκού περιβάλλοντος για την ανάπτυξη των Κοιν.Σ.Επ.

Τις ανάγκες συντονισμού και ενεργοποίησης όλων εμπλεκομένων συνεταιριστών, Συμπράξεων, οργανώσεων της Κοινωνίας Πολιτών, συμμετεχόντων -συμπραττόντων εταίρων στο πλαίσιο της κοινωνικής επιχειρηματικότητας, καθώς και των διαμεσολαβητικών – υποστηρικτικών δομών, Δήμων, δημόσιων και ιδιωτικών επιχειρήσεων.

Θέτει εξαρχής ότι σκοπός της πράξης «για τη δημιουργία και λειτουργία Κεντρικού Μηχανισμού Υποστήριξης της ανάπτυξης και προώθησης των Κοινωνικών Συνεταιριστικών Επιχειρήσεων (Κοιν.Σ.Επ.)» θα πρέπει να είναι η κινητοποίηση ανθρώπινων και υλικών πόρων, η μόχλευση και ενεργός συμμετοχή όλων των εμπλεκόμενων στην υπόθεση αυτή και οι συνέργειες μεταξύ τους για την αναβάθμιση του πεδίου.

Παράλληλα, τίθεται ως προϋπόθεση η ορθοδόμιση των όρων της Κοινωνικής Οικονομίας που τη διαχωρίζει από τον κρατικό και ιδιωτικό τομέα, ορίζοντας έτσι και την στόχευση των οργανωτικών εργαλείων προς τους οργανικούς αποδέκτες και συντελεστές που μπορούν να συμβάλλουν προς το σκοπό και συνιστούν το υποκείμενο της κοινωνικής επιχειρηματικότητας.

Με βάση αυτό το σκεπτικό της ορθοδομής των απαραίτητων όρων, που με την σειρά τους καθορίζουν τις δομές και τα εργαλεία ανάπτυξης της κοινωνικής επιχειρηματικότητας θέτουμε τις παρακάτω προτεραιότητες:

Την ανάγκη συγκέντρωσης κοινωνικού κεφαλαίου και διανοητικού κεφαλαίου με τη μορφή ψηφιακού περιεχομένου, και εγχειριδίων διαχείρισης της σχετικής γνώσης που αντισταθμίζει πάντα το μέγεθος του απαιτούμενου χρηματικού κεφαλαίου για την εκκίνηση μιας κοινωνικής επιχείρησης έχοντας ως εφόδιο τα εργαλεία διάδοσης και κοινωνικοποίησης της γνώσης.

Με συγκεκριμένα εργαλεία ένα λεξικό για την κοινωνική οικονομία, πλατφόρμα ηλεκτρονικής μάθησης (e-learning) και σχετικό wiki.

Την οικοδόμηση σχέσεων εμπιστοσύνης και συνεργασίας μεταξύ καταναλωτικών και άλλων συλλογικών οργανώσεων με παραγωγικές οργανώσεις με στόχο τον περιορισμό της διαμεσολάβησης προς όφελος και των δυο πλευρών και της κοινωνίας γενικότερα. Σχέσεων εμπιστοσύνης που μετουσιώνονται σε συγκεκριμένες οργανωτικές δομές και Σύμφωνα συνεργασίας – Περιφερειακά Παρατηρητήρια.

Τη διαμόρφωση εργαλείων σύνθεσης των κατακερματισμένων υλικών και ανθρώπινων πόρων βάσει της οποίας μπορούν να δημιουργηθούν νέες κοινωνικές επιχειρήσεις αξιοποιώντας ανενεργούς υλικούς πόρους της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, κρατικών οργανισμών και ιδρυμάτων. Μετασχηματίζοντας τα διάφορα επιδόματα ανεργίας σε κεφάλαιο κίνησης για νέες επιχειρήσεις και εξασφαλίζοντας ταυτόχρονα ως ένα βαθμό τη διάθεση προϊόντων και υπηρεσιών. Με μετρήσιμο στόχο τη σύνθεση των διαθέσιμων πόρων που οδηγούν σε νέες επενδύσεις. Επί παραδείγματι, στην επιχειρηματικότητα της υψηλής κοινωνικής αποστολής, όπως είναι η Κοινωνικά Υποστηριζόμενη Γεωργία, η οποία μπορεί να παρακινήσει νέους αγρότες στην ανάπτυξη αγροτικής επιχειρηματικότητας.

Την ανάδειξη νέων προϊόντων και υπηρεσιών διευρύνοντας το αντικείμενο επιχειρηματικότητας, αλλά και θέσεων εργασίας εκεί που αδυνατεί να δημιουργήσει το κράτος και η αγορά. Με εργαλείο έναν οδηγό επαγγελμάτων κοινωνικής οικονομίας

Τη δικτύωση των εθελοντικών οργανώσεων της Κοινωνίας Πολιτών με τις κοινωνικές επιχειρήσεις και όλους τους συντελεστές της κοινωνικής οικονομίας, με στόχο την δημιουργία ευνοϊκού περιβάλλοντος με την ανάπτυξη της κουλτούρας του συνεργατισμού. Με εργαλείο την δημιουργία συνεκτικού ιστού των διαφόρων κοινωνικών δικτύων αλληλεγγύης κοινωνικής δράσης και καλών πρακτικών.

Στον τομέα αυτόν μπορεί να αξιοποιηθεί ο θεσμός των «κοινωνικών αναπτυξιακών συμπράξεων» Τοπικής Αυτοδιοίκησης και οργανώσεων της Κοινωνίας Πολιτών υπό το πρίσμα της εργασιακής κουλτούρας της κοινωνικής υπευθυνότητας, που αποτελεί το κλειδί της ευρωπαϊκής ανταγωνιστικότητας.

Με διαδικτυακά εργαλεία διάδοσης της γνώσης και της πληροφορίας τα οποία πρέπει να συντελούν στη δραστική μείωση του κόστους διαμεσολάβησης της γνώσης για την ίδρυση και λειτουργία μιας κοινωνικής επιχείρησης, περιορίζοντας έτσι το κόστος συμβουλευτικής .

Τα εργαλεία μέτρησης της ποιότητας, π.χ. EFQM και μέτρησης της αποτελεσματικότητας, π.χ. Social Return on Investment, έχουν να συμβάλουν επί της ουσίας εφόσον εξυπηρετούν τους προαναφερόμενους όρους ενίσχυσης του επιχειρηματικού υποκειμένου και αντικειμένου. Εάν οι παραπάνω όροι παραμένουν σε στατικό επίπεδο η σημασία τους είναι περιορισμένη.

Η επιστημονική ομάδα του μηχανισμού στήριξης θα πρέπει να έχει ως σκοπό την αποτελεσματική διαχείριση του διανοητικού κεφαλαίου των παραπάνω όρων και την επινόηση εργαλείων σύνθεσης των διαθέσιμων πόρων με αιχμή τη διάδοση των πλεονεκτημάτων της κοινωνικής επιχειρηματικότητας.

Σε όλες τις περιπτώσεις, το σύστημα συμβουλευτικής θα ενισχυθεί με θεματικά εργαστήρια των social media, εξασφαλίζοντας τη δυνατότητα ανάπτυξης του κοινωνικού κεφαλαίου βάσει της συνεργασίας και της αλληλέγγυας οικονομίας.

3.2.      Τομείς εφαρμογής της κοινωνικής οικονομίας

Η αλληλέγγυα οικονομία με τη μορφή συνεργατισμού των μη κερδοσκοπικών εταιρειών μπορεί να έχει αντικείμενο δραστηριότητας την προστασία του περιβάλλοντος, την ανθρωπιστική δραστηριότητα και στις υπηρεσίες υγείας.

Η κοινωνική οικονομία αναφέρεται στο σύνολο των οικονομικών και επιχειρηματικών δραστηριοτήτων, οι οποίες αναλαμβάνονται από νομικά πρόσωπα, όπως κοινωνικές συνεταιριστικές επιχειρήσεις, ΜΚΟ, ιδρύματα κ.ά., με στόχο το συλλογικό οικονομικό και κοινωνικό συμφέρον αλλά και τη διασφάλιση του συλλογικού συμφέροντος των ίδιων των μελών των κοινωνικών συνεταιριστικών επιχειρήσεων, ΜΚΟ κ.ά.

Η εφαρμογή της κοινωνικής οικονομίας βασίζεται:

  • Στην απασχόληση ευπαθών και ευάλωτων κοινωνικά ομάδων.
  • Στην επανεπένδυση των κερδών σε σκοπούς της επιχείρησης με έμφαση στη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας.
  • Στον κοινωνικού χαρακτήρα καταστατικό σκοπό.
  • Στην περιορισμένη διανομή κερδών βάσει της συμβολής των εργαζομένων στο έργο και τις υπηρεσίες της κοινωνικής επιχείρησης και όχι βάσει της συμβολής τους στο μετοχικό κεφάλαιο.

Οι επιχειρήσεις, λοιπόν, του τρίτου τομέα της οικονομίας καλούνται να λειτουργήσουν σε ένα συνεχώς μεταβαλλόμενο πολιτικό-κοινωνικό-οικονομικό περιβάλλον και να καλύψουν ένα ευρύ φάσμα ανθρώπινων και κοινωνικών αναγκών, που βρίσκονται εκτός της συμβατικής αγοράς αγαθών και υπηρεσιών. Εν μέσω της παγκόσμιας αυτής κρίσης, είναι ιδιαίτερα σημαντική η κατανόηση της μεγάλης σημασίας της Κοινωνικής Οικονομίας για τη διατήρηση της οικονομικής και κοινωνικής συνοχής, καθώς και της επιχειρηματικής δραστηριότητας.

