H Κοινωνική Οικονομία ως Βάση Διασυνοριακής Συνεργασίας για το Βιοπορισμό 

Καινοτόμες Πρακτικές στο
Βιοτουρισμό

H Κοινωνική Οικονομία ως Βάση Διασυνοριακής Συνεργασίας[1]

Α. Τι είναι η Κοινωνική Οικονομία;

Αναγνώριση και Αντιθέσεις

Συντελεστές και φορείς της Κοινωνικής Οικονομίας

Κοινωνικές συμπράξεις

Το θεσμικό έλλειμμα

Κράτος και προσφορά εργασίας

Β. Τομείς εφαρμογής της Κοινωνικής Οικονομίας

Κοινωνικά Υποστηριζόμενη Γεωργία (CSA)

Κοινωνικά αγροκτήματα

Κοινωνικοί λαχανόκηποι

Παραγωγή και Μεταποίηση

Υπηρεσίες – Υγεία

Κοινωνικά Ιατρεία – Φαρμακεία

Πράσινη επιχειρηματικότητα

Ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και ανακύκλωση

Κοινωνικός τουρισμός – Αγροτουρισμός

Ο βιοτουρισμός ως τομέας δράσης της Κοινωνικής Οικονομίας

Γ. Σχεδιασμός ενός συλλογικού μηχανισμού στα πλαίσια της Κοινωνικής Οικονομίας

Προτάσεις εφαρμογής Κοινωνικής Οικονομίας

Ορθοδομή των όρων της Κοινωνικής Οικονομίας

Η καινοτομία του σχεδιασμού

Σχεδιασμός δράσης Περιφερειακών δομών (Παρατηρητηρίων)

Ο ρόλος των Περιφερειακών Δομών  Υποστήριξης

Μέθοδοι αποτελεσματικής δικτύωσης και οργάνωσης

Τα οφέλη της Κοινωνίας Πολιτών

Τι είναι η κοινωνική οικονομία;[2]

Η κοινωνική οικονομία ως αλληλέγγυα οικονομία είναι ένας άλλος χώρος οικονομικής δραστηριότητας για όλους τους πολίτες, πέρα από την ανταγωνιστική οικονομία, υπερβαίνοντας τις αντινομίες του κράτους και της αγοράς, τον κοινωνικό και οικονομικό αποκλεισμό των κοινωνικά αδυνάτων. Δημιουργεί, έτσι,  συμπληρωματικά εναλλακτικό εισόδημα και ευκαιρίες απασχόλησης εκεί που σε διαφορετική περίπτωση υπάρχει δυσπραγία, ανεργία και φτώχεια. Το συγκριτικό της πλεονέκτημα είναι το μειωμένο κόστος συναλλαγών. Η αξιοποίηση ανενεργών υλικών και ανθρώπινων πόρων. Η ανοικτή διάδοση της γνώσης και οργανωτικής τεχνολογίας.

Οι ιστορικές ρίζες της κοινωνικής οικονομίας ανάγονται στις συνεταιριστικές επιχειρήσεις του 19ου αιώνα, με τη μορφή αλληλοβοηθητικών φορέων, μη κερδοσκοπικών ενώσεων, συνεταιρισμών και συλλογικών επιχειρήσεων που μέσα σε δύο αιώνες εξελίχθηκαν με πολυποίκιλες μορφές κοινωνικών επιχειρήσεων.

Όσο «άνθιζε» ο κρατισμός, από την μια μεριά, στην οικονομία και μονεταρισμός, από την άλλη, η κοινωνική οικονομία βρισκόταν υπό τον περιορισμό της απόλυτης κυριαρχίας του κράτους και της αγοράς.

Το βασικό εργαλείο πραγμάτωσης των σκοπών της κοινωνικής οικονομίας είναι οι κοινωνικές επιχειρήσεις και, δευτερευόντως, οι πράξεις  της φιλανθρωπίας. Οι κοινωνικές επιχειρήσεις ως θεσμικό εργαλείο μπορούν να αξιοποιούν  ανενεργούς- κατακερματισμένους υλικούς και ανθρώπινους πόρους της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, κρατικών οργανισμών και ιδρυμάτων. Ανενεργές πάγιες κτιριακές εγκαταστάσεις και αγροτεμάχια, καθώς και χώρους  εκθετηρίων για έκθεση  προϊόντων σε δημοτικούς και δημόσιους χώρους, προσφέροντας θέσεις εργασίας και εισοδήματα ιδρυμάτων και κοινωνικών συνεταιρισμών. Οι κοινωνικές επιχειρήσεις κατ’ αυτόν τον τρόπο μπορούν να παράγουν αγροτικά προϊόντα και προϊόντα μεταποίησης αλλά και υπηρεσίες με κοινωφελείς σκοπούς έχοντας ως αντικειμενικό στόχο την διεύρυνση της απασχόλησης.

Η κοινωνική οικονομία, από άποψη οργάνωσης, βασίζεται στα κοινωνικά δίκτυα, τους θεσμούς αλληλεγγύης και συμπράξεις πολιτών. Στην αλληλέγγυα συνεργασία, που συγκροτείται το λεγόμενο κοινωνικό κεφάλαιο, βάσει του οποίου γίνονται εφικτές οι επενδύσεις σε τοπικό επίπεδο και σε περιφερειακό επίπεδο, μεταφέροντας πόρους από τα θεσμικά δίκτυα αλληλεγγύης προς τομείς της πραγματικής οικονομίας, που είναι αναγκαίοι τομείς, αλλά δεν επενδύουν οι αγορές, λόγω χαμηλής κερδοφορίας.

Η κοινωνική οικονομία είναι η αλληλέγγυα οικονομία, που είτε αφορά μη χρηματικές ανταλλαγές, είτε αφορά κοινωνικές επιχειρήσεις κοινωφελούς σκοπού σε όλους τους τομείς, όπως: ιδρύματα μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, κοινωνικά υποστηριζόμενη γεωργία, οικοτεχνία και βιοτεχνία στη μεταποίηση, συνεταιριστικές υπηρεσίες υγείας και υπηρεσίες εκπαίδευσης μέσω μη κερδοσκοπικών φορέων. Η διαφοροποίηση από τις ιδιωτικές επιχειρήσεις είναι ότι οι κοινωνικές επιχειρήσεις δεν έχουν αποκλειστικό σκοπό το κέρδος, αλλά την κοινωνική ωφέλεια και την δημιουργία θέσεων απασχόλησης. Δηλαδή, μπορούν να περιορίζονται στο κοινωνικό κέρδος της δημιουργίας νέων θέσεων εργασίας.

Πολλές φορές, οι ιδιώτες, που λειτουργούν στο πλαίσιο της αγοράς ως επαγγελματίες ή επιχειρηματίες, συστήνουν οι ίδιοι, παράλληλα, κοινωνικούς, προμηθευτικούς, καταναλωτικούς και οικιστικούς συνεταιρισμούς, για να διασφαλίσουν καλύτερα εισοδήματα, αγαθά και υπηρεσίες, έχοντας  διπλή οικονομική ιδιότητα, που κάνει ολοένα και πιο αποδεκτή την ιδέα της κοινωνικής οικονομίας σε ευρύτερα στρώματα πληθυσμού.

Αυτή η διεισδυτικότητα της Κοινωνικής Οικονομίας της δίνει ένα ακόμη πρακτικό και ηθικό πλεονέκτημα: ότι μπορεί να αφορά και να εξυπηρετεί σχεδόν το σύνολο της κοινωνίας.

Η κοινωνική οικονομία, από μια άλλη άποψη, λειτουργεί όπως τα βιολογικά προϊόντα και η βιολογική διατροφή. Από ένα σεβαστό ποσοστό και πάνω, διασφαλίζει την υγεία του οικονομικού συστήματος, όπως η βιολογική διατροφή την υγεία των ανθρώπων.

Και το κατορθώνει αυτό γιατί με τη συνεταιριστική-συμμετοχική οργάνωση της παραγωγής συμμετέχει όλη η κοινωνία στο παραγόμενο προϊόν και απολαμβάνει όλη η κοινωνία τα οφέλη. Δεν υπάρχει, βέβαια, κερδοφορία με πλασματικό τρόπο, όπως οι χρηματαγορές, αλλά δεν εκθέτει και την οικονομία σε τοξικά προϊόντα.

Έτσι, η πρακτική της Κοινωνικής Οικονομίας βασίζεται στη συμμετοχικότητα της κοινότητας, στην ελεύθερη βούλησή της, στην ανοιχτή διαβούλευση στο επίπεδο της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, της οικοδόμησης σχέσεων εμπιστοσύνης για την μείωση του κόστους των συναλλαγών, την αλληλέγγυα φροντίδα για την παραγωγή προϊόντων και υπηρεσιών προς όφελος των πολλών και όχι των κερδοσκόπων.

Με βάση τις συλλογικότητες που εκφράζουν οι οργανώσεις της Κοινωνίας Πολιτών, μπορούν να ληφθούν σημαντικές πρωτοβουλίες για ανθρωπιστική βοήθεια, το περιβάλλον, τον πολιτισμό, τοπικού αλλά και εθνικού χαρακτήρα, και με αυτό τον τρόπο να ενεργοποιηθεί το τοπικό κοινωνικό κεφάλαιο, το οποίο τελικά συντελεί καταλυτικά στην ανάπτυξη της κοινωνικής επιχειρηματικότητας. Κι αυτό είναι κάτι μετρήσιμο σήμερα ως πραγματιστικό φαινόμενο.

Στο πεδίο της δημιουργικής πολιτικής, η κοινωνική οικονομία είναι μια θέσμιση οριζόντια, από τα κάτω, παράλληλα με τη συμμετοχική δημοκρατία, με τη συγκρότηση του κοινωνικού κεφαλαίου, μέσα από τους θεσμούς της αλληλεγγύης, του εθελοντισμού και κοινωνικού ακτιβισμού των οργανώσεων της Κοινωνίας Πολιτών.

Σε διεθνές επίπεδο, υπάρχει πλέον η επιστημονική τεκμηρίωση ότι ο δείκτης ανάπτυξης των οργανώσεων της Κοινωνίας των Πολιτών έχει άμεση σχέση με την κοινωνική οικονομία. Και αυτός ο δείκτης, με τη σειρά του, έχει σχέση με την ανθεκτικότητα της οικονομίας και την αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης και διαφθοράς. Η Κοινωνία των Πολιτών, στο βαθμό που είναι αναπτυγμένη, επιβάλλει από των κάτω καθαρούς κανόνες του οικονομικού παιχνιδιού και διαφάνεια, υποστηρίζοντας έτσι και τους οικονομικά ασθενέστερους.

Αναγνώριση και Αντιθέσεις

Σχετικά με το ερώτημα πώς αντιμετωπίζεται η κοινωνική οικονομία από το υπάρχον πολιτικό σύστημα, η απάντηση είναι διιστάμενη, ανάμεσα στις προοδευτικές πολιτικές ελίτ και το συντηρητικό πολιτικό σύστημα.

Οι προοδευτικές δυνάμεις επιδιώκουν την ενσωμάτωση, οι συντηρητικές την απώθηση από το οικονομικό σύστημα.

Από την «ομοσπονδιακή» Ευρώπη, η κοινωνική οικονομία αναγνωρίζεται ως μία πραγματικότητα και ενισχύεται οικονομικά για την ανάπτυξή της με συγκεκριμένα προγράμματα και επιδοτήσεις -όπως βέβαια γίνεται και στον ιδιωτικό τομέα. Από την άλλη, οι εθνικοκεντρικές δυνάμεις του πολιτικού συστήματος την αντιμετωπίζουν εχθρικά, ακριβώς επειδή ενισχύεται από την Ε.Ε.