Γενικά, η κοινωνική οικονομία μπορεί να αναπτυχθεί σε οποιονδήποτε τομέα της ευρύτερης οικονομίας. Στα πλαίσια, όμως, του σκοπού της κοινωνικής οικονομίας, θα ακολουθήσει μια ομαδοποίηση και ανάλυση των κυριότερων τομέων στους οποίους δύναται αυτή να εφαρμοστεί.

Οι κυριότεροι τομείς που μπορεί να αναπτυχθεί η κοινωνική οικονομία είναι:

  1. Κοινωνικά υποστηριζόμενη γεωργία.
  2. Παραγωγή και μεταποίηση.
  3. Υπηρεσίες – Υγεία.
  4. Περιβάλλον (Πράσινη επιχειρηματικότητα).
  5. Κοινωνικός Τουρισμός.

i.          Κοινωνικά υποστηριζόμενη γεωργία (CSA)

Μία νέα μορφή γεωργικής εκμετάλλευσης, η Κοινωνικά Υποστηριζόμενη Γεωργία (CSA), έρχεται ως εναλλακτική πρόταση στην παραγωγή και διάθεση των αγροτικών προϊόντων στην αγορά. Εμφανίζει μεγάλο ενδιαφέρον σε παγκόσμιο επίπεδο, καθώς οι αγρότες και οι καταναλωτές αναπτύσσουν στενή συνεργασία βασισμένη στην αμοιβαία εμπιστοσύνη. Αποτελεί ένα σχετικά νέο κοινωνικοοικονομικό μοντέλο παραγωγής τροφίμων, πώλησης και διανομής, αγροτικών προϊόντων.

Η Κοινωνική Γεωργία έχει ως σκοπό τη δημιουργία οικολογικών και κοινωνικά «δίκαιων» καλλιεργειών. Οι παραγωγοί οφείλουν να χτίσουν το οικοδόμημα της εμπιστοσύνης προς τους καταναλωτές, οι οποίοι έχουν τη δυνατότητα να συνεισφέρουν στη διαδικασία της παραγωγής σε μια γεωργική εκμετάλλευση. Είτε με το να χρηματοδοτήσουν εξαρχής τον προϋπολογισμό μιας γεωργικής εκμετάλλευσης για το σύνολο της παραγωγικής περιόδου είτε με το να συμμετέχουν ενεργά στις διαδικασίες της καλλιέργειας. Έτσι, προμηθεύονται γεωργικά προϊόντα σε τακτά χρονικά διαστήματα και συναποφασίζουν για το ποια προϊόντα ενδιαφέρουν, ποια καλλιεργητική μέθοδος θα εφαρμοστεί και σε ποια τιμή πώλησης, καθότι εξαλείφεται το κόστος διανομής. Αυτό το είδος ρύθμισης ονομάζεται επιμερισμός σοδειάς ή σύστημα καλαθιού.

Η παραγωγή των τροφίμων πραγματοποιείται σύμφωνα με τις αρχές της βιολογικής γεωργίας ή ακόμα και της βιοδυναμικής (μορφή βιολογικής γεωργίας με έμφαση στις κοσμικές δυνάμεις). Η Κοινωνική Γεωργία εστιάζει συνήθως σε ένα σύστημα εβδομαδιαίας διανομής λαχανικών ενίοτε λουλουδιών, φρούτων, βοτάνων αλλά ακόμη και γάλακτος ή προϊόντων κρέατος σε ορισμένες περιπτώσεις. Οι παραγωγοί διασφαλίζουν τους απαραίτητους πόρους τόσο για τις καλλιεργητικές τους δραστηριότητες, όσο και για τη διαβίωσή τους χωρίς μεσάζοντες προσφέροντας στους καταναλωτές τρόφιμα υψηλής προστιθέμενης αξίας.

Κοινωνικά αγροκτήματα

Σκοπός των κοινωνικών αγροκτημάτων είναι να προσφέρουν τη δυνατότητα σε πολίτες άνεργους ή χαμηλοσυνταξιούχους, να καλλιεργούν τα δικά τους προϊόντα. Για παράδειγμα, μπορούν να μετατραπούν εγκαταλειμμένα αγροτεμάχια σε μικρούς κοινωνικούς λαχανόκηπους, η χρήση των οποίων μπορεί να παραχωρηθεί σε ευαίσθητες κοινωνικά ομάδες.

Κοινωνικοί λαχανόκηποι

Δημοτικοί ή αστικοί λαχανόκηποι είναι μικρά τεμάχια γης εντός ή περιαστικά των πόλεων, παραχωρημένα εκ μέρους της Τοπικής Αυτοδιοίκησης έναντι συμβολικού ή όχι ενοικίου στους κατοίκους της περιοχής, για την καλλιέργεια φρούτων και λαχανικών του νοικοκυριού τους..

Οι κοινωνικοί λαχανόκηποι μπορεί, επίσης, να είναι παραχωρημένες εκτάσεις είτε από δήμους είτε από ιδιώτες σε διάφορους κοινωνικούς φορείς οι οποίοι σε συνεργασία με εργαζόμενους σε κοινωφελείς σκοπούς και εθελοντές, τις καλλιεργούν με σκοπό τη διάθεση των προϊόντων σε οργανώσεις ή συλλόγους με φιλανθρωπικό έργο (κοινωνικά παντοπωλεία, συσσίτια).

Η παραχώρηση των εκτάσεων γίνεται από τους δήμους σε μεμονωμένους δημότες, με σκοπό την καλλιέργειά τους με εποχικά κηπευτικά ή αρωματικά φυτά για δική τους χρήση. Η επιλογή των δικαιούχων, συνήθως, γίνεται με κοινωνικά και οικονομικά κριτήρια, δηλαδή, προηγούνται οι άνεργοι, οι πολύτεκνοι και πολίτες με χαμηλά ή μηδαμινά εισοδήματα. Οι καλλιεργητές λαμβάνουν τακτικά οδηγίες και συμβουλές από τους γεωπόνους των δήμων.

Οι κοινωνικοί λαχανόκηποι, εκτός από τους φορείς της Τοπικής Αυτοδιοίκησης μπορεί να παραχωρηθούν κι από ιδιώτες που διαθέτουν ακαλλιέργητες εκτάσεις, συνήθως εντελώς δωρεάν. Υπεύθυνοι για την καλλιέργειά τους είναι, ως επί το πλείστον, εργαζόμενοι σε προγράμματα κοινωφελούς εργασίας αλλά και εθελοντές. Τα παραγόμενα προϊόντα, στην πλειοψηφία τους, διατίθενται δωρεάν σε οικονομικά και κοινωνικά αδύναμες ομάδες ανθρώπων, όπως για παράδειγμα σε γηροκομεία, ορφανοτροφεία και σε άπορους.

Απαραίτητη προϋπόθεση και στις δύο περιπτώσεις είναι η καλλιέργεια των λαχανικών σύμφωνα με τις αρχές και τους κανόνες της βιολογικής γεωργίας.

Διάθεση των αγροτικών προϊόντων

Ο πρωτογενής τομέας είναι η βάση της πραγματικής οικονομίας, δηλαδή, τα άμεσα αγαθά που χρειάζεται η κοινωνία. Ορισμένα από αυτά τα βασικά αγαθά δεν χρειάζονται δύσκολες και περίπλοκες διαδικασίες για την παραγωγή τους. Για τη διάθεση των αγαθών αυτών, λύση αποτελεί η σύσταση διαφόρων κοινωνικών συνεταιρισμών, οι οποίοι μπορούν να αναπτύξουν και ειδικές καλλιέργειες με ποιοτικά προϊόντα υψηλής προστιθέμενης αξίας. Το εγχείρημα αυτό μπορεί να συμβάλλει στη μεταστροφή νέων ανθρώπων και επιστημόνων προς την αγροτική οικονομία, δίνοντας στο επάγγελμα του αγρότη ιδιαίτερη σημασία και νέο κοινωνικό περιεχόμενο.

ii.         Παραγωγή και Μεταποίηση

Στόχος τους είναι να προάγουν το τοπικό και συλλογικό συμφέρον, την προώθηση της απασχόλησης, την ενδυνάμωση της κοινωνικής συνοχής και της τοπικής ή περιφερειακής ανάπτυξης. Σε αυτές, δραστηριοποιούνται, ως επί το πλείστον, άνεργοι νέοι επιστήμονες οι οποίοι μπορούν να προσφέρουν τα μέγιστα στην παραγωγή τοπικών προϊόντων και στην παροχή υπηρεσιών σε τομείς, όπως ο πολιτισμός, το περιβάλλον, η οικολογία, η εκπαίδευση, οι παροχές κοινής ωφέλειας, η αξιοποίηση τοπικών προϊόντων, η διατήρηση παραδοσιακών δραστηριοτήτων και επαγγελμάτων κ.ά.

Οι κοινωνικοί συνεταιρισμοί μπορούν να αναπτύξουν οποιεσδήποτε δραστηριότητες, καλύπτοντας ολόκληρο το φάσμα της παραγωγής, της μεταποίησης αλλά και της εμπορίας αγροτικών προϊόντων, καταναλωτικών προϊόντων, κτηνοτροφικών προϊόντων, προμήθειας και εμπορίας γεωργικών εφοδίων, καθώς και της κατασκευής, προμήθειας και εμπορίας μέσων αγροτικής παραγωγής και παροχής υπηρεσιών κ.ά.

iii.        Υπηρεσίες – Υγεία

Στα σημερινά προβλήματα που παρουσιάζει το σύστημα της υγείας στη χώρα μας η λύση μπορεί να δοθεί σίγουρα και μέσω της κοινωνικής οικονομίας. Σε μια εποχή που η φτώχεια και η ανέχεια έχουν έρθει στο προσκήνιο, τα κοινωνικά φαρμακεία και τα κοινωνικά ιατρεία των Δήμων, κινούμενα από μια ισχυρή πρωτοβουλία αλληλεγγύης, περιθάλπουν εκατοντάδες άπορους πολίτες. Μάλιστα, τα κοινωνικά φαρμακεία σε σύμπραξη με αγροτικές ΚοινΣΕπ μπορούν να παρασκευάζουν φυτικά φάρμακα και καλλυντικά από βιολογικές καλλιέργειες και να τα διανέμουν είτε δωρεάν είτε με ένα συμβολικό αντίτιμο.