Οι εχθροί συνήθως είναι οι λεγόμενοι κρατιστές και οι εθνικό-λαϊκιστές, οι οποίοι αντιστρατεύονται την κοινωνική οικονομία, διότι θεωρούν ότι υποκαθιστά το κράτος πρόνοιας και ότι η ενίσχυσή της μειώνει το μέγεθος των προνομίων των δημοσίων υπαλλήλων και των προμηθευτών του δημοσίου.

Άλλοι πιο φιλελεύθεροι, αλλά ταυτόχρονα καιροσκόποι, δέχονται θετικά την ενίσχυση της κοινωνικής οικονομίας, υπό τον έλεγχο όμως των ιδιωτικών επιχειρήσεων και πολλές φορές ως παρακλάδι μεγάλων επιχειρήσεων και προσπαθούν να την ενσωματώσουν στο ″παιχνίδι″ της αγοράς.

Συντελεστές και φορείς της Κοινωνικής Οικονομίας[3]

Για να προσδιορίσουμε περισσότερο το χώρο δράσης που εξελίσσεται η κοινωνική οικονομία, το αντικείμενο και το υποκείμενο δραστηριότητας και τελικά τι είναι και τι δεν είναι κοινωνική οικονομία, πρέπει να ξεκαθαρίσουμε ποιος είναι ο σκοπός, ποιοι οι συντελεστές, ποιες μορφές κοινωνικών επιχειρήσεων εξυπηρετούν αυτό το σκοπό και ποιοι μπορεί να είναι οι συμπράττοντες.

Καταρχήν, συμπράττοντες εταίροι μπορεί να είναι όλοι. Το κράτος, οι δήμοι, οι επιχειρήσεις, τα επιμελητήρια και οι συνδικαλιστές. Δεν μπορεί να είναι όμως αυτοί οι φορείς της κοινωνικής οικονομίας. Ξεκάθαροι φορείς κοινωνικής επιχειρηματικότητας είναι οι Συνεταιρισμοί, τα ιδρύματα που παράγουν έργο κοινωνικών υπηρεσιών π.χ. Νοσοκομεία, Εκπαιδευτικά ιδρύματα, πολιτιστικές υπηρεσίες κ.τ.λ.

Οι Δήμοι μπορεί να είναι πρωταγωνιστές στην ανάπτυξη της κοινωνικής οικονομίας, δεν μπορούν όμως να είναι από μόνοι τους επιχειρηματίες. Μπορούν να συνεργάζονται με τους συνεταιρισμούς και να συμπράττουν. Αυτό γίνεται και συντελείται σε όλο τον ανεπτυγμένο κόσμο, όπου αναπτύσσονται δράσεις κοινωνικής οικονομίας και κοινωνικών επιχειρήσεων, προσφέροντας ουσιαστικές λύσεις στην αντιμετώπιση της φτώχειας και της ανεργίας, όντας πιο αποτελεσματικοί, συγκριτικά με άλλους Δήμους που δε συμπράττουν στις κοινωνικές επιχειρήσεις. Κλειδί προς αυτή την κατεύθυνση είναι οι «Κοινωνικές Αναπτυξιακές Συμπράξεις» με εταίρους τις οργανώσεις της Κοινωνίας Πολιτών, Επιμελητήρια, συνεταιρισμούς και τοπικές επαγγελματικές ενώσεις και σωματεία.

Οι συντελεστές ανάπτυξης της κοινωνικής οικονομίας είναι ενδεικτικά οι εξής:

•           Η Τοπική Αυτοδιοίκηση

•           Οι οργανώσεις της Κοινωνίας Πολιτών και όλοι οι Μη Κερδοσκοπικοί Φορείς

•           Οι συνεταιρισμοί

•           Οι χορηγοί

•           Η εκκλησία και διάφορες κοινότητες

Κοινωνικές συμπράξεις[4]

Οι Κοινωνικές Συμπράξεις είναι φορείς που συμμετέχουν οι Δήμοι, οι οργανώσεις της Κοινωνίας Πολιτών, επαγγελματικά σωματεία και κοινωνικοί Συνεταιρισμοί. Το έργο τους είναι να συντονίζουν και να υποστηρίζουν επιμέρους δραστηριότητες κοινωνικής επιχειρηματικότητας σε μια περιοχή.

Στην Ελλάδα, υπάρχει πλήθος συλλογικών οργανώσεων, αλλά πολύ μικρό ποσοστό κοινωνικής επιχειρηματικότητας που αναλαμβάνουν συλλογικοί φορείς και κοινωφελείς επιχειρήσεις της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, σε σύγκριση με τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες.

Αυτή η κατάσταση μπορεί να αλλάξει με τη δραστηριότητα των Κοινωνικών Αναπτυξιακών Συμπράξεων και να αντιμετωπιστεί το θεσμικό έλλειμμα, που είναι ζήτημα επιπέδου οργάνωσης μιας κοινωνίας. Κι αυτό μπορεί να αντιμετωπιστεί μόνο με την κινητοποίηση ανθρώπινων πόρων μέσω της συλλογικής επιχειρηματικότητας και των δομημένων «συμπράξεων» Τοπικής Αυτοδιοίκησης και κοινωνικών φορέων.

Το πλεονέκτημα γενικά των κοινωνικών επιχειρήσεων βρίσκεται στη δραστική μείωση του διαχειριστικού κόστους, αμοιβών διοικητικών και άλλων στελεχών που στις κοινωνικές επιχειρήσεις είναι περιορισμένο, στον κοινωνικό έλεγχο της εργασίας που γίνεται πολύ αποδοτικότερη κατά μονάδα, καθώς ο υπάλληλος/εργαζόμενος λογοδοτεί άμεσα στην τοπική κοινωνία και στους ίδιους τους ενδιαφερόμενους, αντίθετα με τη νοοτροπία των αργόμισθων δημοσίων υπαλλήλων. Έχουμε χιλιάδες παραδείγματα κρατικών και δημόσιων οργανισμών όπου η αργομισθία ήταν για πολλά χρόνια καύχημα και οι παροχές προς τον πολίτη ανύπαρκτες. Αυτά συμβαίνουν λ.χ. σε γηροκομεία, παιδικούς σταθμούς και δημόσιες υπηρεσίες υγείας/ πρόνοιας. Ανάλογα παραδείγματα αυτής της προσέγγισης έχουμε, λαμβάνοντας υπόψη τα δεδομένα της κοινωνικής οικονομίας, σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες, που μας δείχνουν με αριθμητικούς δείκτες πλέον την καταλυτική συμβολή στο ΑΕΠ των κοινωνικών επιχειρήσεων, αλλά και την κοινωνική συνοχή, που εξασφαλίζεται μέσω της ανάπτυξης της κοινωνικής οικονομίας.

Το θεσμικό έλλειμμα[5]

Πρέπει να επισημανθεί ότι, ενώ ο δείκτης ανάπτυξης των οργανώσεων της Κοινωνίας των Πολιτών αναγνωρίζεται στην Ευρώπη πως έχει άμεση σχέση με την ανάπτυξη κοινωνικής οικονομίας και αυτός ο δείκτης με τη σειρά του έχει σχέση με την αντιμετώπιση της κρίσης και της διαφθοράς, στην Ελλάδα φαίνεται ότι αυτή η αναγνώριση απουσιάζει και η υπόθεση αντιμετωπίζεται ως δευτερεύον ζήτημα. Έτσι, ουσιαστικά δεν υπάρχει μέριμνα συντονισμού για την αξιοποίηση του κοινωνικού κεφαλαίου των οργανώσεων της Κοινωνίας των Πολιτών, μολονότι πρόσφατα θεσμοθετήθηκε στην Ελλάδα, η Κοινωνική Συνεταιριστική Επιχείρηση (Κοιν.Σ.Επ.) με το νόμο 4019/2011 μόλις το 2011.

Οι προβλεπόμενοι πόροι ενίσχυσης από το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο γι’ αυτό το σκοπό δεν έχουν ακόμη διατεθεί ως ενίσχυση πρωτοβουλιών από την αρμόδια διαχειριστική αρχή του ελληνικού δημοσίου. Επομένως, δεν απομένει κάτι άλλο, από την αυτοοργάνωση και συνεργασία με την Τοπική Αυτοδιοίκηση για να ευδοκιμήσει ο θεσμός.

Β. Τομείς εφαρμογής της Κοινωνικής Οικονομίας[6]

Στο σημείο αυτό είναι απαραίτητο να συγκεκριμενοποιηθούν οι εφαρμογές που μπορούν να γίνουν για αποδοτική αξιοποίηση ανενεργών ανθρώπινων και υλικών πόρων. Για παράδειγμα, οι “Δημοτικές αλληλέγγυες αγορές” θα μπορούσαν να είναι πρωτοβουλίες αιχμής στον τομέα της διακίνησης διατροφικών προϊόντων που θα αναλάβουν και θα αναζωογονήσουν προβληματικές κοινωνικές υπηρεσίες των Δήμων. Στους τομείς εφαρμογής επισημαίνεται παράλληλα η σημασία της κοινωνικά υποστηριζόμενης Γεωργίας, όπως αναγνωρίζεται από την Ε.Ε. και η σημασία πρωτοβουλιών στον τομέα υγείας, πρόνοιας και παιδείας.

Τα κοινωνικά ιατρεία, κοινωνικά φαρμακεία, κοινωνικά φροντιστήρια κ.α. είναι μόνον ένα μικρό δείγμα της επιχειρηματικότητας που μπορεί να αναπτυχθεί στους τομείς αυτούς.

Η αλληλέγγυα οικονομία με τη μορφή συνεργατισμού των μη κερδοσκοπικών εταιρειών μπορεί να έχει αντικείμενο δραστηριότητας σε γενικές κατευθύνσεις την προστασία του περιβάλλοντος, τα άυλα προϊόντα πολιτισμού και ψηφιακού περιεχομένου, την επιμόρφωση, δια βίου μάθηση και ειδικές μορφές τουρισμού, όπως ο βιοτουρισμός, την ανθρωπιστική δραστηριότητα και τις υπηρεσίες υγείας.

Οι κυριότεροι τομείς που μπορεί να αναπτυχθεί η κοινωνική οικονομία είναι:

  1. Κοινωνικά υποστηριζόμενη γεωργία
  2. Κοινές δράσεις με Τοπική Αυτοδιοίκηση
  3. Παραγωγή και μεταποίηση
  4. Υπηρεσίες – Υγεία.
  5. Περιβάλλον (Πράσινη επιχειρηματικότητα).
  6. Νέες τεχνολογίες
  7. Α.Π.Ε. (ανανεώσιμες πηγές ενέργειας)
  8. Κοινωνικός Τουρισμός-Βιοτουρισμός
  9. Ψηφιοποίηση άυλου προϊόντος διαχείρισης γνώσης και πολιτισμού.

Κοινωνικά υποστηριζόμενη γεωργία (CSA)[7]

Η στροφή προς την πραγματική οικονομία, στα αναγκαία αγαθά και υπηρεσίες για την κοινωνία, περνάει κατά πρώτο λόγο άμεσα από την κοινωνική γεωργία και το δίκαιο εμπόριο στις ανταλλαγές αγροτικών προϊόντων και την επανίδρυση μιας νέας γενιάς κοινωνικών συνεταιρισμών.

Ο πρωτογενής τομέας είναι η βάση της πραγματικής οικονομίας, δηλαδή, τα άμεσα αγαθά που χρειάζεται η κοινωνία. Ορισμένα από αυτά τα βασικά αγαθά δεν χρειάζονται δύσκολες και περίπλοκες διαδικασίες για την παραγωγή τους. Για τη διάθεση των αγαθών αυτών λύση αποτελεί η σύσταση διαφόρων κοινωνικών συνεταιρισμών, οι οποίοι μπορούν να αναπτύξουν και ειδικές καλλιέργειες με ποιοτικά προϊόντα υψηλής προστιθέμενης αξίας. Το εγχείρημα αυτό μπορεί να συμβάλλει στη μεταστροφή νέων ανθρώπων και επιστημόνων προς την αγροτική οικονομία, δίνοντας στο επάγγελμα του αγρότη ιδιαίτερη σημασία και νέο κοινωνικό περιεχόμενο.

Η Κοινωνική Γεωργία έχει ως σκοπό τη δημιουργία οικολογικών και κοινωνικά «δίκαιων» καλλιεργειών. Οι παραγωγοί οφείλουν να χτίσουν το οικοδόμημα της εμπιστοσύνης προς τους καταναλωτές, οι οποίοι έχουν τη δυνατότητα να συνεισφέρουν στη διαδικασία της παραγωγής σε μια γεωργική εκμετάλλευση. Είτε με το να χρηματοδοτήσουν εξαρχής τον προϋπολογισμό μιας γεωργικής εκμετάλλευσης για το σύνολο της παραγωγικής περιόδου, είτε με το να συμμετέχουν ενεργά στις διαδικασίες της καλλιέργειας. Έτσι, προμηθεύονται γεωργικά προϊόντα σε τακτά χρονικά διαστήματα και συναποφασίζουν για το ποια προϊόντα ενδιαφέρουν, ποια καλλιεργητική μέθοδος θα εφαρμοστεί και σε ποια τιμή πώλησης, καθότι εξαλείφεται το κόστος διανομής. Αυτό το είδος ρύθμισης ονομάζεται επιμερισμός σοδειάς ή σύστημα καλαθιού.

Η παραγωγή των τροφίμων πραγματοποιείται σύμφωνα με τις αρχές της βιολογικής γεωργίας ή ακόμα και της βιοδυναμικής (μορφή βιολογικής γεωργίας με έμφαση στις κοσμικές δυνάμεις). Η Κοινωνική Γεωργία εστιάζει συνήθως σε ένα σύστημα εβδομαδιαίας διανομής λαχανικών, ενίοτε λουλουδιών, φρούτων, βοτάνων, αλλά ακόμη και γάλακτος ή προϊόντων κρέατος σε ορισμένες περιπτώσεις. Οι παραγωγοί διασφαλίζουν τους απαραίτητους πόρους, τόσο για τις καλλιεργητικές τους δραστηριότητες, όσο και για τη διαβίωσή τους, χωρίς μεσάζοντες, προσφέροντας στους καταναλωτές τρόφιμα υψηλής προστιθέμενης αξίας.

Μια συγκεκριμένη πρόταση εφαρμογής είναι:

Η δημιουργία δημοτικών  αλληλέγγυων  αγορών στους Δήμους στο γενικότερο πλαίσιο του δίκαιου εμπορίου, σε όλα τα μεγάλα αστικά κέντρα με την εξασφάλιση  της συνεργασίας για προμήθειες από  αγροτικούς Δήμους – συνεταιρισμούς και ενώσεις παραγωγών, χωρίς μεσάζοντες και με την υποστήριξη   καταναλωτικών οργανώσεων, ώστε να αναπτυχθεί ένας βιώσιμος θεσμός ανταλλαγών, εξασφαλίζοντας έτσι πολύ μικρότερο κόστος για τους καταναλωτές και παράλληλα οφέλη για  τους παραγωγούς.

Η ενίσχυση της κοινωνικά υποστηριζόμενης Γεωργίας και των Κοινωνικών αγροκτημάτωναποτελεί προϋπόθεση για την υλοποίηση του παραπάνω σκοπού.

Κοινωνικά αγροκτήματα[8]

Σκοπός των κοινωνικών αγροκτημάτων είναι να προσφέρουν τη δυνατότητα σε πολίτες άνεργους ή χαμηλοσυνταξιούχους να καλλιεργούν τα δικά τους προϊόντα. Για παράδειγμα, μπορούν να μετατραπούν εγκαταλειμμένα αγροτεμάχια σε μικρούς κοινωνικούς λαχανόκηπους, η χρήση των οποίων μπορεί να παραχωρηθεί σε ευαίσθητες κοινωνικά ομάδες.

Κοινωνικοί λαχανόκηποι[9]

Δημοτικοί ή αστικοί λαχανόκηποι είναι μικρά τεμάχια γης εντός ή περιαστικά των πόλεων, παραχωρημένα εκ μέρους της Τοπικής Αυτοδιοίκησης έναντι συμβολικού ή όχι ενοικίου στους κατοίκους της περιοχής, για την καλλιέργεια φρούτων και λαχανικών του νοικοκυριού τους.

Οι κοινωνικοί λαχανόκηποι μπορεί, επίσης, να είναι παραχωρημένες εκτάσεις είτε από δήμους είτε από ιδιώτες σε διάφορους κοινωνικούς φορείς, οι οποίοι σε συνεργασία με εργαζόμενους σε κοινωφελείς σκοπούς και εθελοντές, τις καλλιεργούν με σκοπό τη διάθεση των προϊόντων σε οργανώσεις ή συλλόγους με φιλανθρωπικό έργο (κοινωνικά παντοπωλεία, συσσίτια).

Υπεύθυνοι για την καλλιέργειά τους είναι, ως επί το πλείστον, εργαζόμενοι σε προγράμματα κοινωφελούς εργασίας, αλλά και εθελοντές. Τα παραγόμενα προϊόντα, στην πλειοψηφία τους, διατίθενται δωρεάν σε οικονομικά και κοινωνικά αδύναμες ομάδες ανθρώπων, όπως για παράδειγμα σε γηροκομεία, ορφανοτροφεία και σε άπορους.

Απαραίτητη προϋπόθεση είναι η καλλιέργεια των λαχανικών σύμφωνα με τις αρχές και τους κανόνες της βιολογικής γεωργίας.

Παραγωγή και Μεταποίηση[10]

Τα τελευταία χρόνια υπάρχει καταναλωτική ζήτηση για αυθεντικά τοπικά προϊόντα, αλλά λόγω του υψηλού ανταγωνισμού με γειτονικές χώρες που εξασφαλίζουν χαμηλότερες τιμές πώλησης, πρέπει να περιοριστεί το κόστος διαμεσολάβησης και τα υψηλά ασφάλιστρα στην χώρα μας κάτι που μόνο μέσα από την συνεταιριστική οργάνωση της εργασίας μπορεί να επιτευχθεί.

Οι κοινωνικοί συνεταιρισμοί μπορούν να αναπτύξουν οποιεσδήποτε δραστηριότητες, καλύπτοντας ολόκληρο το φάσμα της παραγωγής, της μεταποίησης, αλλά και της εμπορίας αγροτικών προϊόντων, καταναλωτικών προϊόντων, κτηνοτροφικών προϊόντων, προμήθειας και εμπορίας γεωργικών εφοδίων, καθώς και της κατασκευής, προμήθειας και εμπορίας μέσων αγροτικής παραγωγής και παροχής υπηρεσιών κ.ά.

Αναφορικά με την προώθηση προϊόντων και υπηρεσιών των ΚοινΣΕπ και των Αναπτυξιακών Συμπράξεων, ο σχεδιασμός προβλέπει τη δημιουργία ενός θεσμικού εργαλείου τοπικών και περιφερειακών εκθέσεων προϊόντων και υπηρεσιών, φορέων κοινωνικής οικονομίας, συνεταιρισμών πράσινης ανάπτυξης και βιολογικών προϊόντων, ώστε να προβάλλονται οι αντίστοιχες πρωτοβουλίες και προϊόντα.

Οι εκθέσεις αυτές θα συνενώνουν δράσεις κοινωνικών συμπράξεων, κοινωνικής εταιρικής ευθύνης, τοπικά προϊόντα ποιότητας, βιολογικά προϊόντα, δράσεις αγροτουρισμού – οικοτουρισμού και θα αναδεικνύουν κοινωφελή προγράμματα και υπηρεσίες στον τομέα της υγείας και της ανθρωπιστικής βοήθειας.

Υπηρεσίες – Υγεία[11]

Στα σημερινά προβλήματα που παρουσιάζει το σύστημα της υγείας στη χώρα μας, η λύση μπορεί να δοθεί σίγουρα και μέσω της κοινωνικής οικονομίας. Σε μια εποχή που η φτώχεια και η ανέχεια έχουν έρθει στο προσκήνιο, τα κοινωνικά φαρμακεία και τα κοινωνικά ιατρεία των Δήμων, κινούμενα από μια ισχυρή πρωτοβουλία αλληλεγγύης, περιθάλπουν εκατοντάδες άπορους πολίτες. Μάλιστα, τα κοινωνικά φαρμακεία σε σύμπραξη με αγροτικές ΚοινΣΕπ μπορούν να παρασκευάζουν φυτικά φάρμακα και καλλυντικά από βιολογικές καλλιέργειες και να τα διανέμουν είτε δωρεάν είτε με ένα συμβολικό αντίτιμο.

Στον τομέα της υγείας, δραστηριοποιούνται κοινωνικές επιχειρήσεις και συνεταιρισμοί για τη φροντίδα ηλικιωμένων και ομάδων με ειδικά προβλήματα υγείας. Επίσης, έχουν δημιουργηθεί εταιρείες παροχής υπηρεσιών για προσπελάσιμα συστήματα μεταφορών, όπως εταιρείες ταξί και λεωφορείων, καθώς και τεχνικές εταιρίες με εξειδίκευση στην κατασκευή προσπελάσιμων χώρων (κυρίως για άτομα με ειδικές ανάγκες). Τέλος, δραστηριοποιούνται εταιρείες πληροφορικής – παροχής εξειδικευμένων υπηρεσιών για αναπήρους, ηλικιωμένους, κ.ά.

Αναφορικά με τις κοινωνικές υπηρεσίες στους Δήμους η πρόταση είναι: η δημιουργία Κοινωνικών επιχειρήσεων Κοιν.Σε.Π  στους τομείς που ενδιαφέρει  τους συνεργαζόμενους Δήμους, όπως π.χ για παιδικούς – βρεφονηπιακούς σταθμούς, Κοιν.Σε.Π  για  αδύναμες  κοινωνικές ομάδες, ηλικιωμένους, ΑΜΕΑ, αστέγους κ.α.π., εξασφαλίζοντας μικρότερο ετήσιο κόστος για τους Δήμους και καλύτερες υπηρεσίες, απαλλάσσοντας, σε μεγάλο βαθμό, τους Δήμους από τη χαμηλή απόδοση της δημοσιοϋπαλληλικής νοοτροπίας.

Κοινωνικά Ιατρεία – Φαρμακεία[12]

Σκοπός των κοινωνικών ιατρείων είναι η παροχή πρωτοβάθμιας περίθαλψης και φροντίδας υγείας σε ανασφάλιστους πολίτες – Έλληνες και μετανάστες – και κοινωνικά αποκλεισμένους, άπορους και μακροχρόνια ανέργους, οι οποίοι δεν έχουν τη δυνατότητα να ασφαλιστούν και δεν μπορούν να πληρώσουν το σύνολο του κόστους της θεραπείας τους ή των εξετάσεών τους. Κατά περίπτωση, δύναται να εξασφαλίζεται δωρεάν και η δευτεροβάθμια και τριτοβάθμια περίθαλψη, νοσηλεία και αποκατάσταση.