Στον τομέα της υγείας, δραστηριοποιούνται κοινωνικές επιχειρήσεις και συνεταιρισμοί για τη φροντίδα ηλικιωμένων και ομάδων με ειδικά προβλήματα υγείας. Επίσης, έχουν δημιουργηθεί εταιρείες παροχής υπηρεσιών για προσπελάσιμα συστήματα μεταφορών, όπως εταιρείες ταξί και λεωφορείων, καθώς και τεχνικές εταιρίες με εξειδίκευση στην κατασκευή προσπελάσιμων χώρων (κυρίως για άτομα με ειδικές ανάγκες). Τέλος, δραστηριοποιούνται εταιρείες πληροφορικής – παροχής εξειδικευμένων υπηρεσιών για αναπήρους, ηλικιωμένους, κ.ά.

Αυτοδιαχειριζόμενα Ταμεία Υγείας

Η ίδρυση της Ο.Α.Τ.Υ.Ε., το 1996, αποτελεί την πρώτη οργανωτική σύνδεση Ταμείων Υγείας και την πρώτη Ομοσπονδία Αυτοδιαχειριζόμενων Ταμείων Υγείας στην Ελλάδα. Είναι Ν.Π.Ι.Δ. μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, τα Ταμεία – μέλη του οποίου αριθμούν περίπου 110.000 ασφαλισμένους και 1.000 εργαζόμενους. Τα τέσσερα Ταμεία Υγείας που συνδέθηκαν, λειτουργούν με βάση το αυτοδιαχειριζόμενο πρότυπο, όπου τα μέλη τους σε τακτά χρονικά διαστήματα εκλέγουν τη Διοίκηση, που διαχειρίζεται τους υλικούς και ανθρώπινους πόρους των Ταμείων. Παρέχουν στα μέλη τους υπηρεσίες περίθαλψης υγείας, πλήρη ιατροφαρμακευτική και νοσοκομειακή περίθαλψη, διαθέτουν δε, πολύχρονη πείρα στον τομέα της Προληπτικής Ιατρικής. Δε λαμβάνουν κοινωνικούς πόρους από το Κράτος, είναι μη κερδοσκοπικά, αυτοδιοικούμενα και λειτουργούν με κύριο γνώμονα τις αξίες της αλληλοβοήθειας και της αλληλεγγύης.

Από τους βασικούς στόχους για την Ομοσπονδία αποτελούν, τόσο η ανάπτυξη μιας ουσιαστικής σχέσης εμπιστοσύνης και αξιοπιστίας ανάμεσα σε γιατρό και ασθενή, όσο και η αντιμετώπιση του φαινομένου της ‘πολυφαρμακίας’ και της αλόγιστης χρήσης φαρμάκων αλλά και της κατάχρησης των ιατρικών υπηρεσιών γενικότερα.

Τα τέσσερα Ταμεία προσφέρουν πρωτοβάθμια ιατρική φροντίδα στα σύγχρονα εξοπλισμένα ιατρεία τους, τα μικροβιολογικά και ακτινοδιαγνωστικά εργαστήρια, καθώς και τα φυσικοθεραπευτήρια που διατηρούν στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη, ενώ καλύπτουν τη νοσηλεία των ασφαλισμένων τους σε όλα τα δημόσια νοσοκομεία και σε συμβεβλημένα ιδιωτικά θεραπευτήρια.

Τα Αυτοδιαχειριζόμενα Ταμεία Υγείας που αποτελούν την Ο.Α.Τ.Υ.Ε, καθώς και η Διεθνής Ομοσπονδία Αυτοδιαχειριζόμενων Ταμείων, η ΑΙΜ, αποτελούν χαρακτηριστική μορφή Κοινωνικής Οικονομίας, με εξουσία που πηγάζει από τους ίδιους τους εργαζομένους και τα μέλη μας, που μας εκλέγουν σε τακτά χρονικά διαστήματα και παράγουμε έργο το οποίο κρίνεται και αξιολογείται καθημερινά. Η ανάπτυξη των θέσεων και των ενεργειών μας δεν προσβλέπει στο κέρδος, αλλά στο συλλογικό κοινωνικό συμφέρον και τις νοοτροπίες εκείνες που θα το ενθαρρύνουν.

Προσδοκία της Ο.Α.Τ.Υ.Ε. είναι η κατάρτιση και θεσμοθέτηση ενός Ευρωπαϊκού Καταστατικού για τα Αυτοδιαχειριζόμενα-Αλληλοβοηθητικά Ασφαλιστικά Ταμεία Υγείας. Σε σύγκριση με τις ιδιωτικές ασφαλιστικές εταιρείες, τα Αυτοδιαχειριζόμενα Ταμεία Υγείας δεν κάνουν επιλογή των κινδύνων και ως εκ τούτου, στην τρέχουσα περίοδο της κρίσης καλούνται να αντιμετωπίσουν μεγαλύτερο φάσμα κινδύνων και δυσκολιών. Γι’ αυτό και θεωρούμε δίκαιο να τους παραχωρηθούν υποστηρικτικά ορισμένα πλεονεκτήματα, ώστε να ξεπεραστούν, στο μέτρο του δυνατού, τα προβλήματα και να δοθεί η ώθηση για ενεργό ανάπτυξη. Η εσωτερική αγορά και η νομοθεσία της Ε.Ε. θα πρέπει να εξετάσουν προσεκτικά το ζήτημα, ώστε να προωθηθεί η πολλαπλότητα των επιχειρησιακών μοντέλων Κοινωνικής Ασφάλισης, ως βασικό ζήτημα πολιτικής σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης. Πρέπει να μειωθεί η παροχή προνομίων προς το παραδοσιακό καπιταλιστικό επιχειρηματικό μοντέλο και να παρασχεθούν ίσοι όροι ανταγωνισμού στους φορείς οργανώσεων Κοινωνικής Οικονομίας κάθε μορφής.

Υπάρχει ανάγκη για δημιουργία ενός «ισότιμου πεδίου ανταγωνισμού» που θα παρέχει στα αυτοδιαχειριζόμενα ασφαλιστικά ταμεία υγείας, αλλά και στις ενώσεις και τα ιδρύματα, ισοδύναμα μέσα και ευκαιρίες με εκείνα των ιδιωτικών επιχειρήσεων.

Στο κομμάτι της περίθαλψης υγείας, ένα ευρωπαϊκό καταστατικό για τα Αυτοδιαχειριζόμενα Ταμεία Υγείας θα σημάνει τη λύση που θα ενώσει πραγματικά εκατομμύρια Ευρωπαίους και θα ενοποιήσει την παροχή φροντίδας, εφόσον θα συμβάλει στη διατήρηση και ενίσχυση της αλληλεγγύης, στην αύξηση της αποτελεσματικότητας των συστημάτων υγείας και στην τοποθέτηση της πρόληψης στο επίκεντρο των δράσεων για την Υγεία, στο πλαίσιο της Ε.Ε.

Κοινωνικά Ιατρεία – Φαρμακεία

Σκοπός των κοινωνικών ιατρείων είναι η παροχή πρωτοβάθμιας περίθαλψης και φροντίδας υγείας σε ανασφάλιστους πολίτες, Έλληνες και μετανάστες, και κοινωνικά αποκλεισμένους, άπορους και μακροχρόνια ανέργους, οι οποίοι δεν έχουν τη δυνατότητα να ασφαλιστούν και δεν μπορούν να πληρώσουν το σύνολο του κόστους της θεραπείας τους ή των εξετάσεών τους. Κατά περίπτωση δύναται να εξασφαλίζεται δωρεάν και η δευτεροβάθμια και τριτοβάθμια περίθαλψη, νοσηλεία και αποκατάσταση.

Οι ιατροί εξετάζουν τους ασθενείς δωρεάν. Επίσης, τα φάρμακα συλλέγονται είτε από δωρεές είτε από πολίτες που μπορούν να προσκομίσουν φαρμακευτικό υλικό το οποίο δε χρειάζονται. Τέλος, οποιοσδήποτε μπορεί να εργαστεί εθελοντικά για τη λειτουργία του εκάστοτε κοινωνικού ιατρείου (για παράδειγμα γραμματειακή υποστήριξη, καθαριότητα χώρου κ.τ.λ).

iv.        Πράσινη επιχειρηματικότητα

Μπροστά στο περιβαλλοντικό αδιέξοδο των μεγάλων πόλεων, υπάρχει το όραμα των «πράσινων πόλεων», μια ρεαλιστική διέξοδος αλλαγής κατεύθυνσης των επενδύσεων και του καταναλωτικού προτύπου.

Συνδέεται άμεσα με την πράσινη ζήτηση σε υγιεινά και ωφέλιμα προϊόντα και υπηρεσίες, με την ανάπτυξη των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και την οικοδιαχείριση του νερού, με τα βιοκλιματικά κτίρια και την εξοικονόμηση της ενέργειας, με την πολιτική για τις «πράσινες πόλεις» και την ανακύκλωση με την οικοπροστασία των δασών και της θάλασσας. Με την αξίωση για καθαρό περιβάλλον και υγεία.