Οι ιατροί εξετάζουν τους ασθενείς δωρεάν. Επίσης, τα φάρμακα συλλέγονται είτε από δωρεές είτε από πολίτες που μπορούν να προσκομίσουν φαρμακευτικό υλικό, το οποίο δε χρειάζονται. Τέλος, οποιοσδήποτε μπορεί να εργαστεί εθελοντικά για τη λειτουργία του εκάστοτε κοινωνικού ιατρείου, για παράδειγμα γραμματειακή υποστήριξη, καθαριότητα χώρου κ.τ.λ.

Πράσινη επιχειρηματικότητα[13]

Μπροστά στο περιβαλλοντικό αδιέξοδο των μεγάλων πόλεων, υπάρχει το όραμα των «πράσινων πόλεων», μια ρεαλιστική διέξοδος αλλαγής κατεύθυνσης των επενδύσεων και του καταναλωτικού προτύπου.

Συνδέεται άμεσα με την πράσινη ζήτηση σε υγιεινά και ωφέλιμα προϊόντα και υπηρεσίες, με την ανάπτυξη των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και την οικοδιαχείριση του νερού, με τα βιοκλιματικά κτίρια και την εξοικονόμηση της ενέργειας, με την πολιτική για τις «πράσινες πόλεις» και την ανακύκλωση με την οικοπροστασία των δασών και της θάλασσας. Με την αξίωση για καθαρό περιβάλλον και υγεία.

Το κέρδος, έτσι, είναι διπλό. Αφενός, έχουμε ενεργητική προωθητική διαδικασία για την προστασία του περιβάλλοντος κι αφετέρου, πράσινη ανάπτυξη, που εξασφαλίζει τη βιωσιμότητα των οικοσυστημάτων.

Η επιχειρηματικότητα στον τομέα της ενέργειας διευκολύνεται σε μεγάλο βαθμό από την ανάγκη μετάβασης από τα ορυκτά καύσιμα, το πετρέλαιο και τον άνθρακα, προς την ενέργεια από τον Ήλιο και την αξιοποίηση της τεχνολογίας του υδρογόνου.

Η διασπορά των επενδύσεων στις ήπιες μορφές ενέργειας, από δήμους προς τις μικρές επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά, μπορεί να αναζωογονήσει τις τοπικές κοινωνίες.

Προσεγγίζουμε το ζήτημα από αυτή τη σκοπιά, γιατί η πράσινη ανάπτυξη, χωρίς τη συμμετοχή της τοπικής κοινωνίας, είναι ελλειμματική. Περιορίζει τους ανθρώπινους πόρους, τις κινητήριες δυνάμεις και το τελικό όφελος στην τοπική κοινωνία.

Ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και ανακύκλωση[14]

Οι κοινωνικοί συνεταιρισμοί που δραστηριοποιούνται στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας (όπως η αξιοποίηση της ηλιακής ενέργειας μέσω φωτοβολταϊκών συστημάτων, της αιολικής ενέργειας μέσω κατασκευής αιολικών πάρκων κ.ά.) είναι μια από τις πιο ελπιδοφόρες εφαρμογές της κοινωνικής οικονομίας, όχι μόνο γιατί η ενεργή συμμετοχή των πολιτών είναι καθοριστικός παράγοντας για την αντιστροφή των καταστροφικών επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής παγκοσμίως,  αλλά και γιατί ο συνδυασμός του συστήματος των εγγυημένων τιμών, με το συνεταιριστικό μοντέλο και τα σωστά χρηματοδοτικά εργαλεία, μπορούν να αποτελέσουν μια ρεαλιστική απάντηση στην κλιμακούμενη οικονομική κρίση και δίοδο ανάκαμψης των τοπικών οικονομιών.

Αυτή η στρατηγική θα είναι προς όφελος της κοινωνίας, διότι θα μπορούν να διαμορφωθούν εκατομμύρια θέσεις εργασίας και βιώσιμες οικονομικές δραστηριότητες σε τοπικό επίπεδο, με αποκεντρωμένα συστήματα και με τη συμμετοχή κοινωνικών συνεταιριστικών επιχειρήσεων παραγωγής ενέργειας.

Γιο παράδειγμα, κοινωνικοί συνεταιρισμοί δραστηριοποιούνται στη διαχείριση απορριμμάτων, αποβλήτων και υδάτινων πόρων. Πιο συγκεκριμένα, μέσω των επιχειρήσεων αυτών επιτυγχάνεται η προστασία του περιβάλλοντος από αέριους ρύπους, η αξιοποίηση των ανακυκλώσιμων υλικών για την παραγωγή βιομάζας και βιοαερίου, η αφαλάτωση υπογείων και θαλάσσιων υδάτων, η αξιοποίηση επικίνδυνων και μη επικίνδυνων βιομηχανικών αποβλήτων με τη μετατροπή τους σε εναλλακτικό καύσιμο – πρώτη ύλη για άλλες δραστηριότητες και εμπορεύσιμα παραπροϊόντα κ.ά.

Κοινωνικός τουρισμός – Αγροτουρισμός[15]

Στον τομέα του τουρισμού υπάρχουν πρόσθετες δυνατότητες, τόσο λόγω του φυσικού πλούτου της χώρας μας και της φυσικής της ομορφιάς, όσο κυρίως λόγω της πολιτιστικής της κληρονομιάς, η οποία είναι επιτακτική ανάγκη να αναδειχθεί με ποικίλους τρόπους. Μια πολύ καλή επιχειρηματική πρόταση αφορά στην ψηφιοποίηση του πολιτιστικού περιεχομένου, των μύθων, των μνημείων και της ιστορίας της χώρας.

Η διατήρηση της πολύτιμης πληροφορίας που περιέχουν αντικείμενα, από τα οποία όμως άλλα καταστρέφονται από τη φθορά του χρόνου ή από κάποιο συμβάν και άλλα αλλοιώνονται. Επίσης, άυλα πολιτιστικά αγαθά, όπως παραδόσεις και μύθοι, σβήνουν στο πέρασμα του χρόνου. Η ψηφιοποίηση δημιουργεί ψηφιακά υποκατάστατα των υλικών και άυλων αγαθών, περισώζοντας την πολύτιμη πληροφορία που περιέχουν.

Συγκεκριμένα, επιτυγχάνονται σημαντικοί στόχοι, στους οποίους περιλαμβάνονται και οι ακόλουθοι:

  • Η ενίσχυση του ρόλου που έχει το πολιτιστικό αγαθό, αφού η αντίστοιχη πληροφορία μπορεί να ανευρεθεί πιο εύκολα και συνδυασμένα από διαφορετικές πηγές,
  • η προβολή των πολιτιστικών αγαθών, μέσα από το Διαδίκτυο, αλλά και με την παραγωγή ηλεκτρονικών εκδόσεων (CD, DVD, εφαρμογές, αφιερώματα), τα οποία διανέμονται σε διάφορες παρουσιάσεις/εκδηλώσεις ή σε σημεία τουριστικής προσέλκυσης,
  • η οικονομική ανάπτυξη μέσω και της προβολής των πολιτιστικών αγαθών και της αξιοποίησης του πολιτιστικού περιεχομένου σε αχανείς αγορές, όπως ο τουρισμός.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση χρηματοδοτεί σχετικά έργα μέσω των πλαισίων χρηματοδότησης και στήριξης (IST, e-Content κ.ά.).

Μια άλλη πρόταση αποτελεί η δημιουργία θεματικών πάρκων, στα πλαίσια της πράσινης επιχειρηματικότητας. Μπορούν να δημιουργηθούν, ανάλογα με τους διαθέσιμους πόρους, πάρκα θηραμάτων, πάρκα νερού, πάρκα βιολογικής γεωργίας και κτηνοτροφίας, πάρκα αγροτουρισμού κ.ο.κ. Σημαντικό στοιχείο για τη θερμή υποδοχή της δράσης από την τοπική κοινωνία και την πλήρη αναστροφή της φθίνουσας πορείας της απασχόλησης και της παραγωγής, στις περιοχές μιας τέτοιας παρέμβασης, είναι ακριβώς η τουριστική και πολιτιστική αναβάθμιση της περιοχής. Με αυτή τη δομή, το σχέδιο αξιοποιεί το κοινωνικό κεφάλαιο της περιοχής και διευκολύνει την εισροή οικονομικού κεφαλαίου και τη βιωσιμότητα της επένδυσης στη συνέχεια.

Η αξιοποίηση όλων των φυσικών συγκριτικών πλεονεκτημάτων μιας περιοχής βασίζεται στην έξυπνη διαχείριση των ανθρώπινων πόρων, μέσα από τις κοινωνικές αναπτυξιακές συμπράξεις, που εξασφαλίζουν τη συμμετοχικότητα της τοπικής κοινωνίας στην κοινωνική επιχειρηματικότητα. Οι καλές πρακτικές της κοινωνικής επιχειρηματικότητας αποτελούν τα βασικά εργαλεία κινητοποίησης των ανθρώπινων πόρων στο επίπεδο της τοπικής αυτοδιοίκησης και παράλληλα διατηρήσιμο ανταγωνιστικό πλεονέκτημα για την τοπική κοινωνία.

Ο βιοτουρισμός ως τομέας δράσης της Κοινωνικής Οικονομίας

Ο βιοτουρισμός ως τομέας δράσης της Κοινωνικής Οικονομίας αφορά τη σύνθεση του βιοτουριστικού προϊόντος, το οποίο αναλύεται και παρουσιάζεται μέσα από το σύνολο της ζωής και της δράσης, τα φυσικά και πολιτιστικά διαθέσιμα της εκάστοτε περιοχής, τη βιοποικιλότητα, τη γεωμυθολογία, την τοπική αρχιτεκτονική, αγροτική και πολιτιστική κληρονομιά και την τοπική ιστορία. Παράλληλα, μέσα από τη συμμετοχή για την προστασία και ανάδειξη του περιβάλλοντος, από τα παραγωγικά διαθέσιμα της περιοχής και τις αντίστοιχες δραστηριότητες (αγροτικές ασχολίες – παραγωγή/συσκευασία τοπικών προϊόντων), καθώς και από το σύνολο των δραστηριοτήτων στη φύση (ποτάμια, λίμνες, βουνά, θάλασσα) που μπορεί να έχει κάθε επισκέπτης.

Ο βιοτουρισμός ως προϊόν προκύπτει ως προσφερόμενη κοινωνική εμπειρία στον επισκέπτη, που συνθέτει το σύνολο της ζωής του τόπου και των δραστηριοτήτων που αναπτύσσονται στο πλαίσιο του φυσικού και κοινωνικού περιβάλλοντος της περιοχής.

Όλες οι μορφές θεματικού τουρισμού, ως αλληλοσυμπληρούμενες δράσεις, προσφέρουν μια συνολική κοινωνική εμπειρία. Η ολοκληρωμένη, άρα, κοινωνική εμπειρία στην περιοχή, η επαφή με τους ανθρώπους και τις δραστηριότητές τους και η συμμετοχή στα δρώμενα της περιοχής συνθέτουν το βιοτουριστικό προϊόν.

Κατ’ αυτήν την έννοια, τα εργαλεία ανάδειξης, προώθησης και προβολής διαφοροποιούνται απ’ το marketing του μαζικού τουρισμού, όπως της ‘‘μονοκαλλιέργειας’’ του ήλιου και της θάλασσας, που εφαρμόζεται στις ακτές της Μεσογείου και αναδεικνύουν την ποικιλότητα των παραγωγικών, πολιτιστικών και κοινωνικών δράσεων, που οφείλουν να συνθέτουν το βιοτουριστικό προϊόν.

Στον τομέα του τουρισμού απαιτείται η αλλαγή από το σημερινό μοντέλο, ώστε να αποτελέσει μοχλό διεξόδου από την κρίση. Διέξοδο από το αρνητικό μοντέλο του μαζικού τουρισμού που δεν σεβάστηκε το φυσικό-πολιτιστικό περιβάλλον, υποβαθμίζοντας ουσιαστικά το ίδιο το τουριστικό προϊόν.

Ο βιοτουρισμός, λοιπόν, σύμφωνα με όλα τα παραπάνω, είναι στάση ζωής, σεβασμός για το περιβάλλον και προσφέρεται ως ολιστικό προϊόν κοινωνικής εμπειρίας.  

Προϋποθέτει την κοινωνική συμμετοχή στις δραστηριότητες των εναλλακτικών μορφών τουρισμού[16], όπως εξερευνήσεις, κολύμπι, φωτογραφία, ορειβασία, πεζοπορία (trekking), ποδήλατο βουνού (mountain bike), χειμερινό σκι κ.α. Προσδιορίζει τη διαφοροποίηση του προϊόντος, ενισχύοντας τις δραστηριότητες αυτές με παραγωγικές δράσεις της Κοινωνικής Οικονομίας.

Η Κοινωνική Οικονομία δίνει ένα συμπληρωματικό βασικό συστατικό στο προϊόν, επεκτείνοντας το κοινωνικό επιχειρείν και marketing. Κινητοποιεί ανθρώπινους πόρους και κοινωνικό κεφάλαιο της περιοχής. Πέρα από τους επαγγελματίες τουρισμού, την ίδια την τοπική κοινωνία που διαμορφώνει δρώμενα, εκδηλώσεις συμμετοχής, εκθέσεις, πανηγύρια κτλ., που προσδίδουν στον τουρισμό ποιότητα, χωρίς να αυξάνουν το κόστος του προϊόντος.

To ζητούμενο του βιοτουριστικού προϊόντος είναι οι τουρίστες που επισκέπτονται την περιοχή να βιώσουν έναν πιο φυσικό και φιλόξενο τρόπο ζωής από αυτόν που έχουν συνηθίσει και επομένως να βρουν ένα λιγότερο μολυσμένο περιβάλλον, εξυπηρετικούς επιχειρηματίες και προσωπικό, φιλόξενους ανθρώπους και γενικά μια εναλλακτική συνολική τουριστική προσφορά.

Για να επιτευχθεί αυτό, το κεφάλαιο της περιοχής, το οποίο αποτελούν η ιστορία, ο πολιτισμός, η αγροτική και κοινωνική κληρονομιά και η ποικιλότητα των δραστηριοτήτων πρέπει να υποστηρίζεται ως κοινή και μοναδική αξία και να εκτιμάται ως η ισχυρότερη οικονομική κατευθυντήρια γραμμή, αναδεικνύοντας την αξία του ολιστικού βίου.[17]

Το κοινωνικό κεφάλαιο μιας περιοχής που συνίσταται στη συνεργασία και την υποστήριξη μιας οικονομικής δραστηριότητας, όπως ο τουρισμός, πέραν από τα στενά όρια της αγοράς, από την τοπική κοινωνία συνολικά, εξετάζεται εδώ ως ο παράγοντας που συντελεί στη δημιουργία προστιθέμενης αξίας στην περιοχή και στη συμμετοχή ανενεργού ανθρώπινου δυναμικού που υποαπασχολείται στην ανάπτυξη και διαμόρφωση του τουριστικού προϊόντος. Στο κοινωνικό κεφάλαιο λαμβάνεται υπόψη η υψηλή αξία της γνήσιας και σωστής φιλοξενίας που χαρακτηρίζει την Ελλάδα από αρχαιοτάτων χρόνων, καθώς και ο συντονισμός που χρειάζεται για να αξιοποιηθούν στο έπακρο όλοι οι υλικοί και ανθρώπινοι πόροι που διαθέτει η περιοχή, κάνοντας τον ίδιο τον τουρίστα κομμάτι του ιδιαίτερου χαρακτήρα του τόπου.

Έτσι, στα τουριστικά πακέτα του εναλλακτικού τουρισμού, οι δραστηριότητες εκείνες τις οποίες συναντά κανείς και που αξιοποιούν το πολιτιστικό κεφάλαιο για να επιτύχουν την ενσωμάτωση του τουρίστα, μπορεί να είναι, πέρα από την συμμετοχή του σε απλές επισκέψεις μουσείων και αρχαιολογικών χώρων, συμμετοχή σε παραδοσιακά πανηγύρια της περιοχής, δοκιμή παραδοσιακών συνταγών σε τοπικές ταβέρνες, καθώς και οποιαδήποτε άλλη δράση που θα τον κάνει να έρθει σε επαφή με τους ντόπιους και να συναναστραφεί μαζί τους. Η συναναστροφή του τουρίστα με τους ντόπιους, μέσα από την συμμετοχή του στις παραδόσεις τους και την εκπαίδευσή του σε αυτές, θα τον βοηθήσει να τους μάθει καλύτερα και να γίνει έτσι και ο ίδιος ένα κομμάτι του τόπου, βιώνοντας την πραγματική ελληνική φιλοξενία για την οποία είμαστε σε όλο τον κόσμο γνωστοί.

Ο παράγοντας εκείνος ο οποίος είναι σε θέση να στηρίξει ένα τέτοιο είδος τουρισμού είναι μόνο οι ίδιοι οι κάτοικοι της περιοχής, οργανωμένοι σε ομάδες ή δίκτυα, τέτοια που σκοπό έχουν την προώθηση των συλλογικών τους συμφερόντων. Σε αυτά τα δίκτυα με υψηλό επίπεδο κοινωνικού κεφαλαίου, τα οποία διαθέτουν κοινές αξίες, εμπιστοσύνη και κοινά κριτήρια αποφάσεων, επικρατεί η αρχή της αμοιβαιότητας, που συμβάλλει στην ατομική ευημερία, δεδομένου ότι οι συμμετέχοντες έχουν ευχερέστερη πρόσβαση στην πληροφορία και στους άλλους απαραίτητους πόρους.

Γ. Σχεδιασμός ενός συλλογικού μηχανισμού στα πλαίσια της Κοινωνικής Οικονομίας

Απαραίτητο θεσμικό εργαλείο κοινωνικής οικονομίας αποτελεί ο σχεδιασμός ενός πανελλήνιου μηχανισμού υποστήριξης της επιχειρηματικότητας των Κοινωνικών Συνεταιρισμών ώστε ο σχεδιασμός αυτός να κινητοποιήσει τους φορείς και συντελεστές της κοινωνικής οικονομίας.

Προτάσεις εφαρμογής Κοινωνικής Οικονομίας

Δομές οργάνωσης

Έχοντας υπόψη τα πραγματικά δεδομένα της κοινωνικής οικονομίας στη χώρα μας και το εξωτερικό και εσωτερικό περιβάλλον στο οποίο μπορούν να σχεδιαστούν δράσεις κοινωνικής επιχειρηματικότητας, θεωρείται αναγκαίο αυτός ο σχεδιασμός να μη γίνει μόνον από το κράτος, αλλά από όλη την ενότητα συντελεστών της κοινωνικής οικονομίας και ιδιαίτερα από τις οργανώσεις της Κοινωνίας Πολιτών και την Τοπική Αυτοδιοίκηση.

Γιατί η κοινωνική οικονομία και η κοινωνική επιχειρηματικότητα δεν είναι δυνατόν να σχεδιαστεί αποκλειστικά από το κράτος και τις δομές του. Το κράτος δεν μπορεί να αναπτύξει τον εθελοντισμό, τη συμμετοχικότητα και την επιχειρηματικότητα των πολιτών, για μια σειρά από λόγους που έχουν να κάνουν με τη γραφειοκρατία ως επί το πλείστον.

Το κράτος δεν μπορεί να ενσωματώσει όλες αυτές τις πρωτοβουλίες πολιτών, ούτε η αγορά μπορεί να κάνει αυτό το έργο, πλην της εταιρικής κοινωνικής ευθύνης. Επομένως, ο σχεδιασμός, η επινοητικότητα και η οργάνωση της Κ.Ο. ανήκει στα δίκτυα και την αυτοοργάνωση πολιτών με συμπράττοντες εταίρους φορείς της Τ.Α.

Με βάση την προσέγγιση αυτή, ο σχεδιασμός που προτείνεται έχει ως άξονες:

Τις περιφερειακές δομές στήριξης με τη μορφή των Κοινωνικών Αναπτυξιακών ΣυμπράξεωνΤην επιμόρφωση πάνω στην επιχειρηματικότητα της κοινωνικής οικονομίαςΔομές συγκέντρωσης κοινωνικού και διανοητικού κεφαλαίου. Δομές διαχείρισης και διάδοσης της γνώσης. Δομές δια βίου μάθησης και επιμόρφωσηςΚοινωνικοποίηση της οργανωτικής τεχνολογίαςΣυνεργατικά δίκτυα αλληλεγγύηςMentoring για την Κοινωνική ΟικονομίαΥπόδειγμα για τις «Κοινωνικές Αναπτυξιακές Συμπράξεις»  

Αυτό που πρέπει να οριστεί, εξαρχής, είναι ότι ένα σύστημα δικτύωσης και οργάνωσης οφείλει να εξυπηρετεί το σύνθετο έργο της κινητοποίησης των ανθρώπινων πόρων και της δικτύωσης των κοινωνικών επιχειρήσεων από όλες τις πλευρές – πολίτες, καταναλωτές, επαγγελματίες, παραγωγούς, κοινωνικούς φορείς της Τοπικής Αυτοδιοίκησης.  Πρόκειται για ένα ανοικτό σύστημα, στη λογική των Κοινωνικών Αναπτυξιακών Συμπράξεων.

Δε γίνεται όλη αυτή η διαδικασία να παρακολουθείται από την κρατική γραφειοκρατία, δίχως ένα απαγορευτικό λειτουργικό κόστος και δίχως την ευθύνη της ίδιας της κοινωνίας να δημιουργήσει συνθήκες παραγωγικότητας και νέους πόρους.

Παράλληλα, η κινητικότητα όλων των συντελεστών της κοινωνικής οικονομίας είναι ευθύνη της τοπικής κοινωνίας και προϋπόθεση στη συγκρότηση κοινωνικού κεφαλαίου, στη συγκέντρωση, επίσης, επενδυτικού κεφαλαίου και στη διάχυση γνώσης, με τελικό στόχο την ενδυνάμωση της κοινωνικής επιχειρηματικότητας.

Χρειάζεται ένα νέο κύμα συλλογικών πρωτοβουλιών και δικτύων. Με αυτή την έννοια, μπορεί η σύνθεση του κοινωνικού κεφαλαίου, που σημαίνει κοινωνική ευθύνη – συνεργασία και υψηλή συνειδητότητα στη διαχείριση των ανθρώπινων πόρων, να θεωρηθεί η βάση και ο κινητήριος μοχλός της επιτυχίας ενός στρατηγικού σχεδίου και μηχανισμού στήριξης της Κοινωνικής Οικονομίας και του θεσμού των ΚοινΣΕπ.