Το κέρδος έτσι, είναι διπλό. Αφενός έχουμε ενεργητική προωθητική διαδικασία για την προστασία του περιβάλλοντος κι αφετέρου πράσινη ανάπτυξη που εξασφαλίζει τη βιωσιμότητα των οικοσυστημάτων.

Η επιχειρηματικότητα στον τομέα της ενέργειας διευκολύνεται σε μεγάλο βαθμό από την ανάγκη μετάβασης από τα ορυκτά καύσιμα, το πετρέλαιο και τον άνθρακα προς την ενέργεια από τον Ήλιο και την αξιοποίηση της τεχνολογίας του υδρογόνου.

Η διασπορά των επενδύσεων στις ήπιες μορφές ενέργειας από δήμους προς στις μικρές επιχειρήσεις και στα νοικοκυριά μπορεί να αναζωογονήσει τις τοπικές κοινωνίες.

Προσεγγίζουμε το ζήτημα από αυτή τη σκοπιά, γιατί η πράσινη ανάπτυξη, χωρίς τη συμμετοχή της τοπικής κοινωνίας είναι ελλειμματική. Περιορίζει τους ανθρώπινους πόρους, τις κινητήριες δυνάμεις και το τελικό όφελος στην τοπική κοινωνία.

Η ζεύξη της πράσινης ανάπτυξης με την κοινωνική οικονομία

Η οριζόντια συνεργασία των κοινωνικών δικτύων και των οργανώσεων περιβάλλοντος με τους φορείς της Τ.Α. αποτελεί το κλειδί για να ευοδωθεί τόσο η υπόθεση της οικοπροστασίας, όσο και η πράσινη επιχειρηματικότητα που είναι η κινητήρια δύναμη για να έχουμε ένα βιώσιμο αστικό περιβάλλον. Αποτελούν, δηλαδή, δύο αλληλένδετες έννοιες.

Δεν μπορούμε να έχουμε την επιθυμητή προστασία του περιβάλλοντος, όπως για παράδειγμα, την μείωση της αστικής ατμοσφαιρικής ρύπανσης εάν δεν κινητοποιήσουμε οικονομικούς και ανθρώπινους πόρους μέσω της εξοικονόμησης ενέργειας και της πράσινης ανάπτυξης (το λεγόμενο κοινωνικό κεφάλαιο). Και δεν μπορούμε να κινητοποιήσουμε πόρους και πολιτικές σε ικανό βαθμό εάν δεν κινητοποιηθούν τοπικές κοινωνίες και τοπική αυτοδιοίκηση για να «καλλιεργήσουν» το έδαφος τόσο της ζήτησης όσο και της επιχειρηματικότητας προς αυτή την κατεύθυνση.

Νέες τεχνολογίες και νέες συλλογικότητες

Στο άμεσο μέλλον, χωρίς την άμεση μετάβαση από τα ορυκτά καύσιμα στις ήπιες μορφές ενέργειας, το επακόλουθο της ενεργειακής κρίσης, η κατάρρευση των συστημάτων, θα είναι ο χειρότερος εφιάλτης στην παγκόσμια κοινωνία, με αλυσιδωτές επιδράσεις και στην παγκόσμια οικονομία. Καμία τύπου αγορά από μόνη δεν μπορεί να δώσει τη λύση χωρίς την πολιτική.

Η γεωγραφική ανισοκατανομή των ενεργειακών πόρων του πετρελαίου και φυσικού αερίου, είναι το σύνδρομο μιας παγκόσμιας ιδεολογικής ηγεμονίας της οικονομικής ολιγαρχίας, που για τη διατήρηση των προνομιών της, θέτει σε κίνδυνο ολόκληρο τον πλανήτη, μέσα από ένα σύστημα εξουσίας που ελέγχεται από τα μονοπωλιακά συμφέροντα. Αυτό αναγκαστικά αλλάζει και θα αλλάξει περισσότερο επιτακτικά στο μέλλον.

Στην παρούσα ιστορική φάση, η δικαιότερη κατανομή των ενεργειακών πόρων δεν είναι μόνο ζήτημα ηθικής επιταγής, αλλά και τρόπος αντιμετώπισης της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης και φτώχειας ως απειλής που εκδηλώνεται αυτό τον καιρό στη μητρόπολη του συστήματος στο παγκόσμιο τραπεζικό σύστημα με το φάσμα της πτώχευσης.

Οι πολιτικές για το αστικό περιβάλλον και την πράσινη ανάπτυξη δεν γίνονται σε αυτόματο πιλότο. Χρειάζονται τα κοινωνικά δίκτυα και η προώθηση της συμμετοχικής δημοκρατίας στη βάση να γίνει πράξη η πράσινη ανάπτυξη με δημιουργικές πρωτοβουλίες

Ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και ανακύκλωση

Οι κοινωνικοί συνεταιρισμοί που δραστηριοποιούνται στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας (όπως η αξιοποίηση της ηλιακής ενέργειας μέσω φωτοβολταϊκών συστημάτων, της αιολικής ενέργειας μέσω κατασκευής αιολικών πάρκων κ.ά.) είναι μια από τις πιο ελπιδοφόρες εφαρμογές της κοινωνικής οικονομίας, τόσο γιατί η ενεργή συμμετοχή των πολιτών είναι καθοριστικός παράγοντας για την αντιστροφή των καταστροφικών επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής παγκοσμίως, αλλά και γιατί ο συνδυασμός του συστήματος των εγγυημένων τιμών με το συνεταιριστικό μοντέλο και τα σωστά χρηματοδοτικά εργαλεία, μπορούν να αποτελέσουν μια ρεαλιστική απάντηση στην κλιμακούμενη οικονομική κρίση και δίοδο ανάκαμψης των τοπικών οικονομιών.

Αυτή η στρατηγική θα είναι προς όφελος της κοινωνίας, διότι θα μπορούν να διαμορφωθούν εκατομμύρια θέσεις εργασίας και βιώσιμες οικονομικές δραστηριότητες σε τοπικό επίπεδο, με αποκεντρωμένα συστήματα και με τη συμμετοχή κοινωνικών συνεταιριστικών επιχειρήσεων παραγωγής ενέργειας.

Γιο παράδειγμα, κοινωνικοί συνεταιρισμοί δραστηριοποιούνται στη «Διαχείριση απορριμμάτων, αποβλήτων και υδάτινων πόρων». Πιο συγκεκριμένα, μέσω των επιχειρήσεων αυτών, επιτυγχάνεται η προστασία του περιβάλλοντος από αέριους ρίπους, η αξιοποίηση των ανακυκλώσιμων υλικών για την παραγωγή βιομάζας και βιοαερίου, η αφαλάτωση υπογείων και θαλάσσιων υδάτων, η αξιοποίηση επικίνδυνων και μη επικίνδυνων βιομηχανικών αποβλήτων με τη μετατροπή τους σε εναλλακτικό καύσιμο – πρώτη ύλη για άλλες δραστηριότητες και εμπορεύσιμα παραπροϊόντα κ.ά.

v.         Κοινωνικός τουρισμός – Αγροτουρισμός

Η χώρα μας έχει να προσφέρει πολλά στον τομέα αυτόν, τόσο λόγω του φυσικού της πλούτου και της φυσικής της ομορφιάς όσο και κυρίως λόγω της πολιτιστικής της κληρονομιάς, η οποία είναι επιτακτική ανάγκη να αναδειχθεί με ποικίλους τρόπους. Μια πολύ καλή επιχειρηματική πρόταση αφορά στην ψηφιοποίηση του πολιτιστικού περιεχομένου, των μύθων, των μνημείων και της ιστορίας της χώρας. Με την ψηφιοποίηση επιτυγχάνονται σημαντικοί στόχοι, στους οποίους περιλαμβάνονται και οι ακόλουθοι:

Η διατήρηση της πολύτιμης πληροφορίας που περιέχουν αντικείμενα από τα οποία όμως άλλα καταστρέφονται από τη φθορά του χρόνου ή από κάποιο συμβάν και άλλα αλλοιώνονται. Επίσης, άυλα πολιτιστικά αγαθά, όπως παραδόσεις και μύθοι, σβήνουν στο πέρασμα του χρόνου. Η ψηφιοποίηση δημιουργεί ψηφιακά υποκατάστατα των υλικών και άυλων αγαθών, περισώζοντας την πολύτιμη πληροφορία που περιέχουν όπως:

  • η ενίσχυση του ρόλου που έχει το πολιτιστικό αγαθό, αφού η αντίστοιχη πληροφορία μπορεί να ανευρεθεί πιο εύκολα και συνδυασμένα από διαφορετικές πηγές,
  • η προβολή των πολιτιστικών αγαθών, μέσα από το Διαδίκτυο, αλλά και με την παραγωγή ηλεκτρονικών εκδόσεων (CD, DVD, εφαρμογές, αφιερώματα) τα οποία διανέμονται σε διάφορες παρουσιάσεις/εκδηλώσεις ή σε σημεία τουριστικής προσέλκυσης,
  • η οικονομική ανάπτυξη μέσω και της προβολής των πολιτιστικών αγαθών και της αξιοποίησης του πολιτιστικού περιεχομένου σε αχανείς αγορές, όπως ο τουρισμός.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση χρηματοδοτεί σχετικά έργα μέσω των πλαισίων χρηματοδότησης και στήριξης (IST, e-Content κ.ά.). Στην Ελλάδα, δίνονται χρηματοδοτήσεις στα πλαίσια του ΕΣΠΑ 2007-2013, μέσω του Επιχειρησιακού Προγράμματος για την «Ψηφιακή Σύγκλιση».

Μια πρόταση αποτελεί η δημιουργία θεματικών πάρκων σε διάφορους δήμους της χώρας μας, στα πλαίσια της πράσινης επιχειρηματικότητας. Μπορούν να δημιουργηθούν, ανάλογα με τους διαθέσιμους πόρους, πάρκα θηραμάτων, πάρκα νερού, πάρκα βιολογικής γεωργίας και κτηνοτροφίας, πάρκα αγροτουρισμού κ.ο.κ. Σημαντικό στοιχείο για τη θερμή υποδοχή του προγράμματος από την τοπική κοινωνία και την πλήρη αναστροφή της φθίνουσας πορείας της απασχόλησης και της παραγωγής στις περιοχές μιας τέτοιας παρέμβασης, είναι ακριβώς η τουριστική και πολιτιστική αναβάθμιση της περιοχής. Με αυτή τη δομή, το σχέδιο αξιοποιεί το κοινωνικό κεφάλαιο της περιοχής και διευκολύνει την εισροή οικονομικού κεφαλαίου και τη βιωσιμότητα της επένδυσης στη συνέχεια.

Η αξιοποίηση όλων των φυσικών συγκριτικών πλεονεκτημάτων μιας περιοχής βασίζεται στην έξυπνη διαχείριση των ανθρώπινων πόρων μέσα από τις κοινωνικές αναπτυξιακές συμπράξεις που εξασφαλίζουν τη συμμετοχικότητα της τοπικής κοινωνίας στην κοινωνική επιχειρηματικότητα, που με τη σειρά της συνδυάζει την αξιοποίηση ανενεργών ανθρώπινων πόρων με τη μόχλευση των κοινωνικών αναγκών, που οδηγούν στην επιχειρηματικότητα για την αντιμετώπισή τους. Οι καλές πρακτικές της κοινωνικής επιχειρηματικότητας αποτελούν τα βασικά εργαλεία κινητοποίησης των ανθρώπινων πόρων στο επίπεδο της τοπικής αυτοδιοίκησης και παράλληλο διατηρήσιμο ανταγωνιστικό πλεονέκτημα για την τοπική κοινωνία.

Κοινωνικό κεφάλαιο

Το Κοινωνικό Κεφάλαιο μπορεί να ορισθεί ως συσσώρευση συλλογικής γνώσης οργανωτικής κουλτούρας, αλληλεγγύης, κοινής εμπιστοσύνης και δημιουργικής θεσμικής λειτουργίας και αναπτύσσει κοινωνικές δεξιότητες. Τα κοινωνικά δίκτυα και ο εθελοντισμός είναι οι βασικοί συντελεστές για την συγκρότησή του. Το κοινωνικό κεφάλαιο συμπληρώνει και υποκαθιστά σε μεγάλο βαθμό το οικονομικό κεφάλαιο που είναι απαραίτητο για τις επενδύσεις, δημιουργώντας εμπιστοσύνη στις συναλλαγές και μείωση του κόστους καθώς και πιστοληπτική ικανότητα. Σύμφωνα με αντίστοιχες μελέτες, το κοινωνικό κεφάλαιο είναι έννοια σύμφυτη με την κοινωνική δομή, διευκολύνει την ατομική δράση και τη νοηματοδοτεί τις συνεργασίες και τις κοινωνικές αναπτυξιακές Συμπράξεις.

Η σταδιακή επίγνωση ότι ούτε το κράτος ούτε η αγορά μπορούν να λύσουν, κατ’ αποκλειστικότητα, τα οικονομικά και κοινωνικά προβλήματα, έχει φέρει στο προσκήνιο την έννοια του κοινωνικού κεφαλαίου, που γεφυρώνει τη δημόσια με την ιδιωτική σφαίρα.

Ο όρος «κοινωνικό κεφάλαιο» χρησιμοποιείται ολοένα και περισσότερο ως έννοια αλληλένδετη με την κοινωνία πολιτών, αλλά δεν περιορίζεται σε αυτήν, εφόσον περιλαμβάνει τόσο τα τυπικά, όσο και τα άτυπα κοινωνικά δίκτυα και τις κοινές αξίες. Ο ορισμός του Woolcock (1998) ότι το κοινωνικό κεφάλαιο περιλαμβάνει όλες τις αξίες και τα δίκτυα που διευκολύνουν την ομαδική δράση βασίζεται σε αυτήν ακριβώς την αλληλεπίδραση με την κοινωνία των πολιτών. Στη διεθνή συζήτηση η σύνδεση των μη κυβερνητικών οργανώσεων με την έννοια της «κοινωνίας των πολιτών» γίνεται με αναφορά κυρίως στο Τοκβιλιανό παράδειγμα, σύμφωνα με το οποίο η «κοινωνία των πολιτών» είναι ένας χώρος όπου οι οργανωμένοι πολίτες αξιοποιούν την ελευθερία του συνεταιρίζεσθαι ως θεσμικό αντίβαρο στον κρατικό αυταρχισμό, ως δύναμη εκδημοκρατισμού «από τα κάτω», ως «σχολείο δημοκρατίας», ως μέθοδο παραγωγής «κοινωνικού κεφαλαίου» και ακόμη ως όχημα για κοινωνικές δράσεις που συμβάλλουν στο «κοινό καλό».

Πιο απλά, η διαρκής αναβάθμιση σε συνάρτηση με την προσφορά υπηρεσιών από την πλευρά των Οργανώσεων της Κοινωνίας Πολιτών διαμορφώνει, συγκεντρώνει και αναπτύσσει το «κοινωνικό κεφάλαιο» που δεν είναι άλλο από τον συνεργατισμό, τον εθελοντισμό και τους θεσμούς αλληλεγγύης που ενώ δεν αποσκοπούν στο κέρδος, συμβάλλουν στο κοινωνικό εισόδημα και αποφέρουν κοινωνικό όφελος κι απασχόληση ενσωματώνοντας την κοινωνική εταιρική ευθύνη. Υπό αυτό το πρίσμα το Κοινωνικό Κεφάλαιο μπορεί να ορισθεί ως συσσώρευση συλλογικής γνώσης οργανωτικής κουλτούρας, αλληλεγγύης, κοινής εμπιστοσύνης και δημιουργικής θεσμικής λειτουργίας και αναπτύσσει κοινωνικές δεξιότητες.

Το κοινωνικό κεφάλαιο συμπληρώνει και υποκαθιστά σε μεγάλο βαθμό το οικονομικό κεφάλαιο στις επενδύσεις, δημιουργώντας εμπιστοσύνη και πιστοληπτική ικανότητα, αποτελεί θεμελιώδη αξία η οποία διαμορφώνεται συνεργατικά από τις οργανώσεις της κοινωνίας των  πολιτών, τα κοινωνικά δίκτυα και τους θεσμούς αλληλεγγύης, συμβάλλει αποφασιστικά στην πράσινη και πολιτιστική επιχειρηματικότητα αλλά και στην κοινωνική αλληλεγγύη, αποτελεί τη βασική προϋπόθεση για την ανάπτυξη της κοινωνικής οικονομίας και διαθέτει κοινά χαρακτηριστικά  με άλλες μορφές κεφαλαίου, γιατί κάποιος μπορεί να επενδύσει σε αυτό προκειμένου να αποκομίσει οφέλη αργότερα

Το Κοινωνικό Κεφάλαιο δεν είναι περιουσία μιας οργάνωσης, μιας επιχείρησης, της αγοράς ή του κράτους,  παρόλο που όλοι μπορούν να συμβάλουν στη δημιουργία του. Είναι  μια διαδικασία «εκ των κάτω» και αφορά πολίτες, ίδιας ή διαφορετικής καταγωγής και κουλτούρας,  που συνδέονται κοινωνικά και δημιουργούν δίκτυα και ενώσεις. Σύμφωνα με τον ορισμό της «Παγκόσμιας Τράπεζας», το κοινωνικό κεφάλαιο είναι η συνεκτική «κόλλα» που κρατά δεμένες  τις κοινωνίες. Είναι ζήτημα κοινωνικοποίησης, εμπιστοσύνης και συνεργασίας σε τοπικό επίπεδο αλλά και ικανότητα για καινοτόμες πολιτικές επενδύσεων που πηγαίνουν την κοινωνία μπροστά, περιλαμβάνοντας όλο το πλέγμα σχέσεων, θεσμών και κανόνων που διαμορφώνουν την ποιότητα των κοινωνικών αλληλοσυσχετίσεων και ωφελειών και έχει την ίδια βαρύτητα με το οικονομικό, το φυσικό ή  το ανθρώπινο κεφάλαιο σε ένα κόσμο με ορθολογική οικονομική θεώρηση.

Επίσης,  το κοινωνικό κεφάλαιο ενώ ανήκει στην μικροοικονομία, επηρεάζει ακόμη και μακροοικονομικούς συντελεστές. Επομένως το κοινωνικό κεφάλαιο μπορεί να μετρηθεί,  και παράλληλα μπορούν να υπολογιστούν τα οφέλη που συνεπάγεται.

Μπορεί να θεωρηθεί ως μια έννοια σύμφυτη με την κοινωνική δομή, που διευκολύνει την ατομική δράση και τη νοηματοδοτεί στο κοινωνικό πλαίσιο. Παράλληλα, το κοινωνικό κεφάλαιο απαρτίζεται από επικαλυπτόμενα κοινωνικά δίκτυα, τα οποία διαθέτουν κοινές αξίες, εμπιστοσύνη και κοινά κριτήρια αποφάσεων.