Με αυτόν τον τρόπο μόνο μπορεί να ενισχυθεί η διεύρυνση της συμμετοχικότητας στις κοινωνικές επιχειρήσεις και στην παραγωγή, όταν κάθε μικρή ομάδα που παίρνει πρωτοβουλίες μπορεί να αισθάνεται ότι θα υποστηριχθεί, όχι κατ’ ανάγκη από το κράτος, αλλά από αλληλέγγυους θεσμούς της κοινωνίας.

Επίσης, με αυτό τον τρόπο μπορούν να προβληθούν τα συγκριτικά πλεονεκτήματα κάθε τόπου και να δημιουργηθούν κίνητρα για την κοινωνική επιχειρηματικότητα σε τομείς που παραμένουν αδρανείς, π.χ. κοινωνικά αγροκτήματα, σχολάζουσες ιδιοκτησίες.

Η κοινωνική επιχειρηματικότητα δεν μπορεί να προχωρήσει χωρίς την ανάπτυξη ενός νέου επιχειρηματικού υποκειμένου, καθώς το υποκείμενο αυτό δεν μπορεί να υποκατασταθεί σε πλειοψηφικό ποσοστό από φορείς άλλου σκοπού (κρατικές, δημοτικές και ιδιωτικές επιχειρήσεις). Συνεπώς, τα κίνητρα πρέπει να αναζητηθούν από τη διαύγαση των σχέσεων μεταξύ κοινωνικής επιχείρησης και συμπραττόντων εταίρων.

Ορθοδομή των όρων της Κοινωνικής Οικονομίας

Σε αυτό το σημείο οφείλει να τεθεί ως προϋπόθεση η ορθοδόμιση των όρων της κοινωνικής οικονομίας, ώστε να διαχωρίζεται αυτή από τον κρατικό και ιδιωτικό τομέα, ορίζοντας έτσι και την στόχευση των οργανωτικών εργαλείων προς τους οργανικούς αποδέκτες και συντελεστές, που μπορούν να συμβάλλουν προς το σκοπό και συνιστούν το υποκείμενο της κοινωνικής επιχειρηματικότητας. Με βάση την εν λόγω ορθοδόμιση μπορούν να τεθούν οι εξής προτεραιότητες:

  • Οικοδόμηση σχέσεων εμπιστοσύνης και συνεργασίας μεταξύ καταναλωτικών και άλλων συλλογικών οργανώσεων με παραγωγικές οργανώσεις, με στόχο τον περιορισμό της διαμεσολάβησης στη διακίνηση προϊόντων προς όφελος των δύο πλευρών και της κοινωνίας κατ’ επέκταση. Δραστική, επίσης, μείωση του κόστους διαμεσολάβησης της γνώσης για την ίδρυση και λειτουργία μιας κοινωνικής επιχείρησης, περιορίζοντας έτσι το κόστος συμβουλευτικής.
  • Δημιουργία σχέσεων εμπιστοσύνης με κίνητρα, που μετουσιώνονται σε συγκεκριμένες οργανωτικές δομές (Σύμφωνα συνεργασίας – Περιφερειακά Παρατηρητήρια).
  • Διαμόρφωση συνθηκών για τη σύνθεση των κατακερματισμένων υλικών και ανθρώπινων πόρων, βάσει των οποίων μπορούν να δημιουργηθούν νέες κοινωνικές επιχειρήσεις, αξιοποιώντας ανενεργούς υλικούς πόρους της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, κρατικών οργανισμών και ιδρυμάτων.
  • Έχοντας τη σύνθεση των διαθέσιμων πόρων πρέπει να οριστούν οι διαδικασίες που οδηγούν σε νέες επενδύσεις ως μετρήσιμο στόχο. Για παράδειγμα, στην Κοινωνικά Υποστηριζόμενη Γεωργία, η οποία μπορεί να παρακινήσει νέους αγρότες στην ανάπτυξη αγροτικής επιχειρηματικότητας και της ενίσχυσης μέσω αυτής της απασχόλησης, καθώς και στην διαδικτυακή επιχειρηματικότητα.
  • Ανάδειξη νέων προϊόντων και υπηρεσιών διευρύνοντας το αντικείμενο επιχειρηματικότητας, αλλά και θέσεων εργασίας εκεί που αδυνατεί να δημιουργήσει το κράτος και η αγορά. Με εργαλείο έναν οδηγό επαγγελμάτων κοινωνικής οικονομίας.
  • Δικτύωση των εθελοντικών οργανώσεων της Κοινωνίας Πολιτών με τις κοινωνικές επιχειρήσεις και όλους τους συντελεστές της κοινωνικής οικονομίας, με στόχο τη δημιουργία ευνοϊκού περιβάλλοντος με την ανάπτυξη της κουλτούρας του συνεργατισμού και με εργαλείο τη δημιουργία συνεκτικού ιστού των διαφόρων κοινωνικών δικτύων, θεσμών αλληλεγγύης, κοινωνικής δράσης και καλών πρακτικών, διευκολύνοντας, έτσι, μέσα από την κινητοποίηση των θεσμών αλληλεγγύης, την συμμετοχή σε επιχειρηματικές συνεταιριστικές πρωτοβουλίες ομάδων κοινωνικού αποκλεισμού και ΑΜΕΑ.

Εάν οι όροι δεν παραμένουν σε στατικό επίπεδο, μπορούν να συμβάλλουν επί της ουσίας και τα αντίστοιχα εργαλεία μέτρησης της ποιότητας, π.χ. EFQM και αποτελεσματικότητας, π.χ. Social Return on Investment.

Σκοπός των επιστημονικών ομάδων του σχεδιασμού θα πρέπει να αποτελεί η αποτελεσματική διαχείριση του διανοητικού κεφαλαίου των παραπάνω όρων και η επινόηση εργαλείων σύνθεσης των διαθέσιμων πόρων, με αιχμή τη διάδοση των πλεονεκτημάτων της κοινωνικής επιχειρηματικότητας.

Το προφίλ του κοινωνικού επιχειρηματία διαφέρει στα κίνητρα και τους στόχους από το προφίλ του συμβατικού επιχειρηματία κι αυτό πρέπει να αναδειχθεί, καθώς και τα ηθικά κίνητρα του κοινωνικού επιχειρηματία.

Το υποκείμενο της επιχειρηματικότητας σ’ αυτό τον τομέα δεν μπορεί να είναι παρά οι συνεταιριστές, τα ιδρύματα, οι συλλογικοί κοινωνικοί φορείς και όλοι όσοι είναι διατεθιμένοι να επενδύουν σε μη κερδοσκοπικούς σκοπούς.

Είναι απαραίτητη, λοιπόν, η σαφής διάκριση μεταξύ κυρίων δικαιούχων προγραμμάτων κοινωνικής οικονομίας και των άλλων συμβαλλομένων εταίρων από τον πρώτο και δεύτερο τομέα.

Η καινοτομία του σχεδιασμού

Η καινοτομία του σχεδίου συνίσταται σε τρία βασικά πεδία της πρότασης:

  • στη συστημική ολιστική προσέγγιση για τη δημιουργία μίας δεξαμενής σκέψης, αλληλοτροφοδότησης του εθνικού παρατηρητηρίου και των περιφερειακών δομών υποστήριξης,
  • στο Σύμφωνο Συνεργασίας για την Κοινωνική Οικονομία με την Τοπική Αυτοδιοίκηση κεντρικά και Σύμφωνα Συνεργασίας σε περιφερειακό επίπεδο με τη μορφή Κοινωνικών Συμπράξεων και
  • στη δημιουργία πλατφόρμας e-learning και wiki με ειδικό ψηφιακό περιεχόμενο για τα εργαλεία αυτά, αλλά και την αξιοποίηση γενικότερα του ψηφιακού περιεχομένου που θα προκύψει από τα εγχειρίδια και τα εκπαιδευτικά πακέτα.

Ο εν λόγω καινοτόμος σχεδιασμός μπορεί να αποδώσει σε όλη την Ελλάδα, ιδιαίτερα στο πλαίσιο της Κοινωνικής Γεωργίας, γεγονός που αποτελεί από μόνο του ένα όραμα, δηλαδή την κοινωνική επιδίωξη και προοπτική για ένα μοντέλο δικτύωσης, που μπορεί να ενταχθεί σε ένα γενικότερο σχεδιασμό της χώρας για την κοινωνική οικονομία.

Η βιωσιμότητα εξαρτάται και από τη θεσμική καινοτομία που ενσωματώνει.Στην βάση αυτού του σχεδιασμού μπορεί να αναπτυχθεί μία θεσμική καινοτομία δικτύωσης για όλες τις Περιφέρειες της χώρας.

Μπορούν, επίσης, να ενσωματωθούν καινοτομίες από το εξωτερικό και ιδιαίτερα από την Ε.Ε., τόσο στο πεδίο της χρηματοοικονομικής διευκόλυνσης των Κοιν.Σ.Επ. και άλλων κοινωνικών επιχειρήσεων, σύμφωνα με το πρότυπο των Συνεταιριστικών Τραπεζών, της Ηθικής Τράπεζας της Ιταλίας και της τράπεζας μικροπιστώσεων, μιας και το μεγαλύτερο πρόβλημα για τις κοινωνικές επιχειρήσεις στην Ελλάδα αποτελεί το γεγονός ότι δεν υποστηρίζονται από καμία σχετική τράπεζα και στις περιπτώσεις που έχουν αναθέσεις έργων από το κράτος, όσο και τους Δήμους.

Σχεδιασμός δράσης Περιφερειακών δομών (Παρατηρητηρίων)

Ο σχεδιασμός για την προώθηση  της κοινωνικής οικονομίας στην Ελλάδα λαμβάνει υπόψη:

  • τη συγκρότηση και λειτουργία κέντρου πληροφόρησης,
  • την ανάπτυξη κεντρικών και περιφερειακών υποστηρικτικών δομών,
  • τη δικτύωση σε περιφερειακό επίπεδο,
  • την επικοινωνία και διάχυση της ιδέας της κοινωνικής οικονομίας,
  • τη συμβουλευτική και την εκπαίδευση νέων κοινωνικών επιχειρηματιών, αλλά και όσων εμπλέκονται άμεσα ή έμμεσα.

Ο σχεδιασμός δράσης αυτών των Περιφερειακών δομών για την κοινωνική οικονομία λαμβάνει υπόψη παράλληλα την ανάγκη για ανάπτυξη κοινωνικού και διανοητικού κεφαλαίου, για δημιουργία νέων θέσεων εργασίας και για εξασφάλιση της βιωσιμότητας των δομών και των δράσεων.

Την εν γένει αντίληψη ότι η επιτυχία και η αποτελεσματικότητα του σχεδίου εξαρτάται από την υψηλή αλληλεπίδραση και διαλειτουργικότητα της σύνθεσης των κατακερματισμένων υλικών και ανθρώπινων πόρων, το μετασχηματισμό τους σε αυξανόμενο κοινωνικό και διανοητικό κεφάλαιο. Την ενσωμάτωση του εθελοντισμού στην παραγωγή και διάδοση γνώσης.

Σε αυτά τα βασικά συστατικά, της ιδιαιτερότητας της κοινωνικής οικονομίας και των συγκριτικών της πλεονεκτημάτων στη δημιουργία θέσεων εργασίας, πρέπει να ανταποκρίνεται συνολικά ο σχεδιασμός και τα προτεινόμενα εργαλεία του.

Ο ρόλος των Περιφερειακών Δομών  Υποστήριξης

Οι Περιφερειακοί Υποστηρικτικοί Μηχανισμοί της παρούσας πρότασης θα έχουν κυρίως ως ρόλο:

Την πληροφόρηση, παρακίνηση και υποστήριξη της εκδήλωσης τοπικών εταιρικών σχημάτων, συλλογικού και αλληλέγγυου χαρακτήρα, για την ανάπτυξη της Κοινωνικής Επιχειρηματικότητας.