Αναζητώντας τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του κοινωνικού κεφαλαίου και της οργανωμένης κοινωνίας πολιτών,  θα μπορούσε να ειπωθεί ότι το κριτήριο της εμπιστοσύνης είναι το συγκριτικό πλεονέκτημα έναντι κοινοτήτων χωρίς συνοχή. Σε δίκτυα με υψηλό επίπεδο κοινωνικού κεφαλαίου επικρατεί η αρχή της αμοιβαιότητας και της αλληλεγγύης που συμβάλλει στην ατομική ευημερία, δεδομένου ότι οι συμμετέχοντες έχουν ευχερέστερη πρόσβαση στην πληροφορία ή άλλους πόρους, οι οποίοι αυξάνουν τις ευκαιρίες ατομικής ολοκλήρωσης.

Υπό αυτή την έννοια, υπάρχουν τρεις βασικές παράμετροι οι οποίες μεγιστοποιούν το  κοινωνικό κεφαλαίο:

  • Η εμπιστοσύνη, η οποία οικοδομείται μέσα από τα κοινωνικά δίκτυα και διασφαλίζει ότι οι υποχρεώσεις και τα καθήκοντα των μελών θα διεκπεραιωθούν ομαλά.
  • Η πληροφορία, η οποία διοχετεύεται μέσα από τα κοινωνικά δίκτυα και τις κανονιστικές ρυθμίσεις και κυρώσεις που επιβάλλονται στα μέλη των δικτύων.
  • Η συνεργασία, την οποία εξασφαλίζουν οι ανθρώπινες κοινότητες.

Παρόλο που το κοινωνικό κεφάλαιο διαθέτει πολλά κοινά χαρακτηριστικά με τις άλλες μορφές κεφαλαίου, είναι ριζικά διαφορετικό κατά την άποψη ότι η δημιουργία του προϋποθέτει αλληλοεπίδραση μεταξύ μιας μεγάλης ομάδας ανθρώπων. Η σχετική βιβλιογραφία έχει καταδείξει ότι πρόκειται για μια περίπλοκη διαδικασία που επηρεάζεται  από ιστορικούς, κοινωνικούς, πολιτικούς και πολιτισμικούς παράγοντες,  καθώς και από το κυρίαρχο μοντέλο οικονομικής ανάπτυξης.  Το Κοινωνικό Κεφάλαιο αυξάνει,  όταν οι άνθρωποι συνεργάζονται σε εθελοντικές οργανώσεις και όταν επικοινωνούν μεταξύ τους αυτό επιτυγχάνεται με:

  • Εθελοντική συμμετοχή σε δίκτυα, ατόμων ή ομάδων, στη βάση της ισότητας των μελών. Το κοινωνικό κεφάλαιο αφορά οριζόντιες σχέσεις μεταξύ των μελών της κοινότητας και της οικογένειας αλλά και κάθετες μεταξύ των κοινοτήτων και των διαφόρων θεσμών και φορέων και κυβερνητικών. Έχει άλλωστε αναπτυχθεί και σχετική θεωρία,  γνωστή ως «Θεωρία των Δικτύων».
  • Αμοιβαιότητα: Τα άτομα παρέχουν υπηρεσίες στους άλλους ή ενεργούν προς όφελος  άλλων με προσωπικό κόστος, προσδοκώντας,  γενικώς και αορίστως,  ότι θα υπάρξει ανταπόδοση σε κάποιο απροσδιόριστο χρόνο στο μέλλον,  όταν οι ίδιοι θα το χρειάζονται. Δημιουργείται, δηλαδή, ένας συνδυασμός βραχυπρόθεσμου αλτρουισμού και μακροπρόθεσμου συμφέροντος.
  • Εμπιστοσύνη: Η εμπιστοσύνη επιτρέπει την ανάληψη ρίσκου, όταν υπάρχει η πεποίθηση ότι οι άλλοι θα αντιδράσουν θετικά και υποστηρικτικά  ή τουλάχιστον δεν θα υπονομεύσουν την πρωτοβουλία.» Η εμπιστοσύνης είναι εξαιρετικά σημαντική ακόμη και στο επίπεδο του κράτους, όπου  όσο μεγαλύτερη κοινωνική συναίνεση υπάρχει, δηλαδή μεγαλύτερη εμπιστοσύνη μεταξύ των κοινωνικών εταίρων, τόσο μεγαλύτερη  η πρόοδος της χώρας.
  • Κανόνες (νόρμες): Συνήθως είναι άγραφοι αλλά κατανοητοί κοινωνικοί κανόνες και αρχές που παρέχουν το πλαίσιο για ανεπίσημο κοινωνικό έλεγχο, χωρίς την προσφυγή σε θεσμικές διαδικασίες επιβολής κυρώσεων. Πολλοί υποστηρίζουν, ότι, όπου υπάρχει ισχυρό κοινωνικό κεφάλαιο, εκεί η εγκληματικότητα καθώς και η ανάγκη για αστυνόμευση είναι χαμηλή.  
  • Κοινότητα: Το συνδυασμένο αποτέλεσμα  της εμπιστοσύνης, των δικτύων, των κανόνων και της αμοιβαιότητας δημιουργεί μια ισχυρή κοινότητα, ικανή να απομακρύνει τον κίνδυνο οποιουδήποτε επίδοξου οπορτουνιστή που θα επιχειρήσει να εκμεταλλευτεί το κοινωνικό κεφάλαιο της κοινότητας,  χωρίς ο ίδιος να έχει προσφέρει. Η κοινότητα δεν είναι ιδιοκτησία κανενός,  αλλά αξιοποιείται από όλους. Μόνο όπου υπάρχει ένα ισχυρό έθος εμπιστοσύνης, αμοιβαιότητας και αποτελεσματικών κοινωνικών κυρώσεων εναντίον των παραβατών και των «εισβολέων»,  η κοινότητα μπορεί να διατηρηθεί στο διηνεκές προς όφελος όλων.
  • Ανθρώπινο και Κοινωνικό Κεφάλαιο: Όπως έχουμε ήδη αναλύσει, το ανθρώπινο κεφάλαιο αντιπροσωπεύει πολύτιμους πόρους,  όπως είναι η  γνώση κι οι  δεξιότητες  που εκπορεύονται από την εκπαίδευση, την κατάρτιση και την εμπειρία.  Μερικά είδη ανθρώπινου κεφαλαίου, όπως η ομαδική εργασία  και η ικανότητα επικοινωνίας λειτουργούν υποστηρικτικά προς το κοινωνικό κεφάλαιο. Επομένως επενδύσεις στο ανθρώπινο κεφάλαιο συμβάλλουν στην ανάπτυξη και των δύο τύπων κεφαλαίου.

Στην εξέταση του ρόλου του κοινωνικού κεφαλαίου είναι χρήσιμο να λάβουμε υπόψη τους τρεις βασικούς τύπους του κοινωνικού κεφαλαίου, όπως προσδιορίζονται από τους ειδικούς:

  1. Bonding: Οι δεσμοί μεταξύ μελών της οικογένειας, μελών ίδιας ομάδας, ή φίλων (Οι οικείοι).
  2. Brinding: Η γεφύρωση των διαφορών και η διάδραση μεταξύ διαφορετικών εθνοτικών ομάδων, ηλικιών, συνεργατών ή και κρατών. (Διαπολιτισμική συνεργασία).
  3. Linking: Η σύνδεση κι η κάθετη επικοινωνία μεταξύ διαφόρων και διαφορετικών κοινωνικών ή/και πολιτικών επιπέδων. (Πελατειακές σχέσεις).

Η μεγάλη πρόκληση για την έρευνα και την θεωρία του κοινωνικού κεφαλαίου είναι ο εντοπισμός και η ανάδειξη των  όρων  και των προϋποθέσεων  υπό τους οποίους μπορούν να αξιοποιηθούν οι πραγματικά πολλές θετικές πλευρές του και ταυτόχρονα  να περιορισθούν ή να εξαλειφθούν οι αρνητικές που άλλωστε είναι σημαντικά λιγότερες.

Ο εθελοντισμός ως συντελεστής συγκρότησης του κοινωνικού κεφαλαίου

Ο εθελοντισμός στην εποχή μας, ως βασικός συντελεστής δημιουργίας κοινωνικού κεφαλαίου, αποτελεί κλειδί της εναλλακτικής ανάπτυξης της κοινωνικής οικονομίας και της απασχόλησης, δημιουργώντας προστιθέμενη αξία στην οικονομία.

Από τον πατριωτικό φιλανθρωπικό και τοπικό εθελοντισμό με τις μη χρηματικές ανταλλαγές που κυριαρχούσε στις παλαιότερες γενιές έχουμε περάσει σε ένα πολυδιάστατο-οικουμενικό, ανθρωπιστικό και οικολογικό εθελοντισμό με αυτονομία δράσης από την αγορά και κράτος που ωστόσο λειτουργεί συμπληρωματικά και καλύπτει τα κενά της οικονομίας

Ο εθελοντισμός σήμερα δεν είναι μόνον συναίσθημα αλληλεγγύης, αλλά λογική διαδικασία με ανταποδοτικότητα στα πλαίσια της κοινωνικής οικονομίας.

Δεν αναγνωρίζεται πλέον μόνο ως πράξη φιλανθρωπίας και αλληλεγγύης σε εκδηλώσεις εκτάκτου ανάγκης, όπως κυρίως συνέβαινε σε κοινωνίες του παρελθόντος, αλλά και ως θεσμική δραστηριότητα που παράγει και διαδίδει διαρκή αγαθά στον πολιτισμό, στο περιβάλλον και στην κοινωνική μέριμνα, ως χώρος που αναπτύσσει του ανθρώπινου πόρους και συνθέτει και  εμπλουτίζει το κοινωνικό κεφάλαιο.

Τα Κοινωνικά Δίκτυα

Συναφής προς τον όρο κοινωνικό κεφάλαιο είναι η έννοια των κοινωνικών δικτύων. Ως κοινωνικά δίκτυα μπορούν να οριστούν τα «πολυδιάστατα συστήματα επικοινωνίας και διαμόρφωσης της ανθρώπινης πρακτικής και της κοινωνικής ταυτότητας. Τα κοινωνικά δίκτυα ορίζονται άλλωστε και ως άθροισμα των προσωπικών επαφών μέσω των οποίων το άτομο διατηρεί την κοινωνική του ταυτότητα, λαμβάνει συναισθηματική υποστήριξη, υλική ενίσχυση και συμμετοχή στις υπηρεσίες, έχει πρόσβαση στις πληροφορίες και δημιουργεί νέες κοινωνικές επαφές, και αναπτύσσεται.

Οι εμπειρικές έρευνες επιβεβαιώνουν ότι όσο μεγαλύτερο είναι ένα δίκτυο και όσο συχνότερη η επαφή των μελών του τόσο πιο αποτελεσματική είναι η βοήθεια που προσφέρουν για παράδειγμα στην εξασφάλιση επαγγελματικών ευκαιριών και απασχόλησης στα μέλη τους όταν το χρειάζονται.

Από την άλλη πλευρά τα κοινωνικά δίκτυα μεταφέρουν σημαντικές πληροφορίες τόσο στους εργαζόμενους όσο και στις επιχειρήσεις αυξάνοντας την παραγωγικότητα. Σημαντική, λοιπόν, επίδραση στην εξεύρεση εργασίας σε μια περιοχή παίζει το κοινωνικό κεφάλαιο εφόσον αλληλεπιδρά με τα κοινωνικά δίκτυα.

Η ενίσχυση του κοινωνικού κεφαλαίου συσχετίζεται άμεσα με τη συμμετοχή στα κοινά, και τα κοινωνικά δίκτυα είναι οι νέες μορφές οργάνωσης που εξασφαλίζουν ουσιαστική συμμετοχή των πολιτών στα κοινά αλλά και στις παραγωγικές και οικονομικές λειτουργίες της κοινωνίας

Τα δίκτυα με κοινωνική αποστολή έχουν τις ακόλουθες ιδιότητες:

  • Μειώνουν το κόστος συναλλαγών.
  • Λειτουργούν ως ταμιευτήρες κοινωνικού κεφαλαίου.
  • Λειτουργούν ως προπομπός της κοινωνικής και πράσινης επιχειρηματικότητας.
  • Τα οριζόντια δίκτυα λειτουργούν υπέρ της κοινωνικοποίησης της γνώσης και της τεχνογνωσίας.
  • Συμβάλλουν στον εκδημοκρατισμό της πληροφορίας και της ενέργειας.
  • Κατευθύνουν τις επενδύσεις προς την περιφέρεια και τους κοινωνικά αναγκαίους σκοπούς.
  • Συγκροτούν Κοινωνικό Κεφάλαιο σε τοπικό και εθνικό επίπεδο.

Μορφές κοινωνικών δικτύων

Καθώς η διείσδυση του διαδικτύου γίνεται όλο και μεγαλύτερη, τα διαδικτυακά κοινωνικά δίκτυα γίνονται κι αυτά με τη σειρά τους, όλο και πιο δημοφιλή καθώς αποτελούν μια ευρύτατη πλατφόρμα επικοινωνίας. Ήδη τον τελευταίο καιρό, τα κοινωνικά δίκτυα Facebook, Twitter κ.ά. αναπτύσσονται ταχέως και όχι μόνο από ανθρώπους που αναζητούν την κοινωνικοποίηση αλλά κι από όλους, ανεβάζοντας διαρκώς τον μέσο όρο ηλικίας των χρηστών. Όμως, η κοινωνικοποίηση σε τοπικό επίπεδο έρχεται σε συνδυασμό με πιο παραδοσιακά μέσα, όπως είναι τα καταστήματα της γειτονιάς ή τα στέκια της παρέας. Όμως, τα κοινωνικά και επικοινωνιακά δίκτυα, προϋπήρξαν των τεχνολογικών δικτύων, έστω και αν ιστορικά δεν τα ονομάζαμε με τον παραπάνω όρο και σε κάθε περίπτωση, λειτουργούσαν ενοποιητικά και συντονιστικά για κοινές διεκδικήσεις και όραμα.

Τα κοινωνικά δίκτυα με τη μορφή που τα αντιλαμβανόμαστε σήμερα αποτελούν μια online – διαδικτυακή συζήτηση, η οποία τρέφει τη σχέση, τη συμμετοχή και τη δικτύωση μεταξύ ατόμων. Τα κοινωνικά δίκτυα συνδέουν ομάδες ατόμων όχι μόνο κοινωνικά, αλλά και γεωγραφικά. Χάρις σ’ αυτά, είναι εύκολο να μοιράσει κανείς τις ιδέες του, τις συμπάθειες και τις αντιπάθειές του με τον κόσμο γενικότερα ή με μια οικεία ομάδα ατόμων. Μπορεί να βρει φίλους ή να αναπτύξει επιχειρηματικές επαφές και να γίνει μέλος μιας κοινότητας. Επομένως, τα κοινωνικά δίκτυα δίνουν στα άτομα κάτι που τα παραδοσιακά μέσα ενημέρωσης δεν μπορούσαν ποτέ να δώσουν, την ευκαιρία της δημιουργίας σχέσης και δικτύωσης με τους άλλους. Σήμερα, τα κοινωνικά δίκτυα έχουν καταστεί σημαντικά για την επικοινωνία και δεν μπορούν  με κανέναν τρόπο να αγνοηθούν, αφού αποτελούν αναπόσπαστο πλέον κομμάτι της καθημερινότητας σχεδόν όλων των οργανώσεων. Μεγάλες και μικρές οργανώσεις πειραματίζονται καθημερινά με τα κοινωνικά δίκτυα αποσκοπώντας στην άντληση ή τη διάχυση ενημέρωσης, την προσέλκυση μελών κ.τ.λ. Τα κοινωνικά δίκτυα μπορούν να παίξουν ένα σημαντικό ρόλο στο έργο μια οργάνωσης κι έχει αποδειχτεί ότι αποτελούν ένα σημαντικό εργαλείο δουλειάς.

Δεν θα πρέπει όμως να ξεχνάμε ότι τα δίκτυα γενικά ως έννοια δεν είναι κάτι καινούργιο. Ακόμα κι η οικογένεια, δεν είναι τίποτα διαφορετικό από ένα δίκτυο με περισσότερο ή λιγότερο ισχυρούς δεσμούς που κρατά τα μέλη της συσπειρωμένα σε έναν κοινό σκοπό και μια κοινή ιδεολογία. Υπήρχαν πάντοτε δίκτυα εξουσίας, είτε δίκτυα διεκδίκησης της εξουσίας, εθνικά δίκτυα, φυλετικά δίκτυα, εμπορικά ακόμη και απελευθερωτικά ή  θρησκευτικά δίκτυα.

Εδώ, όμως, δεν αναφερόμαστε στα παραδοσιακά δίκτυα, τα οποία είχαν και μια άλλη μορφή οργάνωσης: ιεραρχική, εξουσιαστική και διεκδικητική είτε για την κρατική εξουσία είτε κατά του κράτους. Δεν εξετάζουμε, δηλαδή, τα δίκτυα που κατέχουν και διεκδικούν άμεσα εξουσία και συγκροτούν ταξικά ή εθνικά συμφέροντα, αλλά τα δίκτυα κοινωνικής ευαισθησίας με κίνητρο τον εθελοντισμό, το περιβάλλον και την κοινωνική αλληλεγγύη, που η διάδοσή τους είναι φαινόμενο αρκετά πρόσφατο στην ιστορία. Ένα φαινόμενο που συνδιαμορφώνεται από την απελευθέρωση ανθρώπινης ενέργειας που φέρνουν οι νέες τεχνολογίες της διαδραστικής επικοινωνίας, όπως είναι το διαδίκτυο και οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Προσεγγίζουμε, λοιπόν, τα δίκτυα και την οριζόντια συνεργασία από τη σκοπιά του εθελοντισμού και της σύνθεσης του κοινωνικού κεφαλαίου.

Η κρίση εμπιστοσύνης ως επακόλουθο της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης, αναδεικνύει σήμερα με δυναμικό τρόπο τη σημασία των κοινωνικών δικτύων στην αντιμετώπιση αυτής της κοινωνικής ανισορροπίας ιδιαίτερα μέσω της κοινωνικής οικονομίας, η οποία δημιουργεί νέες δυνατότητες απασχόλησης. Σαν επακόλουθο, τα κοινωνικά δίκτυα έχουν μια σειρά από θετικά αποτελέσματα αφού συμβάλλουν στην κοινωνική αλληλέγγυα οικονομία και πρόνοια. Κύριο αποτέλεσμα είναι η μείωση κόστους συναλλαγών είτε μιλάμε για καταναλωτικά δίκτυα είτε δίκτυα επικοινωνίας είτε ακόμη δίκτυα διάχυσης της τεχνογνωσίας, αφού παίζουν αποφασιστικό ρόλο στην ανάπτυξη της κοινωνικής οικονομίας μεταξύ κράτους και αγοράς, συνδυάζοντας τον εθελοντισμό με τη μη κερδοσκοπική επιχειρηματική δραστηριότητα.