Την παροχή συμβουλευτικών και εκπαιδευτικών υπηρεσιών, καθώς και υπηρεσιών θερμοκοιτίδας ανάπτυξης κοινωνικής επιχειρηματικότητας (χώροι κοινής χρήσης γραφείων, γραμματειακής, λογιστικής υποστήριξης κ.τ.λ.).

Την ενίσχυση της επιχειρηματικής δραστηριότητας των κοινωνικών επιχειρήσεων, μέσω της προώθησης συμφωνιών συνεργασίας σε τοπικό και περιφερειακό επίπεδο μεταξύ των κοινωνικών επιχειρήσεων και δημοσίων οργανισμών ή ιδιωτικών επιχειρήσεων.

Την ενίσχυση της βιωσιμότητας των περιφερειακών δομών στήριξης, η οποία εξαρτάται από την ενσωμάτωση των τεχνοκρατικών εργαλείων από τη ζώσα θεσμική οργάνωση των φορέων της κοινωνικής οικονομίας που ελάχιστα έχουν να κάνουν με τις ευκαιριακές συμπράξεις που στήνονται μόνον και μόνον για να απορροφήσουν τα Κονδύλια της Ε.Ε., αλλά με συνεταιρισμούς που είναι βιώσιμοι και χωρίς επιδοτήσεις.

Μέθοδοι αποτελεσματικής δικτύωσης και οργάνωσης

Η οργανωτική δομή των Περιφερειακών ‘‘Κοινωνικών Αναπτυξιακών Συμπράξεων’’ για τη δικτύωση κοινωνικών επιχειρήσεων και οργανώσεων της Κοινωνίας Πολιτών, καθώς και για τη στήριξη των ΚοινΣΕπ και των άλλων κοινωνικών επιχειρήσεων σε περιφερειακό επίπεδο αποτελεί το βασικό εργαλείο σχεδιασμού της πρότασης.

Κατ’ αυτόν τον τρόπο προβλέπεται η δημιουργία ενός ευνοϊκού περιβάλλοντος, ενός «βιότοπου της κοινωνικής οικονομίας», ο οποίος με τη σειρά του προϋποθέτει εργαλεία και μεθοδολογίες δικτύωσης τα οποία πρέπει να αναζητηθούν μέσα σε αυτό το πλαίσιο της κοινωνικής δικτύωσης με ισχυρά ηθικά κίνητρα και με ευρεία συμμετοχή.

Το πρώτο εργαλείο είναι οι «Κοινωνικές αναπτυξιακές συμπράξεις»

Οι κοινωνικές αναπτυξιακές συμπράξεις θα πρέπει να έχουν διαρκή θεσμικό χαρακτήρα και όχι μιας χρήσεως με συμπράττοντες φορείς οργανισμούς της Τοπικής Αυτοδιοίκησης και δευτερευόντως με άλλους κρατικούς φορείς δεδομένης της εγγύτητας του ενδιαφέροντος της Τ.Α. και τη συμμετοχικότητα που μπορεί να επιτευχθεί σε τοπικό επίπεδο.

Το δεύτερο εργαλείο είναι η οργανωτική δικτύωση

Η δικτύωση των Κοιν.Σ.Eπ. σε τοπικό επίπεδο, καθώς και δημιουργία Συστάδων Κοιν.Σ.Επ. (clusters) για ανάπτυξη οικονομιών κλίμακας και εμπέδωσης κουλτούρας συνεργασίας με άλλες οικονομικές μονάδες, με σκοπό τη δικτύωση και διασύνδεση με ακαδημαϊκά και ερευνητικά κέντρα, καθώς και με τοπικούς αναπτυξιακούς φορείς με στόχο τη δημιουργία κατάλληλων υποδομών υποστήριξης σε θέματα διοίκησης, προώθησης, τεχνολογίας, ενσωμάτωσης καινοτομιών στην παραγωγική διαδικασία, σχεδίασης νέων προϊόντων κ.ά.

Το τρίτο εργαλείο είναι ένα διαδικτυακό επικοινωνιακό σύστημα, υποστηριζόμενο από elearning πλατφόρμα και wiki λεξικό για την κοινωνική οικονομία

Στόχος είναι η άμεση και χρηστική ενημέρωση με ζητούμενο πώς μπορούν να αξιοποιήσουν το υφιστάμενο θεσμικό πλαίσιο των ΚοινΣΕπ, την κοινωνική εμπειρία σ’ αυτό το πεδίο και τα χρηματοδοτικά εργαλεία που υπάρχουν.

Η δημιουργία ενός θεσμικού εργαλείου τοπικών και περιφερειακών εκθέσεων προϊόντων και υπηρεσιών φορέων κοινωνικής οικονομίας, συνεταιρισμών, πράσινης ανάπτυξης και βιολογικών προϊόντων κρίνεται απαραίτητη, αναφορικά με την προώθηση προϊόντων και υπηρεσιών των ΚοινΣΕπ και των Κοινωνικών Συμπράξεων.

Τα οφέλη της Κοινωνίας Πολιτών

Αναμένεται να προκύψουν πολυδιάστατα οφέλη από την υλοποίηση και λειτουργία αυτού του σχεδιασμού. Συνοπτικά:

Από τη διαμόρφωση συνθηκών για τη σύνθεση των κατακερματισμένων υλικών και ανθρώπινων πόρων, βάσει των οποίων μπορούν να δημιουργηθούν νέες κοινωνικές επιχειρήσεις, αξιοποιώντας ανενεργούς υλικούς πόρους της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, κρατικών οργανισμών και ιδρυμάτων.

Αλλά και οφέλη από την κινητοποίηση ανθρώπινων πόρων, μέσα από τους κοινωνικούς συνεταιρισμούς, για την αντιμετώπιση της ανεργίας.

Οφέλη, επίσης, από τη συμμετοχή και αξιοποίηση των οργανώσεων της Κοινωνίας Πολιτών στην ανάπτυξη της παραγωγικής διαδικασίας της πραγματικής οικονομίας.

Καλύτερη σύνθεση των διαθέσιμων πόρων για τη συγκρότηση πρόσθετου κοινωνικού κεφαλαίου και προστιθέμενης αξίας για να διευκολυνθεί τελικά και η άντληση επενδυτικού κεφαλαίου στην ανάπτυξη των κοινωνικών επιχειρήσεων.

Παράρτημα

Γλωσσάρι Κοινωνικής Οικονομίας και Βιοτουρισμού

Κοινωνική οικονομία [18]

Ο όρος πρωτοεμφανίστηκε στη Γαλλία στις αρχές του 19ου αιώνα. Αυτή η προσέγγιση υπο­δεικνύει ότι ο κύριος σκοπός των οργανισμών που την ασπάζονται είναι να υπηρετούν τα μέλη της κοινότητας και όχι να επιδιώκουν το κέρδος. Επιπλέον, η κοινωνική οικονομία βασίζεται σε δημοκρατικές διαδικασίες λήψης αποφάσεων, οι οποίες αντιπροσωπεύουν μια δομική διαδικασία ελέγχου του τρόπου επιδίωξης των σκοπών του οργανισμού. Μεταξύ των οργανισμών που ανή­κουν στην κοινωνική οικονομία συγκαταλέγονται οι ενώσεις, οι συνεταιρισμοί, οι αλληλασφαλι­στικοί οργανισμοί και, από πιο πρόσφατα, τα ιδρύματα και οι κοινωνικές επιχειρήσεις.

Κοινωνικό κεφάλαιο[19]

Στην έννοια «κοινωνικό κεφάλαιο» συμπυκνώνεται το σύνολο των μη οικονομικών πόρων που αποδίδονται σε άτομα, ομάδες ή σε ένα δίκτυο κοινωνικών σχέσεων και χαρακτηρίζονται από εμπιστοσύνη, αμοιβαίοτητα και κοινά αποδεκτούς κανόνες συμπεριφοράς, ενώ ταυτόχρονα κάνουν χρήση κοινού κώδικα που διευκολύνει τη συνεργασία και τη συλλογική δράση τους, με στόχο το γενικό συμφέρον. Άρα, το κοινωνικό κεφάλαιο μπορεί να εννοηθεί ως πόρος που έχει την πηγή του στη συλλογική δράση και μπορεί να έχει αποτελέσματα σε ευρύτατη οικονομική και κοινωνική κλίμακα. Σύμφωνα με τον ορισμό της Παγκόσμιας Τράπεζας, το κοινωνικό κεφάλαιο είναι η συνεκτική “κόλλα” που κρατά δεμένες τις κοινωνίες. Ο όρος κοινωνικό κεφάλαιο τοποθετεί τα κοινωνικά δίκτυα στο ίδιο επίπεδο με άλλες μορφές κεφαλαίου, όπως οικονομικό, φυσικό και ανθρώπινο. Επιπλέον διαθέτει κοινά χαρακτηριστικά με άλλες μορφές κεφαλαίου, γιατί κάποιος μπορεί να επενδύσει σε αυτό και να αποκομίσει οφέλη αργότερα.

Κοινωνική οικονομία της αγοράς1

Ο όρος «κοινωνική οικονομία της αγοράς» έλκει την καταγωγή του από τη μεταπολεμική περίοδο και τις συζητήσεις για τη διαμόρφωση της «Νέας Γερμανίας». Η κοινωνική οικονομία της αγοράς βασίζεται σε δύο σαφώς διακριτούς μεταξύ τους αλλά συμπληρωματικούς πυλώνες: από τη μία, την επιβολή του ανταγωνισμού και, από την άλλη, τα μέτρα κοινωνικής πολιτικής που εγγυώνται την κοινωνική δικαιοσύνη διορθώνοντας τις αρνητικές συνέπειες και ενισχύουν την κοινω­νική προστασία.

Τρίτος τομέας 1

Ο όρος αυτός χρησιμοποιείται κυρίως στην επιστημονική βιβλιογραφία, με στόχο την παράκαμψη των διαφορών μεταξύ των πολλών εθνικών προτύπων. Αναφέρεται σε οργανισμούς εκτός εκείνων του δημοσίου (του Κράτους) και των ιδιωτικών κερδοσκο­πικών οργανισμών (της αγοράς). Ο όρος υπο­γραμμίζει τον ενδιάμεσο χαρακτήρα των εν λόγω οργανισμών.

Κοινωνικά Υποστηριζόμενη Γεωργία (CSA)[20]

Είναι ένα σχετικά νέο κοινωνικοοικονομικό μοντέλο παραγωγής τροφίμων, πώλησης και διανομής, αγροτικών προϊόντων. Αυτό το είδος καλλιέργειας λειτουργεί με σημαντικά μεγαλύτερη ανάμειξη των καταναλωτών και των υπόλοιπων ενδιαφερόμενων μελών, έχοντας ως αποτέλεσμα μία στενότερη από το συνηθισμένο σχέση καταναλωτή – παραγωγού.

Κοινωνική επιχειρηματικότητα 1

Ο όρος «κοινωνική επιχειρηματικότητα» εμφα­νίστηκε τη δεκαετία του 1990 στις αγγλο­σαξονικές χώρες. Καλύπτει ευρύ φάσμα δραστηριοτήτων και πρωτοβουλιών, περιλαμ­βανομένων των κοινωνικών πρωτοβουλιών που εκδηλώνονται από κερδοσκοπικές επιχει­ρήσεις, θεσμικών φορέων που ρητά επιδιώ­κουν κάποιον κοινωνικό σκοπό, σχέσεων και πρακτικών που αποφέρουν κοινωνικά οφέλη, επιχειρηματικών τάσεων σε μη κερδοσκοπι­κούς οργανισμούς, και εγχειρημάτων που ανα­πτύσσονται στο πλαίσιο του δημόσιου τομέα. Τέτοιες πρωτοβουλίες μπορούν να αναλαμβά­νονται από ιδιώτες, μη κερδοσκοπικούς οργανι­σμούς, δημόσιους φορείς ή μη κερδοσκοπικούς οργανισμούς σε συνεργασία με κερδοσκοπικές επιχειρήσεις, σε μια προσπάθεια εξισορρόπη­σης των εταιρικών κερδών και μια δέσμευσης κοινωνικής ευθύνης. Δεν είναι απαραιτήτως ολοκληρωμένες, ούτε αναμένεται να μένουν αναλλοίωτες με την πάροδο του χρόνου. Εν γένει, η κοινωνική επιχειρηματικότητα ερμηνεύ­εται ως μια δραστηριότητα που αναλαμβάνουν συγκεκριμένα άτομα ή ομάδες, χωρίς αναφορά στα οργανωτικά χαρακτηριστικά και τους περιο­ρισμούς (πρότυπα διακυβέρνησης, μη διανομή των κερδών κτλ.) που υποστηρίζουν την επι­δίωξη κοινωνικών σκοπών.

Κοινωνική επιχείρηση1

Σύμφωνα με την πρωτοβουλία της Επιτροπής για την κοινωνική επιχειρηματικότητα (SEC(2011) 1278), κοινωνική επιχείρηση είναι «ένας φορέας εντός της κοινωνικής οικονομίας, κύριος στόχος του οποίου είναι μάλλον η ύπαρξη θετικού κοι­νωνικού αντικτύπου, παρά κέρδους για τους ιδιοκτήτες ή τους μετόχους. Λειτουργεί με την προμήθεια αγαθών και υπηρεσιών στην αγορά με επιχειρηματικό και καινοτόμο τρόπο, και χρησιμοποιεί τα κέρδη της πρωτίστως για την επίτευξη κοινωνικών στόχων. Διοικείται με ανοι­κτό, υπεύθυνο τρόπο και, ιδίως, με τη συμμετοχή εργαζομένων, καταναλωτών και ενδιαφερόμε­νων μερών που επηρεάζονται από τις εμπορικές της δραστηριότητες».

Κοινωνική Συνεταιριστική Επιχείρηση (Κοιν.Σ.Επ.)22

Θεσπίζεται η Κοινωνική Συνεταιριστική Επιχείρηση (Κοιν.Σ.Επ.), ως φορέας της Κοινωνικής Οικονομίας. Είναι αστικός συνεταιρισμός με κοινωνικό σκοπό και διαθέτει εκ του νόμου την εμπορική ιδιότητα. Τα μέλη της Κοιν.Σ.Επ. μπορούν να είναι είτε φυσικά πρόσωπα είτε φυσικά πρόσωπα και νομικά πρόσωπα. Τα μέλη της συμμετέχουν σε αυτήν με μια ψήφο, ανεξάρτητα από τον αριθμό των συνεταιριστικών μερίδων που κατέχουν.

Συνεταιρισμός 1

Σύμφωνα με τον ορισμό της Διεθνούς Συνεταιριστικής Ένωσης(1) του 1995, ο όρος «συνεταιρισμός» σημαίνει «αυτόνομη ένωση προσώπων, τα οποία συνεταιρίζονται εθελο­ντικά, προκειμένου να ικανοποιήσουν τις κοινές τους οικονομικές, κοινωνικές και πολιτιστικές ανάγκες και επιδιώξεις, μέσω μιας συνιδιόκτη­της και δημοκρατικά διοικούμενης επιχείρη­σης». Αυτός ο ορισμός υιοθετήθηκε και από τη σύσταση 193/2002 παράγραφος 2 της ΔΟΕ.

Μη κυβερνητικές οργανώσεις (ΜΚΟ)1

Ο όρος «μη κυβερνητική οργάνωση» αναφέ­ρεται, όπως είναι αναμενόμενο, σε οργανώ­σεις ανεξάρτητες από κυβερνήσεις. Άρχισε να χρησιμοποιείται με την ίδρυση των Ηνωμένων Εθνών το 1945 και τις διατάξεις του άρθρου 71 του κεφαλαίου 10 του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών σχετικά με το συμβου­λευτικό ρόλο οργανώσεων που δεν είναι ούτε κυβερνήσεις ούτε κράτη μέλη. Αποτελεί πολύ γενικό όρο, που παραπέμπει τόσο σε διακρατι­κούς όσο και σε τοπικούς οργανισμούς. Σε ορι­σμένες χώρες χρησιμοποιείται σαν συνώνυμο της «ένωσης», για να περιγράψει οργανώσεις που δραστηριοποιούνται ειδικά στο πεδίο της διεθνούς συνεργασίας.

Μη κερδοσκοπικός (non-profit και not-for-profit)1

Ο πιο γνωστός ορισμός δίνεται από το Πανεπιστήμιο Johns Hopkins. Σύμφωνα με αυτόν, ο τομέας περιλαμβάνει οργανισμούς οι οποίοι είναι εθελοντικής βάσης, τυπικοί, αυτο­διοικούμενοι και δεν διανέμουν κέρδη. Ο όρος «non-profit» αναφέρεται στους οργανισμούς που είναι υποχρεωμένοι να συμμορφώνονται με κάποια απαγόρευση της διανομής κερδών. Ο όρος «not-for-profit» είναι πιο γενικός και ανα­φέρεται στον επιδιωκόμενο σκοπό (που διαφέρει από το κέρδος).

Παρατηρητήριο Κοινωνικής Οικονομίας[21]

Πρόκειται για μια δομή – ομπρέλα που διαχειρίζεται την παροχή υπηρεσιών, πληροφόρησης και ενίσχυσης των κοινωνικών επιχειρήσεων ώστε οι επιχειρήσεις αυτές να αναπτυχθούν και να συνενωθούν σε δίκτυο αλληλοϋποστήριξης και ενδυνάμωσης με άμεσο στόχο την εξέλιξή τους σε όλα τα πεδία όπου εμφανίζονται ανάγκες. Είναι ένα μοντέλο παρακολούθησης το οποίο αποτυπώνει και αξιολογεί σε βάθος χρόνου την πορεία των πολιτικών κοινωνικής οικονομίας, προσαρμοσμένο στα νέα δεδομένα που δημιουργεί η πρόοδος της τεχνολογίας και οι γρήγορες ταχύτητες αλλαγών  και κίνησης των σύγχρονων κοινωνιών. Παρέχει επεξεργασμένες και τυποποιημένες πληροφορίες σε κάθε ενδιαφερόμενο και κυρίως σε εθνικές και περιφερειακές αρχές που χαράσσουν πολιτικές για την ανάπτυξη της κοινωνικής οικονομίας.

Βιβλιογραφία – Πηγές:

http://www.socialactivism.gr/index.php/koinoniki-oikonomia/960-

  • άρθρο στην ηλεκτρονική εφημερίδα SOCIAL ACTIVISM, «Συντελεστές και φορείς της Κοινωνικής Οικονομίας» (5/8/2013)

 http://www.socialactivism.gr/index.php/koinoniki-oikonomia/959

http://www.socialactivism.gr/index.php/anaptiksiakes-symprakseis/252-

http://www.socialactivism.gr/index.php/koinoniki-oikonomia/243-h-

http://www.socialactivism.gr/index.php/koinoniki-oikonomia/745-tomeis-efarmoghs-koinonikh-oikonomia

http://www.oikopress.gr/index.php/2012-11-09-11-13-33/756-2013-06-10-12-24-06

http://www.oikopress.gr/index.php/2012-11-09-11-13-33/549-2013-01-17-12-51-44

http://www.oikopress.gr/index.php/2012-09-24-13-17-36/430-2012-12-19-18-43-22

http://www.socialactivism.gr/index.php/koinoniki-oikonomia/726-metapoihsh-paragogikoi-synetairismoi

http://www.socialactivism.gr/index.php/koinoniki-oikonomia/713-yphresies

http://www.oikopress.gr/index.php/2012-09-24-13-17-36/135-2012-11-15-13-04-14

http://www.socialactivism.gr/index.php/koinoniki-oikonomia/704-periballon-prasinh-anaptiksi

http://www.socialactivism.gr/index.php/koinoniki-oikonomia/703-koinonikos-toyrismos

  • Τουριστικό προϊόν: Αυθεντικές τοπικές εμπειρίες και νέες νοοτροπίες (10/06/2013) Άρθρο του Κωνσταντίνου Αλεξόπουλου, CEO, Domotel A.E. , στην έντυπη έκδοση του ka-business.gr «ΚΑΙΝΟΤΟΜΙΑ & ΑΝΑΠΤΥΞΗ»  

http://www.oikopress.gr/index.php/2012-10-04-11-11-33/623-2013-02-01-21-29-21

  • Ν. 4019/2011
Κοινωνική Οικονομία και Κοινωνική Επιχειρηματικότητα και λοιπές διατάξεις, (ΦΕΚ Α’ 216/30.09.2011)

[1] Τακτικός, Β. & Συνεργάτες, 2013

http://www.socialactivism.gr/index.php/koinoniki-oikonomia/960-

  • άρθρο στην ηλεκτρονική εφημερίδα SOCIAL ACTIVISM, «Συντελεστές και φορείς της Κοινωνικής Οικονομίας» (5/8/2013)

 http://www.socialactivism.gr/index.php/koinoniki-oikonomia/959

http://www.socialactivism.gr/index.php/anaptiksiakes-symprakseis/252-

http://www.socialactivism.gr/index.php/koinoniki-oikonomia/243-h-

http://www.socialactivism.gr/index.php/koinoniki-oikonomia/745-tomeis-efarmoghs-koinonikh-oikonomia

http://www.oikopress.gr/index.php/2012-11-09-11-13-33/756-2013-06-10-12-24-06

http://www.oikopress.gr/index.php/2012-11-09-11-13-33/549-2013-01-17-12-51-44

http://www.oikopress.gr/index.php/2012-09-24-13-17-36/430-2012-12-19-18-43-22

http://www.socialactivism.gr/index.php/koinoniki-oikonomia/726-metapoihsh-paragogikoi-synetairismoi

http://www.socialactivism.gr/index.php/koinoniki-oikonomia/713-yphresies

http://www.oikopress.gr/index.php/2012-09-24-13-17-36/135-2012-11-15-13-04-14

http://www.socialactivism.gr/index.php/koinoniki-oikonomia/704-periballon-prasinh-anaptiksi

http://www.socialactivism.gr/index.php/koinoniki-oikonomia/703-koinonikos-toyrismos

  • Τουριστικό προϊόν: Αυθεντικές τοπικές εμπειρίες και νέες νοοτροπίες (10/06/2013) Άρθρο του Κωνσταντίνου Αλεξόπουλου, CEO, Domotel A.E. , στην έντυπη έκδοση του ka-business.gr «ΚΑΙΝΟΤΟΜΙΑ & ΑΝΑΠΤΥΞΗ»  

http://www.oikopress.gr/index.php/2012-10-04-11-11-33/623-2013-02-01-21-29-21

  • Ν. 4019/2011
Κοινωνική Οικονομία και Κοινωνική Επιχειρηματικότητα και λοιπές διατάξεις, (ΦΕΚ Α’ 216/30.09.2011)