Η έννοια των κοινωνικών δικτύων είναι απολύτως συναφής προς με την έννοια της αυτοργάνωσης των Οργανώσεων της Κοινωνίας Πολιτών. Υπό αυτή την ματιά, ως κοινωνικά δίκτυα μπορούν να οριστούν τα «πολυδιάστατα συστήματα επικοινωνίας και διαμόρφωσης της ανθρώπινης πρακτικής και της κοινωνικής ταυτότητας. Τα κοινωνικά δίκτυα ορίζονται άλλωστε και ως άθροισμα των προσωπικών επαφών μέσω των οποίων το άτομο διατηρεί την κοινωνική του ταυτότητα, λαμβάνει συναισθηματική υποστήριξη, υλική ενίσχυση και συμμετοχή στις υπηρεσίες, έχει πρόσβαση στις πληροφορίες και δημιουργεί νέες κοινωνικές επαφές, και αναπτύσσεται.

Σε καμιά περίπτωση δεν θα πρέπει να εκπλήσσει γεγονός ότι η συμβολή των κοινωνικών δικτύων είναι καθοριστική σχεδόν σε κάθε τομέα της ζωής, σύμφωνα με πρόσφατες μελέτες. Αρκεί να αναλογιστεί κανείς ότι σήμερα ονομάζουμε κοινωνικό δίκτυο εκείνο που παλιά ονομάζονταν απλά «γνωριμίες». Αν λοιπόν σε κάποιους από τους παλαιότερους ακούγεται ξένος ή εξωτικός ο όρος «κοινωνικό δίκτυο» ας αναλογιστούν ότι πάντα την καλύτερη δουλειά, την καλύτερη καριέρα, την καλύτερη αμοιβή, τον καλύτερο γάμο, την καλύτερη κοινωνική ανέλιξη την απολάμβαναν εκείνοι που είχαν τις καλύτερες «γνωριμίες». Η διαφορά βρίσκεται στο γεγονός ότι ενώ κάποτε οι «γνωριμίες» ήταν κλειστό προνόμιο συγκεκριμένης κοινωνικής και οικονομικής κάστας, σήμερα η συμμετοχή στα κοινωνικά δίκτυα είναι ανοικτή σε όλους κι εξαρτάται μάλλον από τις προσωπικές δυνατότητες του καθενός παρά από το κληρονομικό δικαίωμα.

Η συγκρότηση και ο συντονισμός των περιφερειακών και θεματικών δικτύων, είναι η μόνη ρεαλιστική πρόταση για την ενδυνάμωση της παρεμβατικότητας της κοινωνίας των πολιτών απέναντι σε ένα πολιτικό σύστημα που αδυνατεί να εγγυηθεί και να προάγει τις αξίες  ζωής και το οικολογικό μέλλον της χώρας.

Η μεγάλη σημασία της οριζόντιας επικοινωνίας, συνεργασίας και δικτύωσης των χιλιάδων εθελοντικών οργανώσεων στην Ελλάδα είναι ένα ζήτημα μόλις πρόσφατα αναδεικνύεται στο δημόσιο διάλογο.

Κοινωνικός ακτιβισμός

Πάντοτε στην ιστορία ο εθελοντισμός και ο ακτιβισμός, η έμπρακτη, δηλαδή, συμμετοχή στην άρση ή τη βελτίωση μιας κατάστασης ήταν η κινητήρια δύναμη αλλαγών και ριζικών ανατροπών. Διότι «κοινωνικός ακτιβισμός» σημαίνει πρώτα απ’ όλα συνειδητοποίηση του αγώνα και της προσφοράς ώστε να αλλάξει μια μη επιθυμητή κατάσταση. Σημαίνει ότι κάποιος είναι διατεθειμένος να επωμιστεί το κόστος αυτής της διαδικασίας προσφέροντας είτε ελεύθερο χρόνο είτε χρήμα είτε τεχνογνωσία.

Σημαίνει, επίσης, εξειδικευμένη γνώση και βούληση για το πώς αλλάζουν τα πράγματα. Και είναι ο μόνος τρόπος για να αντιμετωπίσει μια κοινωνία τις κατεστημένες νοοτροπίες και τη διαφθορά της γραφειοκρατίας. Σημαίνει ακόμα, ανθρώπινα δικαιώματα, δικαιώματα του πολίτη, αλλά και πάλη για να εκφραστούν. Υπό αυτή την έννοια, μπορεί να γίνει κινητοποίηση των ανθρώπινων πόρων για τις καλές πρακτικές και να επιτευχθεί η βέλτιστη αξιοποίησή τους κάτω από τον αυστηρό κοινωνικό έλεγχο. Διότι μόνο ένας έλεγχος μπορεί να είναι πιο αποτελεσματικός. Κι αυτός δεν είναι ούτε ο αστυνομικός, ούτε ο νομικίστικος έλεγχος των δημοσίων υπαλλήλων. Ο πιο ουσιαστικός έλεγχος είναι ο ηθικός και κοινωνικός έλεγχος των πολιτών που δεν αφήνει περιθώρια διαφυγής σε παρακμιακές λειτουργίες.

Ο εθελοντικός και ο κοινωνικός ακτιβισμός σε αυτή την περίπτωση μπορούν να προκαλέσουν την αντιστροφή της φθίνουσας πορείας των δημόσιων πραγμάτων. Μπορούν να αφυπνίσουν και να ενεργοποιήσουν την κοινωνία δημιουργικά. Ιστορικά αυτό έχει αποδειχθεί. Μετά από περιόδους μεγάλης παρακμής και κρίσης, η κινητοποίηση της κοινωνίας και ο εθελοντισμός, με την μορφή του πατριωτισμού ή άλλων μορφών, προκάλεσε μια νέα δημιουργική περίοδο. Στη σημερινή συγκυρία, δε λείπουν οι πόροι, φυσικοί, υλικοί και ανθρώπινοι. Λείπει η δημιουργική τους αξιοποίηση.

Είναι προφανές ότι ο κοινωνικός ακτιβισμός που γίνεται με πρωτοβουλία των ίδιων των πολιτών προϋποθέτει την ανοιχτή κοινωνία και όχι τα κλειστά, ολιγαρχικά πολιτικά συστήματα, που απαγορεύουν τις πρωτοβουλίες των πολιτών. Και η ανοιχτή κοινωνία κατακτιέται, διευρύνεται και γίνεται πιο ανεκτική και αλληλέγγυα μέσα από την ελεύθερη δράση των κοινωνικών ακτιβιστών. Μέσα από τη δυνατότητα οριζόντιας οργάνωσης και επικοινωνίας όχι μόνο σε εθνικό αλλά και σε διακρατικό επίπεδο. Και θα πρέπει να παραδεχτούμε είτε το έχουμε συνειδητοποιήσει είτε όχι ότι λειτουργούμε μέσα στους θεσμούς μιας διακρατικής οντότητας, της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Τα κινήματα και οι εκστρατείες αλληλεγγύης δε γίνεται να έχουν εθνικά σύνορα. Μπορεί να εστιάζονται εκεί που υπάρχει μεγαλύτερη ανάγκη αλλά η αλληλεγγύη μεταξύ των πολιτών διαφορετικών χωρών είναι κίνηση προς τα εμπρός. Κι εδώ πρέπει να θυμίσουμε ότι τα μεγαλύτερα κινήματα αλληλεγγύης είχαν κάποτε διεθνή χαρακτήρα.

Ο κοινωνικός ακτιβισμός είναι μεταξύ άλλων και μια βασική παράμετρος της συμμετοχικής δημοκρατίας στην αντιμετώπιση των προβλημάτων.

Η αλληλεπίδραση του κοινωνικού ακτιβισμού με την κοινωνική οικονομία και τη μέγιστη αξιοποίηση της δημιουργικότητας των πολιτών, δημιουργεί νέες ευκαιρίες για κοινωνικές επιχειρήσεις, αυτοαπασχόληση, αλληλέγγυο εμπόριο και επομένως συμβάλλει στην αντιμετώπιση της ανεργίας.

Οι ιδεολογίες μπορούν να «σπρώξουν» τα πράγματα μπροστά, να βελτιώσουν τις συνθήκες ή να οδηγήσουν στην οπισθοδρόμηση. Οι ιδεολογίες επιδρούν, θα έλεγα καταλυτικά, όπως και οι τεχνολογίες, στην εξέλιξη μιας κοινωνίας. Η ιδεολογική προσέγγιση έχει σχέση με την οργανωτική κουλτούρα μιας Πολιτείας. Και η οργανωτική κουλτούρα έχει σχέση με τη βέλτιστη ή μη αξιοποίηση των ανθρώπινων πόρων. Μια παρακμιακή καταναλωτική κουλτούρα οδηγεί αναπόφευκτα στην υποβάθμιση των ανθρώπινων πόρων και αυτό ακριβώς υφιστάμεθα σήμερα. Μια οργανωτική κουλτούρα με παραγωγικές και δημιουργικές αξίες είναι το ζητούμενο για την επανεκκίνηση όχι μόνο της οικονομίας, αλλά και της κοινωνικής ανάπτυξης. Αυτά τα ζητήματα τα θέτει επί τάπητος ο κοινωνικός ακτιβισμός.

Ο κοινωνικός ακτιβισμός που γίνεται πράξη με πρωτοβουλία των ίδιων των πολιτών προϋποθέτει την ανοιχτή κοινωνία και όχι τα κλειστά, ολιγαρχικά πολιτικά συστήματα, που απαγορεύουν τις πρωτοβουλίες των πολιτών. Και η ανοιχτή κοινωνία κατακτιέται, διευρύνεται και γίνεται πιο ανεκτική και αλληλέγγυα μέσα από την ελεύθερη δράση των κοινωνικών ακτιβιστών. Μέσα από τη δυνατότητα οριζόντιας οργάνωσης και επικοινωνίας όχι μόνο σε εθνικό αλλά και σε διακρατικό επίπεδο.